Πέπλο αδιαφάνειας και με θεσμική βούλα στη διαχείριση των οικονομικών και για τις δασικές πυρκαγιές απλώνει η νομοθέτηση από τον Φεβρουάριο του 2020 «απόρρητων κονδυλίων» στον προϋπολογισμό της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας (ΓΓΠΠ).
Γεγονός που, όπως συμβαίνει με την αντίστοιχη πρακτική σε άλλους τομείς (Εξωτερική και Μεταναστευτική Πολιτική, Εθνική Άμυνα), θεσμοθετεί συνθήκες «άβατου» για τον κοινωνικό έλεγχο του ύψους και της διαχείρισης των συγκεκριμένων πόρων που κατευθύνονται στην πρόληψη και την καταστολή των φυσικών καταστροφών.
Η δημοσιογραφική έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR) στο πλαίσιο του έργου «Ενίσχυση της διαφάνειας και λογοδοσίας στη χρηματοδότηση της πρόληψης και της καταστολής των δασικών πυρκαγιών με τη συμβολή της κοινωνίας των πολιτών» που υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, με φορέα υλοποίησης το WWF Ελλάς και εταίρο το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR).
Τι προκύπτει από την έρευνα; Σύμφωνα με το άρθρο 53 του πρόσφατου νόμου αναδιάρθρωσης της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας (ν.4662/2020) εγγράφεται στον προϋπολογισμό της ΓΓΠΠ «ειδική πίστωση απορρήτων εθνικών αναγκών». Στο ίδιο άρθρο εξειδικεύεται ότι «ως απόρρητες ανάγκες εθνικής σημασίας θεωρούνται όσες συναρτώνται ή συνδέονται αμέσως ή εμμέσως και αιτιωδώς με ζητήματα ασφάλειας της απρόσκοπτης λειτουργικότητας της ΓΓΠΠ στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της, όπως ειδικότερα εξειδικεύεται στην προάσπιση της ζωής, περιουσίας των πολιτών και διαφύλαξης του φυσικού περιβάλλοντος, η προστασία των οποίων ανάγεται στο επίπεδο διασφάλισης των εθνικών συμφερόντων και για τις οποίες δεν αποδίδεται λογαριασμός».
Πέρα από τον αοριστολογικό χαρακτήρα της διατύπωσης, αν για τους τομείς όπως η εθνική άμυνα ή η εξωτερική πολιτική, όπου εφαρμόζεται η πρακτική διάθεσης απόρρητων κονδυλίων που δεν μπορούν να υπαχθούν σε έλεγχο, η επίκληση των λόγων εθνικής ασφάλειας αποτελεί συνήθη αιτιολόγηση για τη διαβάθμιση της πληροφορίας, απορίας άξιο είναι ποια ακριβώς «εθνικά συμφέροντα» διασφαλίζονται από την απόκρυψη των κονδυλίων που διατίθενται στην αντιμετώπιση πυρκαγιών, σεισμών, πλημμυρών και προσφάτως στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης.
Με βάση το παραπάνω, η ομάδα του MIIR απευθύνθηκε στο καθ’ ύλην αρμόδιο νεοσύστατο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας υπό τον κ. Χρήστο Στυλιανίδη, προκειμένου να ρωτήσει ποιος ο λόγος να θεσπιστούν απόρρητα κονδύλια σε έναν τομέα, όπως η πολιτική προστασία, σε τι ποσό ανέρχονται και ποια είναι η «εθνική ανάγκη» που καθιστά επιτακτική τη θεσμοθέτηση απόρρητων κονδυλίων.
Στην απάντηση του προς το MIIR, το υπουργείο δεν απαντά για το ύψος των κονδυλίων, ενώ παραδέχεται επί της ουσίας το ζήτημα αδιαφάνειας στη συγκεκριμένη περίπτωση, με παραπομπή στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου 53 του νομοσχεδίου που καθιέρωσε τα απόρρητα κονδύλια, αλλά και με αναφορά στον πρώην Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας (και μετέπειτα υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη και Διαχείρισης Κρίσεων) κ. Νίκο Χαρδαλιά, επί ηγεσίας του οποίου θεσμοθετήθηκαν αυτά στη ΓΓΠΠ.
