Με μεγάλη απογοήτευση οι συνυπογράφουσες περιβαλλοντικές οργανώσεις παρακολουθούν την επεξεργασία στις Επιτροπές της Βουλής της ψήφισης του σχεδίου νόμου με τίτλο«Μετονομασία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων και διεύρυνση του αντικειμένου της με αρμοδιότητες επί των υπηρεσιών ύδατος και της διαχείρισης αστικών αποβλήτων, ενίσχυση της υδατικής πολιτικής – Εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας για τη χρήση και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέσω της ενσωμάτωσης των οδηγιών ΕΕ 2018/2001 και 2019/944 – Ειδικότερες διατάξεις για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την προστασία του περιβάλλοντος».
Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνει το εν λόγω πολυνομοσχέδιο, αφορούν κρίσιμα ζητήματα για την προστασία του περιβάλλοντος όπως, μεταξύ άλλων, η επιβάρυνση όλων των ζωνών προστασίας των περιοχών του δικτύου Natura 2000, η εκχέρσωση δασικών εκτάσεων, η υπέρμετρη παροχή κινήτρων τουριστικών εγκαταστάσεων και εγκαταστάσεων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και σειρά αποσπασματικών πολεοδομικών ρυθμίσεων.
Αποκορύφωμα των ρυθμίσεων αποτελούν εκείνες που αφορούν τις περιοχές του δικτύου Natura 2000 και συνδέονται άμεσα με την προστασία και τη διαχείριση των πολύτιμων αυτών περιοχών που πρέπει να παραδοθούν αλώβητες στις επόμενες γενιές. Οι όποιες πρωτοβουλίες τροποποιούν το πλαίσιο προστασίας τους οφείλουν αφενός να συμβαδίζουν με τις αρχές της αειφορίας και το ευρωπαϊκό κεκτημένο και αφετέρου να είναι απολύτως τεκμηριωμένες, λαμβάνοντας υπόψη και την εν εξελίξει διαδικασία εκπόνησης των Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών (ΕΠΜ). Οποιαδήποτε νομοθετική παρέμβαση στις περιοχές αυτές οφείλει να είναι αποτέλεσμα ευρύτατης και ουσιαστικής διαβούλευσης, προσέγγιση η οποία δεν έχει καμία ομοιότητα με τον τρόπο που έχει χειριστεί έως σήμερα το θέμα το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Πλην της θετικής πρόβλεψης για απόδοση ελεγκτικών και κυρωτικών αρμοδιοτήτων στα στελέχη του ΟΦΥΠΕΚΑ (όχι όμως και ανακριτικών), το σχέδιο νόμου περιέχει πλήθος διατάξεων που προκαλούν επιβάρυνση στην ελληνική φύση. Ενδεικτικά αναφέρονται:
- η «νομιμοποίηση» παράνομων δρόμων ή η διάνοιξη νέων μέσω των Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων, ώστε να καταστεί οικοδομήσιμη η έκταση ενός ιδιώτη που θα υλοποιήσει στρατηγική επένδυση, ενώ η νομολογία του ΣτΕ απαιτεί τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό του οδικού δικτύου,
- η «διόρθωση» των ορίων οικισμών (δηλαδή διεύρυνση) με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και όχι με Προεδρικό Διάταγμα, όπως επιτάσσει η νομολογία του ΣτΕ, καθώς και η εξαίρεση οικισμών από το αντικείμενο της ΕΠΜ και των Προεδρικών Διαταγμάτων για τις προστατευόμενες περιοχές,
- η επέκταση της δυνατότητας κατασκευής τουριστικών χωριών (σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων που στην πραγματικότητα αποτελούν οικιστικές αναπτύξεις), εκτός από δημόσιες δασικές εκτάσεις και σε ιδιωτικές,
