Νέες αντιδράσεις για την αύξηση του κόστους για τους χρήστες δικτύου και καταναλωτές φυσικού αερίου

Νέες αντιδράσεις για την αύξηση του κόστους για τους χρήστες δικτύου και καταναλωτές φυσικού αερίου
Τρίτη, 23/04/2024 - 06:23

Μετά την αντίδραση της Φυσικό Αέριο για την αύξηση του κόστους για τους χρήστες δικτύου και τους καταναλωτές φυσικού αερίου λόγω των επενδυτικών σχεδιασμών της enaon EDA και η Motor Oil ασκεί αυστηρή κριτική στο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 700 εκατ. ευρώ της εταιρείας για την περίοδο 2024-2028.

Η Motor Oil θέτει μια άλλη διάσταση βάζοντας στο επίκεντρο της κριτικής της, όπως αναλύεται σε επιστολή της στο πλαίσιο της διαβούλευσης του αναπτυξιακού προγράμματος της enaon EDA, ζητήματα διαφάνειας και ελέγχου του κόστους. Κάνει λόγο για ελλιπή κατανόηση του σχεδιασμού για τις υποδομές μικρής κλίμακας υγροποιημένου αερίου (small scale LNG) αλλά και για ετεροβαρή πρότυπη σύμβαση που δεν σέβεται τους χρήστες.

Αναλυτικότερα, όπως τονίζει η Motor Oil, στις θέσεις που διατύπωσε στη σχετική διαβούλευση της ΡΑΑΕΥ, η πρότυπη σύμβαση δεν μπορεί να είναι ετεροβαρής και να υπερασπίζεται πρωτίστως τα συμφέροντα του Διαχειριστή, αλλά πρέπει να σέβεται τα δικαιώματα των χρηστών και να προωθεί κοστοστρεφείς υπηρεσίες.

Η «ελλιπής κατανόηση», όπως αναφέρεται, αφορά στο συνολικό σχεδιασμό των απομακρυσμένων δικτύων και ειδικότερα για τα small scale LNG (υποδομές μικρής κλίμακος για υγροποιημένο αέριο), καθώς και την κατανομή του ρίσκου και του κόστους μεταξύ Διαχειριστή, Χρηστών και Καταναλωτών.

«Θεωρούμε ότι το νομοθετικό/ ρυθμιστικό πλαίσιο δεν επαρκεί για τη κατανόηση της υπό διαμόρφωση νέας αγοράς και θεωρούμε απαραίτητη μία συνολική τοποθέτηση εκ μέρους του Διαχειριστή Διανομής που έχει αναλάβει να υλοποιήσει τις νέες αγορές» αναφέρει η Μotor Oil, ζητώντας διάλογο για να λυθούν τα προβλήματα.

Εξάλλου η Μotor Oil θέτει ζήτημα διαφάνειας του Προγράμματος Ανάπτυξης της enaon EDA και ζητεί σαφή ενημέρωση-τεκμηρίωση για την αναγκαιότητα των επενδύσεων των 700 εκατ. ευρώ, τα κριτήρια επιλογών, τις διαδικασίες αναθέσεως και ελέγχου κόστους. Επίσης ζητά να υπάρχει συνυπευθυνότητα στην απορρόφηση του κόστους απωλειών δικτύου και να μην χρεώνεται ο Διαχειριστής μόνον το 0,3% των απωλειών, όπως προτείνει. Επίσης θέτει θέμα ποιότητας υπηρεσιών μέσω της ενίσχυσης του τοπικού δικτύου, φέροντας ως παράδειγμα τον Ασπρόπυργο, όπου το δίκτυο έχει πολύ χαμηλή πίεση.

Υπενθυμίζεται ότι η Φυσικό Αέριο, στην επιστολή της στο πλαίσιο της διαβούλευσης τονίζει ότι οι επιπτώσεις από το πρόγραμμα ανάπτυξης ύψους 700 εκατ ευρώ, στα τιμολόγια θα είναι σημαντικές, λαμβανομένης υπόψη και της πρόσφατης αύξησης, από την 1η Φεβρουαρίου 2024, που φθάνει ως και 30% στη χρέωση δυναμικότητας σε ορισμένες περιοχές. Παράλληλα καθορίστηκε για πρώτη φορά η «Προσαύξηση Διείσδυσης» ως επιπλέον χρέωση διανομής για ολόκληρη τη Ρυθμιστική Περίοδο 2023- 2026. προσθέτει στην εξίσωση έναν ακόμη παράγοντα σημειώνοντας ότι «θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η εφαρμογή της σταδιακής απομείωσης των εκπτώσεων στα τέλη σύνδεσης, γεγονός που θα λειτουργήσει τόσο ως εμπόδιο στις νέες συνδέσεις, όσο και ως επιπλέον επιβάρυνση για τους καταναλωτές φυσικού αερίου στο μέλλον».

Η Φυσικό Αέριο θεωρεί πως «προκειμένου το φυσικό αέριο να προωθηθεί αποτελεσματικά σε όλες τις περιοχές, ως φθηνότερη και περιβαλλοντικά φιλικότερη επιλογή καυσίμου σε σχέση με το πετρέλαιο, ειδικότερα μετά από μια περίοδο ενεργειακής κρίσης, θα πρέπει να υπάρξει προσπάθεια οι αυξήσεις στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις να παραμένουν εντός ενός εύλογου εύρους που δεν θα προκαλεί απότομες και μεγάλες επιβαρύνσεις στους λογαριασμούς φυσικού αερίου».

Όπως αναφέρει οι καταναλωτές που ήδη επιβαρύνονται με βάση τα νέα τιμολόγια της Ρυθμιστικής Περιόδου 2023-2026, θα πρέπει, με συμβολή όλων των εμπλεκόμενων μερών, να προστατευτούν από περαιτέρω μεγάλες αυξήσεις λόγω του Προγράμματος Ανάπτυξης 2024-2028.

Η Φυσικό αέριο καταλήγει σημειώνοντας ότι «θα πρέπει οι επιπτώσεις του Πλάνου Ανάπτυξης 2024-2028 στις χρεώσεις διανομής να αξιολογηθούν πολύ προσεκτικά και οι εκτιμήσεις που περιλαμβάνονται σε αυτό να είναι όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικές, ώστε να μην προκύψουν τα επόμενα χρόνια δυσανάλογα κόστη στους καταναλωτές φυσικού αερίου».