Εν αναμονή απόφασης της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και υπό τη …δαμόκλεια σπάθη των Βρυξελλών βρίσκεται η ΔΕΗ, καθότι η ανάκτηση κόστους που ζητά για τη λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η Διοίκηση της επιχείρησης έχει συμφωνήσει με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) για την αναγκαιότητα λειτουργίας ενός μηχανισμού προκειμένου να …ισορροπήσει με την ετήσια
«χασούρα» των περίπου 300 εκατ. ευρώαπό τους λιγνίτες. Ωστόσο, δεν αρκεί μόνο η γνώμη της ΡΑΕ. Ένας τέτοιος μηχανισμός θα πρέπει να περάσει και από την έγκριση της Κομισιόν, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος θα θεωρηθεί ότι συνιστάκρατική ενίσχυση. Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ κ.Γιώργος Στάσσης, μιλώντας την περασμένη εβδομάδα, από τη Δυτική Μακεδονία, όπου περιόδευσε, είχε επισημάνει ότι παρότι η επιχείρηση χάνει πολλά εκατ. ευρώ από τη λειτουργία των μονάδων δεν μπορεί να τις κλείσει σήμερα διότι πρέπει πρώτα να λυθούν όλα τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τους εργαζομένους, τις τηλεθερμάνσεις και την ευστάθεια του συστήματος ηλεκτρισμού.
«Κανονικά για καθαρά χρηματοοικονομικούς λόγους θα έπρεπε να κλείσουμε άμεσα όλες τις μονάδες. Τις κρατάμε μέχρι το 2023, με κόστος, για να μην καταρρεύσει το σύστημα ηλεκτρισμού. Διεκδικούμε, όμως, και είμαστε σε διάλογο με τους θεσμούς και το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κάποιου είδους μηχανισμό επανάκτησης του κόστους, χωρίς να βγάζουμε κέρδος, για να στηρίξουμε το σύστημα», ανέφερε ο κ. Στάσσης.Και πρόσθεσε:«Πολύ σύντομα θα οριοθετηθεί αυτός ο μηχανισμός. Αν χρειαστεί να παραταθούν ο μηχανισμός αυτός και η λειτουργία λιγνιτικών μονάδων, θα εξαρτηθεί από τη γενικότερη πολιτική των Βρυξελλών σε θέματα στήριξης και αμοιβής νέων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής που πρόκειται να κατασκευαστούν. Θα το δούμε στα επόμενα τέσσερα χρόνια».
Ωστόσο, αποτελεί ζητούμενο από πιο ταμείο θα εκταμιευθούν τα συγκεκριμένα κονδύλια που ζητά η ΔΕΗ, τα οποία εκτιμώνται περί τα 200 εκατ. ευρώ ετησίως. Η περίπτωση επιβάρυνσης του κρατικού προϋπολογισμού ή των πολιτών, μέσω των τιμολογίων ρεύματος, δεν αποτελούν εύκολες επιλογές για την κυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση, η διατήρηση των μονάδων είχε κοστίσει στη ΔΕΗ 200 εκατ. το 2018, 300 εκατ. το 2019 και για το 2020 οι ζημίες μπορεί να ανέβουν ακόμη περισσότερο. Αν μάλιστα, για την ευστάθεια του συστήματος απαιτηθεί διατήρηση των μονάδων και πέραν του έτους 2023 το οποίο ορίζει ο κυβερνητικός σχεδιασμός για ταχεία απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού μείγματος, τότε η οριοθέτηση και διατήρηση ενός μηχανισμού επανάκτησης κόστους και μετά την τετραετία θεωρείται απαραίτητη για τη ΔΕΗ.
Όσο γιατί πρέπει να τρέξει στην Ελλάδα ταχύτερα από άλλες βορειο-ευρωπαϊκές χώρες το σβήσιμο του λιγνίτη, ο κ. Στάσσης έχει δώσει την απάντησή του. Η ποιότητα του άνθρακα και του λιθάνθρακα που παράγουν στη Βόρεια Ευρώπη είναι πολύ ανώτερη από τον ελληνικό λιγνίτη. Η θερμογόνος δύναμη του άνθρακα είναι 6.000 kcal και του λιθάνθρακα 2.500 kcal, όταν του λιγνίτη είναι 1.200 kcal. Αποτέλεσμα, το τελικό κόστος για εκείνους είναι περίπου 40-50 €/MWh, ενώ για την Ελλάδα 70-100 €/MWh.
Της Μάχης Τράτσα