Η ραγδαία αύξηση της αδειοδότησης έργων ΑΠΕ σε συνέχεια του ν. 4685/2020 καθώς και της διείσδυσης τους με πρόσθετη νέα ισχύ της τάξης του 1.5 GW ετησίως, η υστέρηση στην ανάπτυξη υποδομών επαρκούς αποθήκευσης, η μαζική έκδοση οριστικών προσφορών σύνδεσης από τον ΑΔΜΗΕ δυνάμει της ΥΠΕΝ/ΓΔΕ/84014/7123 από 12/8/22 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/7063/374 από 20/1/23 και που από προτεραιότητα στην έκδοση επιπλέον ~15 GW όρων σύνδεσης εφόσον υφίσταται ηλεκτρικός χώρος, μετατράπηκε ατύπως σε βεβαιότητα έκδοσης τους αποσυνδεδεμένα από την τελική ζήτηση ηλεκτρικής ισχύος στο σύστημα αλλά μόνο στη βάση του επενδυτικού ενδιαφέροντος για ηλεκτροπαραγωγή, έχουν καταστήσει την εφαρμογή του άρθρου 9 του ν. 3468 περί περιορισμού εγχύσεων των ανανεώσιμων έργων δυστυχώς αναγκαία. Προσεχώς μάλιστα η κατάσταση αναμένεται κατά την εκτίμηση μας να επιδεινωθεί.
Υπό το φως των ανωτέρω η ορθή εφαρμογή των διατάξεων των άρθρου 9, του ν. 3468/2006 όπως ισχύει περί των προτεραιοτήτων στην κατανομή έργων ΑΠΕ από τον διαχειριστή του συστήματος και που ενσωματώνει τις προβλέψεις του άρθρου 12 της σχετικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2019/943, καθίσταται επιβεβλημένη. Ως προς την εισήγηση του ΑΔΜΗΕ και τις προτεινόμενες εξειδικεύσεις στην τροποποίηση του Κανονισμού Αγοράς Εξισορρόπησης και του Κώδικα Διαχείρισης ΕΣΜΗΕ έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
1) Η εισήγηση του διαχειριστή για την τροποποίηση του Κανονισμού Αγοράς Εξισορρόπησης και του Κώδικα Διαχείρισης ΕΣΜΗΕ προκειμένου να ενσωματωθούν οι προβλέψεις της νομοθεσίας αναφορικά με τις προτεραιότητες κατανομής των επιμέρους κατηγοριών μονάδων ΑΠΕ για λόγους που δεν σχετίζονται με συμφορήσεις τοπικών τμημάτων του ΕΣΜΗΕ, επί της αρχής δεν αντιβαίνει στο νομικό πλαίσιο του άρθρου 9, του ν. 3468. Ωστόσο, τούτο οφείλει να ισχύει και στην πράξη, δηλαδή στο ποιες πραγματικά μονάδες περικόπτονται όταν παρουσιάζονται συνθήκες υπερδυναμικότητας, ενώ εξυπακούεται πως αν για λόγους τεχνικής αδυναμίας του διαχειριστή μέσα σε αυτές περιλαμβάνονται και μονάδες που χαίρουν προτεραιότητας στην έγχυση οπότε και δεν θα έπρεπε να περικόπτονται πριν περικοπούν όλες όσες δεν έχουν, να λαμβάνουν αποζημίωση στο 100% της παραγωγής που απώλεσαν.
2) Σε αντίθεση με τον ΑΔΜΗΕ, ο ΔΕΔΔΗΕ δεν είναι επί του παρόντος σε θέση να εφαρμόσει περιορισμούς εγχύσεων παρά μόνο χειροκίνητες ολικές αποζεύξεις μονάδων στο δίκτυο του. Ακόμη ωστόσο και μετά την εγκατάσταση τηλεχειριζόμενων διακοπτών στις επιλέξιμες σύμφωνα με τη νομοθεσία προς περικοπή μονάδες και που σύμφωνα με όσα γράφονται στον Τύπο θα έχουν εγκατασταθεί τα επόμενα 1.5-2 χρόνια, ο εξοπλισμός αυτός και πάλι δεν φαίνεται ικανός να επιτύχει περιορισμό εγχύσεων παρά μόνο ολικές αποζεύξεις των επιμέρους μονάδων.
Όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς και έχουμε σε μελέτη μας από Φεβρουάριο του 2022 για τα φωτοβολταϊκά ποσοτικά αναδείξει, οι αποζεύξεις προκαλούν πολλαπλάσια απώλεια παραγωγής ανά μονάδα χρόνου σε σχέση με τους περιορισμούς (set point) που είναι σε θέση και ήδη εφαρμόζει ο ΑΔΜΗΕ, ο οποίος και διαθέτει τηλε-έλεγχο των μονάδων που συνδέονται στο δίκτυο του. Αναλυτικότερα:
i. Όπως φαίνεται από διάγραμμα της μελέτης μας παρακάτω, περιορισμός της ισχύος έγχυσης μιας Φ/Β μονάδας λ.χ. στο 60% της μέγιστης ισχύος της επιφέρει ετησίως απώλεια παραγωγής 11% (πορτοκαλί καμπύλη), ενώ αν εφαρμοστεί απόζευξη της κάθε φορά που η φόρτιση της φθάνει στο ίδιο ποσοστό 60%, η ετήσια απώλεια παραγωγής εκτοξεύεται στο 55% (μπλε καμπύλη).
ii. Υπό το φως αυτό οι εντολές περιορισμού ισχύος που θα διαβιβάζει ο ΑΔΜΗΕ στον ΔΕΔΔΗΕ σύμφωνα με το υπό διαβούλευση κείμενο και που θα μετατρέπονται από τον δεύτερο εν τοις πράγμασι σε αποζεύξεις των επιλέξιμων προς περικοπή μονάδων του δικτύου του, οφείλουν να είναι ποσοτικά και σε χρονική διάρκεια κατάλληλα μικρότερες, ούτως ώστε οι καταγραφόμενες εν τέλει απώλειες παραγωγής στα επιλέξιμα προς περιορισμό έργα ΑΠΕ στο δίκτυο του να είναι σύμμετρες των μεγάλων έργων που διαχειρίζεται στο σύστημα ο ΑΔΜΗΕ. Άλλως οι μονάδες ΑΠΕ του δικτύου θα εξοντωθούν προς όφελος των μονάδων του συστήματος.
3) Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία 943/2019 ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς οφείλει να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα σχετικά με το δίκτυο και την αγορά προκειμένου να ελαχιστοποιούνται οι περικοπές ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ, στοιχείο που ωστόσο δεν φαίνεται πως συνάδει με την μονοδιάστατη πολιτική του ΑΔΜΗΕ να εκδίδει όρους σύνδεσης συνολικά πολλαπλάσιες από την ενεργό ζήτηση ισχύος, την στιγμή μάλιστα που το άρθρο 5, παρ. 20 του ν. 4951/2022 του προσφέρει την δυνατότητα αναστολής νέων αιτήσεων.
Εν συντομία, για ζήτηση ηλεκτρικής ισχύος στον πραγματικό χρόνο που δεν υπερβαίνει τα 6 – 9 GW στην ηπειρωτική χώρα και τα διασυνδεδεμένα με αυτή νησιά, η παραγωγική δυναμικότητα των εν λειτουργία έργων ΑΠΕ βρίσκεται στα ~11 GW, των μεγάλων υδροηλεκτρικών σταθμών στα επιπλέον ~3.5 GW, των οριστικών προσφορών σύνδεσης που έχουν επιπλέον εκδοθεί στα ~14 GW (ώριμα προς άμεση υλοποίηση έργα) και τέλος όσων GW προσφορών σύνδεσης αναμένεται ακόμη να εκδοθούν από τον ΑΔΜΗΕ δυνάμει της ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/7063/374 -που από προτεραιότητα στην έκδοση επιπλέον ~15 GW εφόσον υφίσταται ηλεκτρικός χώρος μετατράπηκε ατύπως σε βεβαιότητα έκδοσης τους, οδηγούν την προσφορά ισχύος σε μεγέθη άνω των 35GW.
Το μέγεθος αυτό είναι κατά πολύ μεγαλύτερο και πολύ νωρίτερα από τον στόχο του υπό αναθεώρηση ΕΣΕΚ για το 2030 περί 28 GW ΑΠΕ και μάλιστα με μηδαμινές επί του παρόντος υποδομές αποθήκευσης, αφού το 2026 αναμένεται να έχουμε εν λειτουργία μόλις 1.4 GW αντλησιοταμιευτικών σταθμών και ακόμα 1 GW συσσωρευτών με βάση τους εξαγγελθέντες σήμερα διαγωνισμούς. Στα ανωτέρω οφείλουν να προστεθούν και τα επιπλέον 2 GW του οικιακού προγράμματος Φ/Β στέγης, που αν και δεν είναι ευθύνη του ΑΔΜΗΕ, εντούτοις προσθέτουν παραγωγή στο δίκτυο ή κατοπτρικά αφαιρούν ζήτηση.