- η δυνατότητα οι υφιστάμενες δραστηριότητες εντός προστατευόμενων περιοχών (μάλιστα χωρίς τη διευκρίνιση οι “νομίμως” υφιστάμενες για τα έργα και δραστηριότητες εκτός κατηγορίας Α) να μένουν ως έχουν και όσες έχουν αδειοδοτηθεί να μπορούν να υλοποιηθούν, ανεξάρτητα με το αν έχουν επιπτώσεις στην ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής, κάτι που οφείλει να το εξετάζει η αντίστοιχη ΕΠΜ,
- η κατάργηση (αντί για βελτίωση) του μεθοδολογικού εργαλείου της σύνδεσης των κατηγοριών χρήσεων γης με το γενικό Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ 59/2018) σχεδιασμού και ζωνοποίησης χρήσεων γης, η οποία αναμένεται ότι θα προκαλέσει σύγχυση στις τρέχουσες μελέτες, και αφήνει την κατάταξη των περιοχών προστασίας έωλη και χωρίς κατευθύνσεις, σε επίπεδο καθορισμού χρήσεων γης και δραστηριοτήτων ανά ζώνη προστασίας,
- η δυνατότητα οι ζώνες που καθορίζονται μέσα σε μια προστατευόμενη περιοχή (λ.χ. απόλυτης προστασίας, προστασίας της φύσης) να χωρίζονται σε «υπο-ζώνες» με ασαφή κριτήρια και χωρίς περιορισμούς ως προς τον χαρακτήρα της συνολικής ζώνης,
- η πρόβλεψη μιας νέας διαδικασίας σύνδεσης των σχεδίων διαχείρισης των περιοχών και της δέουσας εκτίμησης των επιπτώσεων έργων που δεν ανήκουν στις κατηγορίες Α και Β (μεγάλα έργα), έλλειψη που έχει επισημανθεί στην Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά αντιμετωπίζεται με στρεβλό τρόπο,
- η σημειακή τροποποίηση ρυθμίσεων εις βάρος της ολοκληρωμένης διαχείρισης του ελληνικού χώρου, με σκανδαλώδες παράδειγμα τη χωροθέτηση εγκαταστάσεων διαχείρισης απορριμμάτων στην καλντέρα της Σαντορίνης,
- η συμπερίληψη πρόσθετων κατηγοριών τουριστικών εγκαταστάσεων σε αυτές που μπορούν να χωροθετηθούν σε απόσταση 30 μέτρων από τον αιγιαλό – διάταξη που έτσι κι αλλιώς καταστρατηγεί τον αδόμητο χαρακτήρα που πρέπει να διαφυλάσσεται για αυτήν τη ζώνη.
Οι συνυπογράφουσες περιβαλλοντικές οργανώσεις επισημαίνουν ότι οι νέες αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο σχετικά με την προστασία των προστατευόμενων περιοχών, για πολλοστή φορά στην τελευταία τριετία, προκαλούν αναπόφευκτη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των υπό εκπόνηση ΕΠΜ και στην έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων και σχεδίων διαχείρισης για όλες τις περιοχές Natura 2000. Τα παραπάνω συμβαίνουν μολονότι η Ελλάδα έχει καταδικαστεί από το Δικαστήριο της ΕΕ για τη μη έγκαιρη θέσπιση των αναγκαίων στόχων διατήρησης και για τη μη θεσμοθέτηση των κατάλληλων μέτρων για την προστασία τους.
Επισημαίνουν τέλος ότι, πολλές από τις διατάξεις που προβλέπονται στο πολυνομοσχέδιο ελέγχονται για τη συνταγματικότητά τους και την τήρηση της σχετικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Συνεπώς, τυχόν εφαρμογή τους θα έχει τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, καθώς η επιδιωκόμενη υπέρμετρη διευκόλυνση των επενδύσεων τελικά θα ενισχύσει περαιτέρω την ανασφάλεια δικαίου τόσο για τις τοπικές κοινωνίες όσο και για το ίδιο το επενδυτικό κλίμα.
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις (αλφαβητικά):
- ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
- Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
- Καλλιστώ – Περιβαλλοντική Οργάνωση για την άγρια ζωή και τη φύση
- Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης
- Greenpeace
- MEDASSET
- WWF Ελλάς