Με τη μεταρρύθμιση επιδιώκεται να μειωθεί η εξάρτηση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας από τις ασταθείς τιμές των ορυκτών καυσίμων, να προστατεύονται οι καταναλωτές από τις απότομες αυξήσεις των τιμών, να επισπευσθεί η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και να βελτιωθεί η προστασία των καταναλωτών.
Αναλυτικότερα, η μεταρρύθμιση του σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ θα ενισχύσει την προστασία των καταναλωτών με την καθιέρωση ελεύθερης επιλογής προμηθευτή και της δυνατότητας πρόσβασης σε δυναμικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, συμβάσεις ορισμένου χρόνου και σταθερής τιμής. Θα θεσπίζει μάλιστα αυστηρότερους κανόνες σε σχέση με το παρελθόν για τους προμηθευτές στο πλαίσιο των στρατηγικών αντιστάθμισης του κινδύνου στις τιμές για την προστασία των πελατών από τις διακυμάνσεις στις αγορές χονδρικής.
Ακόμη, το νέο πλαίσιο θα προστατεύει τους ευάλωτους πελάτες από αποσυνδέσεις, θέτοντας σε εφαρμογή —εάν δεν υπάρχουν ήδη— συστήματα «ύστατου προμηθευτή» που να διασφαλίζουν τη συνέχεια του εφοδιασμού τουλάχιστον για τους οικιακούς πελάτες.Έτσι, όλοι οι πελάτες να έχουν το δικαίωμα σε συστήματα κοινής χρήσης ενέργειας (χρήση, κοινή χρήση και αποθήκευση αυτοπαραγόμενης ενέργειας) και όλα τα δικαιώματα των καταναλωτών θα επεκταθούν στους τελικούς πελάτες που συμμετέχουν σε συστήματα κοινής χρήσης ενέργειας.
Η πρόταση τροποποίησης του σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ περιλαμβάνει επίσης κανονισμό που επικεντρώνεται στη βελτίωση της προστασίας της ΕΕ από τη χειραγώγηση της αγοράς. Η τροποποίηση αποσκοπεί στη σταθεροποίηση των μακροπρόθεσμων αγορών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της ενίσχυσης της αγοράς συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΣΑΗΕ), της γενίκευσης της χρήσης αμφίδρομων συμβάσεων επί διαφοράς (CfD) και της βελτίωσης της ρευστότητας της προθεσμιακής αγοράς.
Στη βάση αυτή, τα κράτη μέλη θα προωθήσουν την υιοθέτηση συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αίροντας αδικαιολόγητους φραγμούς και δυσανάλογες ή μεροληπτικές διαδικασίες ή επιβαρύνσεις. Τα μέτρα ενδέχεται να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, συστήματα εγγύησης του Δημοσίου σε τιμές αγοράς, ιδιωτικές εγγυήσεις ή εγκαταστάσεις συγκέντρωσης της ζήτησης για συμβάσεις αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι αμφίδρομες συμβάσεις επί διαφοράς (μακροπρόθεσμες συμβάσεις που συνάπτονται από δημόσιους φορείς για τη στήριξη επενδύσεων, οι οποίες συμπληρώνουν την αγοραία τιμή όταν είναι χαμηλή και ζητούν από τον παραγωγό να επιστρέψει ένα ποσό όταν η αγοραία τιμή είναι υψηλότερη από ένα ορισμένο όριο, προκειμένου να αποφεύγονται υπερβολικά απροσδόκητα κέρδη) θα είναι το υποχρεωτικό μοντέλο που θα χρησιμοποιείται όταν η δημόσια χρηματοδότηση αφορά μακροπρόθεσμες συμβάσεις, με ορισμένες εξαιρέσεις.
Οι αμφίδρομες συμβάσεις επί διαφοράς θα ισχύουν για επενδύσεις σε νέες εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής που βασίζονται στην αιολική ενέργεια, την ηλιακή ενέργεια, τη γεωθερμική ενέργεια, την υδροηλεκτρική ενέργεια χωρίς ταμιευτήρες και την πυρηνική ενέργεια. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο θα παρέχεται προβλεψιμότητα και βεβαιότητα.
Οι κανόνες για τις αμφίδρομες συμβάσεις επί διαφοράς θα εφαρμοστούν μόνο έπειτα από μεταβατική περίοδο τριών ετών (πέντε έτη για έργα που αφορούν υπεράκτια υβριδικά περιουσιακά στοιχεία που συνδέονται με δύο ή περισσότερες ζώνες προσφοράς) μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού, προκειμένου να διατηρηθεί η ασφάλεια δικαίου για τα εν εξελίξει έργα.
Τέλος, θα υπάρξει ευελιξία ως προς τον τρόπο αναδιανομής των κρατικών εσόδων που προκύπτουν μέσω αμφίδρομων συμβάσεων επί διαφοράς. Τα έσοδα θα αναδιανέμονται στους τελικούς πελάτες και μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για να χρηματοδοτούν τις δαπάνες για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης των τιμών ή τις επενδύσεις για τη μείωση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας για τους τελικούς πελάτες.