Όπως αναφέρεται στην απάντηση παραπέμποντας παράλληλα στο σκεπτικό της αιτιολογικής έκθεσης, «ο σκοπός της εν προκειμένω πρόβλεψης, στο πρότυπο αντίστοιχης του Υπουργείου Εξωτερικών, έγκειται στη διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργικότητας της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας έναντι απειλών που δύνανται να θέσουν σε κίνδυνο ζητήματα, αξίες και δικαιώματα συνταγματικά κατοχυρωμένα, όπως η προάσπιση της ζωής, περιουσίας των πολιτών και διαφύλαξης του φυσικού περιβάλλοντος, η προάσπιση των οποίων ανάγεται στο επίπεδο διασφάλισης των εθνικών συμφερόντων. Περαιτέρω, ρυθμίζεται η στελέχωση και λειτουργία της Επιτροπής Ειδικών Δαπανών της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας στις αρμοδιότητες της οποίας εντάσσεται, μεταξύ άλλων, η υπαγωγή δαπανών στην έννοια των, μη δυνάμενων να διατεθούν άλλως, απόρρητων αναγκών».
Όμως, όπως αβίαστα προκύπτει και συμβαίνει εξάλλου και με το κείμενο της αιτιολογικής έκθεσης, δεν τεκμηριώνεται ποιοι είναι οι λόγοι, και ειδικότερα ποια είναι τα επικαλούμενα ζητήματα ασφαλείας που καθιστούν απαραίτητη την ύπαρξη απορρήτων δαπανών.
Ειδικά για το τελευταίο αυτό σημείο, το υπουργείο επισυνάπτει και την απάντηση που είχε δώσει από το βήμα της Βουλής κατά τη συζήτηση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου τον Γενάρη του 2020 ο τότε Γενικός Γραμματέας Νίκος Χαρδαλιάς, στην οποία είχε συνδέσει με αόριστο και συγκεχυμένο τρόπο τα απόρρητα κονδύλια με τις ανάγκες λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Αριθμού Έκτακτης Ανάγκης 112 (σημειωτέον, το ίδιο είχε πράξει και ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης).
«Το 112 είναι μια υπηρεσία πολύ λεπτή που περνάει μέσα από τα δίκτυα τηλεπικοινωνιών του ελληνικού κράτους. Ταυτόχρονα, δημιουργεί μια βάση δεδομένων, η οποία είναι σε εθνικό επίπεδο. Αντιλαμβάνεστε, σε θέματα κυβερνασφάλειας, πόσο σημαντικό είναι να μην υπάρχει τρωτότητα στα ζητήματα αυτά; Πόσο ολέθριο θα είναι για τη χώρα μας να χακαριστεί ένα σύστημα τέτοιο και να φύγει λάθος εντολή, τη λάθος στιγμή, σε σχέση με κάποια πράγματα» είχε σημειώσει στην τοποθέτησή του στη Βουλή ο κ. Χαρδαλιάς. Επίσης, στην ίδια ομιλία είχε τονίσει πάλι με συγκεχυμένη διασύνδεση πως απαιτούνται ειδικές δαπάνες, καθώς «την ίδια ώρα, καλείται η Γενική Γραμματεία να εκπονήσει επιτέλους, εθνικά σχέδια διαχείρισης κρίσεων, που αφορά στις κρίσιμες υποδομές μας. Τα τελευταία σχέδια είχαν γίνει το 1991. Ταυτόχρονα, καλείται να δημιουργήσει σχέδια διαχείρισης κρίσεων, που αφορά στη συνέχιση της κυβερνησιμότητας. Σε μια μεγάλη φυσική καταστροφή, σε ένα σεισμό, τι κάνει ο Πρωθυπουργός; Τι κάνουν τα μέλη της Κυβέρνησης; Τι κάνουν τα μέλη του Κοινοβουλίου; Αυτά είναι σχέδια, τα οποία έχουν μελετηθεί σε περίοδο πολέμου, αλλά όχι σε επίπεδο φυσικών καταστροφών».
