Την κατάσταση του ενεργειακού τομέα στην Ελλάδα αλλά και τις εκτιμήσεις του για την δυνατότητα ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών εξέφρασε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας και υποψήφιος βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ στα Χανιά, Γιώργος Σταθάκης, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο «Πρακτορείο FM».
Ο κ. Σταθάκης υποστήριξε ότι εναπόκειται στον ΣΥΡΙΖΑ να κινητοποιήσει έναν σημαντικό αριθμό ψηφοφόρων που δεν μετατοπίστηκαν προς τη ΝΔ ή άλλα κοινοβουλευτικά κόμματα, τονίζοντας ότι το δίλημμα των εθνικών εκλογών είναι διαφορετικό από αυτό των ευρωεκλογών. Σχολιάζοντας τις δηλώσεις του προέδρου της ΝΔ σχετικά με το ενδεχόμενο επαναληπτικών εκλογών τον Αύγουστο, ο υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ έκανε λόγο για αντιφατικότητα. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «για πρώτη φορά αισθάνομαι ότι υπάρχει ένας μικρός εκβιασμός απέναντι στους ψηφοφόρους, που μάλλον δεν προσθέτει στην ποιότητα του πολιτικού μας βίου».
Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας τόνισε ότι το πρόγραμμα της ΝΔ για σημαντικές φοροαπαλλαγές είναι εξόφθαλμα εξωπραγματικό, καθώς στηρίζεται στον μύθο περί 4% ανάπτυξης. Ο κ. Σταθάκης παρατήρησε ότι η ΝΔ έχει ήδη υπαναχωρήσει από τις προαναγγελίες της, αφού μιλά πλέον για σταδιακές φοροαπαλλαγές και όχι από το 2019. Συγκρίνοντας τα δύο προγράμματα, ανέφερε ότι οι πρόχειρες αποτιμήσεις των φοροελαφρύνσεων της ΝΔ είναι περίπου 4% του ΑΕΠ – ποσό επιπλέον του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% για το οποίο δεσμεύεται η χώρα τα επόμενα χρόνια. «Έχουμε έναν μύθο, σε αντίθεση με τη ρεαλιστικότητα που έχουν οι φοροελαφρύνσεις του ΣΥΡΙΖΑ, με 2,5% ανάπτυξη, οι οποίες είναι απόλυτα ενταγμένες στην τήρηση του πλεονάσματος 3,5% μέχρι το 2022», είπε χαρακτηριστικά.
Σχετικά με το ενδεχόμενο μετεκλογικών συνεργασιών, ο κ. Σταθάκης έκανε λόγο για «δεξιόστροφη μεροληψία του ΚΙΝΑΛ», η οποία είναι «άκρως προβληματική και σε πλήρη αντίθεση με τις τάσεις που υπάρχουν στον σοσιαλιστικό χώρο στις ευρωπαϊκές χώρες, όπου έχει ανακάμψει η σοσιαλδημοκρατία».
Αναφορικά με το ζήτημα της ΔΕΗ, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας υποστήριξε ότι η ΝΔ θέλει να αυξήσει ξανά τα τιμολόγια της ΔΕΗ κατά 30%-50%, όπως το είχε ξανακάνει, σημειώνοντας ότι από το 2010 στο 2014 η τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 60%, ενώ την περίοδο από το 2015 μέχρι σήμερα οι αυξήσεις ήταν μηδενικές. «Η πολιτική της ΝΔ είναι επιστροφή στο 2014, αυξήσεις στα τιμολόγια και ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ μέσα από την τριχοτόμηση», είπε χαρακτηριστικά. Συγκρίνοντας την ενεργειακή πολιτική των δύο κομμάτων, ο κ .Σταθάκης ανέφερε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πούλησε το 66% του ΑΔΜΗΕ, όπως προέβλεπε το πρόγραμμα της ΝΔ, αλλά έφερε στρατηγικό επενδυτή με ποσοστό 24% –την κινεζική State Grid, φτιάχνοντας μια εταιρεία-μοντέλο, η οποία διπλασίασε την αξία της από το 2015 έως σήμερα.
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ελλάδα και τις επενδύσεις από την ΔΕΗ στον τομέα αυτό, ο υπουργός επισήμανε: «Η Ελλάδα είναι η ένατη χώρα σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παγκοσμίως. Βγήκε η διεθνής έκθεση του Οργανισμού για την ενέργεια, είμαστε από τις πρώτες χώρες της Ευρώπης και ένατοι παγκοσμίως. Αυτό γίνεται γιατί το 29% της ενέργειας που παράγεται σήμερα στην Ελλάδα, μαζί με τα υδροηλεκτρικά, αιολικά και φωτοβολταϊκά -σχεδόν το 1/3 της ενέργειας- είναι από ανανεώσιμες πηγές, άρα η Ελλάδα έχει κάνει τεράστια βήματα στον τομέα αυτό. Το στρατηγικό μειονέκτημα της ΔΕΗ είναι ότι έχει τα υδροηλεκτρικά, τα οποία είναι σημαντικά και καθοριστικά -σχεδόν το 10% της ενέργειας της χώρας- αλλά δεν μπήκε στα αιολικά και φωτοβολταϊκά, που αποτελεί και βασική στρατηγική της για τα αμέσως επόμενα χρόνια, όπου η ΔΕΗ έχει ένα μεγάλο πρόγραμμα επενδύσεων σε ΑΠΕ».
Για τους υδρογονάνθρακες δυτικά της Κρήτης και την υπογραφή της σχετικής σύμβασης παραχώρησης δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης ανάμεσα στο ελληνικό Δημόσιο και την κοινοπραξία των εταιρειών Total, ExxonMobil και ΕΛΠΕ, ο κ. Σταθάκης ανακοίνωσε ότι η υπογραφή του πρώτου οικοπέδου θα πραγματοποιηθεί αύριο, υποστηρίζοντας ότι και για τα δύο οικόπεδα της Κρήτης υπάρχουν ενδείξεις για συνέχεια και συσχέτιση με τα οικόπεδα που έχουν ανακαλυφθεί από Αίγυπτο, Κύπρο και Ισραήλ.
«Εμείς κρατάμε γενικώς χαμηλούς τόνους, δεν υπερθεματίζουμε κάτι, ούτε προαναγγέλλουμε πράγματα, περιμένουμε, θα ξεκινήσουν οι έρευνες, είναι δύο χρόνια το ερευνητικό στάδιο και τότε θα έχουμε τα σίγουρα αποτελέσματα για τα οικόπεδα αυτά».