Θεωρούμε εξαιρετικά θετικές τις ρυθμίσεις όπως, για παράδειγμα, τηθέσπιση της συλλογικής αυτοκατανάλωσης σε κτίρια, τηνάρση του μέχρι πρότινος περιορισμού της πώλησης κατ’ ανώτατο ως 20% της ετησίως παραγόμενης ενέργειας για αυτοπαραγωγούς με ΑΠΕ, καθώς και τηνάρση του αντίστοιχου ορίου των 30kVA για τον μετατροπέα συστήματος αποθήκευσης ενέργειας που προβλέπεται σήμερα για συστήματα αυτοπαραγωγής με μπαταρίες. Όλα αυτά αποτελούν άλλωστε και προτάσεις του Συνδέσμου μας και γι’ αυτό τις καλωσορίζουμε.
Θα θέλαμε παρόλα αυτά να επισημάνουμε κάποια σημεία του νομοσχεδίου, τα οποία επιδέχονται πιστεύουμε βελτιώσεων.
1. Σύμφωνα με το άρθρο 28, παρ.4 του νομοσχεδίου, η μέγιστη ισχύς συστήματος με ενεργειακό συμψηφισμό τίθεται στα εκατό (100) κιλοβάτ (kW) ανά παροχή κατανάλωσης στην περίπτωση των νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου (για όλες τις επιχειρήσεις δηλαδή). Το όριο αυτό, αν και είναι επαρκές για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, δεν καλύπτει τις ανάγκες επιχειρήσεων μεσαίου μεγέθους. Κατανοούμε ότι στόχευση του νομοσχεδίου είναι να ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να στραφούν στο εναλλακτικό σχήμα αυτοκατανάλωσης (αυτοκατανάλωση σε πραγματικό χρόνο με πώληση του πλεονάσματος ενέργειας), αλλά θεωρούμε πως θα ήταν σκόπιμο να αυξηθεί το όριο ισχύος στην περίπτωση του ενεργειακού συμψηφισμού.
Κατ’ αντιστοιχία συνεπώς με το άρθρο 9 του ν.3468/2006,προτείνουμε να εξεταστεί η αύξηση του ορίου αυτού στα 400kW.
2. Στις ρυθμίσεις περί Ενεργειακών Κοινοτήτων, τίθεται ως ελάχιστος αριθμός μελών (με συγκεκριμένες εξαιρέσεις και διαφοροποιήσεις) τα εξήντα (60) μέλη. Κατανοούμε ότι η ρύθμιση αυτή θέλει να περιορίσει τις στρεβλώσεις που είχε δημιουργήσει το προηγούμενο καθεστώς με την εύκολη σχετικά δημιουργία κοινοτήτων για πώληση του 100% της παραγόμενης ενέργειας (μακράν της πολιτικής στόχευσης των Κοινοτικών Οδηγιών που θεωρούν ότι “πρωταρχικός σκοπός των Κοινοτήτων δεν είναι το οικονομικό κέρδος, αλλά η προσφορά στα μέλη τους και στις τοπικές περιοχές δραστηριοποίησής τους, περιβαλλοντικού, οικονομικού και κοινωνικού οφέλους”). Επειδή όμως το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο (π.χ. στα άρθρα 18, 19, 58 και 59) περιορίζει τις στρεβλώσεις, και επειδή η δημιουργία Κοινοτήτων (ιδίως σε ορεινές, νησιωτικές ή απομακρυσμένες περιοχές ή μικρές κοινότητες στην επικράτεια) δυσχεραίνεται με την υψηλή απαίτηση για τον αριθμό των μελών που ορίζει το νομοσχέδιο, προτείνουμε τα εξής:
Ο ελάχιστος αριθμός μελών της Κ.Α.Ε. (ή της Ε.Κ.Π αντίστοιχα) είναιτριάντα (30) μέλη, με τις εξής εξαιρέσεις:
α)δεκαπέντε (15) μέλη, αν η ΚΑΕ έχει έδρα σε δήμο νησιωτικής περιοχής με πληθυσμό κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή,
β)πέντε (5) μέλη, σε περίπτωση που συμμετέχουν αποκλειστικά Μ.Μ.Ε.,
γ)τρία (3) μέλη, αν συμμετέχουν τουλάχιστον δύο (2) Ο.Τ.Α. α’ ή β’ βαθμού και το τρίτο μέλος είναι είτε επιχείρηση που ανήκει κατά εκατό τοις εκατό (100%) σε Ο.Τ.Α α’ ή β’ βαθμού, είτε Ο.Τ.Α α’ ή β΄ βαθμού.
Επειδή, για πρακτικούς λόγους, διατηρούνται και οι υφιστάμενες Ενεργειακές Κοινότητες του ν.4513/2018, αρκετές από τις οποίες στόχευαν στην ανάπτυξη έργων για εφαρμογή εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού έχοντας ως μέλη τόσο ιδιώτες όσο και επιχειρήσεις (με ελάχιστο αριθμό μελών μάλιστα τα πέντε, σύμφωνα με τη νομοθεσία), νομίζουμε ότι θα έπρεπε να δοθεί μια μεταβατική περίοδος για να μην ακυρωθεί στην ουσία η όποια προσπάθεια κατέβαλαν έως τώρα. Θα μπορούσε να οριστεί, για παράδειγμα, ότιοι Ενεργειακές Κοινότητες του ν.4315/2018 που έχουν συσταθεί νόμιμα ως τη θέση σε ισχύ των νέων ρυθμίσεων, και στοχεύουν στην υλοποίηση έργων εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού, μπορούν να υλοποιήσουν τα έργα αυτά με το πρότερο καθεστώς, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν υποβάλει πλήρη φάκελο για προσφορά όρων σύνδεσης στον αρμόδιο Διαχειριστή, το αργότερο έως την 31η.12.2023.
4. Σε ότι αφορά, τέλος, τη δυνατότητα εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού, προτείνουμε την τροποποίηση της παρ. 2γ του άρθρου 28, ώστενα δίνεται η δυνατότητα αυτή και σε νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, καθώς και σενομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου στα οποία δεν επιτρέπεται η εγκατάσταση συστημάτων ΑΠΕ για ιδιαίτερους πολεοδομικούς ή/και χωροταξικούς λόγους(π.χ. επειδή το κτίριο, τη νόμιμη χρήση του οποίου έχουν, είναι διατηρητέο ή βρίσκεται σε χαρακτηρισμένο παραδοσιακό οικισμό ή προστατευόμενο ιστορικό τμήμα πόλης και απαγορεύεται η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών από τα σχετικά διατάγματα και αποφάσεις προστασίας τους).