Ωστόσο, όπως εύλογα προκύπτει, αν η διάθεση των απόρρητων κονδυλίων αφορά στην λειτουργία του Ευρωπαϊκού Αριθμού Έκτακτης Ανάγκης 112, θα έπρεπε καταρχήν να αναφέρεται ρητά στην αιτιολογική έκθεση (πράγμα που δεν γίνεται), και δεύτερον, η πρόσβαση στην πληροφορία για το κόστος του 112 δεν συνεπάγεται και πρόσβαση στα ίδια τα προσωπικά δεδομένα ή τη βάση δεδομένων που αυτό διαχειρίζεται. Επίσης η ανάλυση του κόστους για τα σχέδια διαχείρισης κρίσεων ή «κυβερνησιμότητας» σε περίπτωση φυσικών καταστροφών δεν συνεπάγεται και την πρόσβαση στα ίδια τα σχέδια…
Η πρόβλεψη για δαπάνες απορρήτων αναγκών για τις οποίες δεν θα αποδίδεται λογαριασμός, αποτελεί αφορμή για αδιαφάνεια και ανυπαρξία λογοδοσίας. Όπως είχε σημειώσει και το WWF Ελλάς κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης για τον νέο νόμο, οι δράσεις Πολιτικής Προστασίας θα πρέπει να είναι απολύτως διαφανείς και να υφίστανται μηχανισμοί λογοδοσίας σε κάθε στάδιο. Άλλωστε η αποστολή του Εθνικού Συστήματος Διαχείρισης Κρίσεων έγκειται στη διαχείριση φυσικών ή τεχνολογικών καταστροφών εν καιρώ ειρήνης και δεν αφορά ζητήματα εθνικής ασφάλειας που θα αιτιολογούσαν τη διαβάθμιση της σχετικής πληροφορίας. Η εμπειρία από αντίστοιχους λογαριασμούς του Υπουργείου Εξωτερικών έχει δείξει ότι τέτοιες ενέργειες δεν συμβάλλουν στη διαφάνεια διαχείρισης κρατικών κονδυλίων.
Επίσης η αντίδραση της ΓΓΠΠ σε έγγραφα αιτήματα πληροφοριών του WWF Ελλάς που σχετίζονται με τον σχεδιασμό και τη χρηματοδότηση δράσεων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση δασικών πυρκαγιών δεν ενισχύει τη λογοδοσία. Δεν δίδεται καμιά λεπτομερής ανάλυση των κριτηρίων με τα οποία αποφασίζεται η κατανομή πόρων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ). Ούτε όμως στοιχεία για το τι ακριβώς περιλαμβάνει η συμφωνία χρηματοδότησης μεταξύ της Πολιτικής Προστασίας και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και συγκεκριμένες πληροφορίες του προγράμματος «Ασπίδα», και ειδικά στο μέρος που σχετίζεται με τα θέματα πρόληψης και καταστολής δασικών πυρκαγιών.
Η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος δασοπυροπροστασίας περνά και μέσα από τη χρηστή αξιοποίηση των οικονομικών πόρων και την υπεύθυνη ανάλυση και αιτιολόγηση των πεπραγμένων. Η απροθυμία αιτιολόγησης αποφάσεων δημιουργεί θεμελιώδες πρόβλημα στον σχεδιασμό και την αξιολόγηση του συστήματος δασοπυροπροστασίας, και ένα πέπλο αδιαφάνειας και έλλειψης λογοδοσίας.
Αίτημα για μεγαλύτερη διαφάνεια
Ο νέος υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, κ. Χρήστος Στυλιανίδης, δήλωσε πρόσφατα ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει και στην αξιοποίηση κονδυλίων του ευρωπαϊκού προγράμματος rescEU, προκειμένου να ενισχύσει την καταστολή των δασικών πυρκαγιών με τη χρήση νέων εναέριων μέσων.
Η ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια στη δασοπυροπροστασία είναι ουσιώδης τόσο για την απόδοση ευθυνών όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά, όσο και για την ορθή διαχείριση και την αποφυγή της κατασπατάλησης των πόρων του ελληνικού Δημοσίου. Είναι και ο μόνος τρόπος το ελληνικό κράτος να εγγυηθεί εντέλει την αποτελεσματική συνδρομή των διαθέσιμων μέσων στη καταστολή των δασικών πυρκαγιών και να μπορέσει να εξασφαλίσει πόρους για την πρωταρχικής σημασίας πρόληψη.
Aπό τους Νίκο Μορφονιό και Ιωάννα Λουλούδη - Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR)