Η Ρωσία εισέπραξε περισσότερα χρήματα κατά τις εβδομάδες που ακολούθησαν το ανώτατο όριο τιμών πετρελαίου που τέθηκε σε εφαρμογή στις 5 Δεκεμβρίου του περασμένου έτους, δείχνουν οι υπολογισμοί των ακαδημαϊκών του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών, του Πανεπιστημίου Κολούμπια και του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια.
Οι υπολογισμοί δείχνουν ότι η Ρωσία πούλησε το αργό πετρέλαιό της για περίπου 74 δολάρια ανά βαρέλι κατά μέσο όρο, σύμφωνα με το έγγραφο «Αξιολογώντας τον αντίκτυπο των διεθνών κυρώσεων στις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου» που δημοσιεύθηκε στο Social Science Research Network.
Το έγγραφο μελέτησε δύο πράγματα: τις επιπτώσεις του εμπάργκο της ΕΕ και του ανώτατου ορίου τιμών της G7 στο ρωσικό θαλάσσιο αργό πετρέλαιο.
«Διαπιστώνουμε ότι η Ρωσία ήταν σε θέση να ανακατευθύνει τις εξαγωγές αργού πετρελαίου από την Ευρώπη σε εναλλακτικές αγορές όπως η Ινδία, η Κίνα και η Τουρκία, αλλά ότι τα έσοδα από τις εξαγωγές περιορίστηκαν σημαντικά από τις σημαντικές εκπτώσεις που έπρεπε να δεχθούν οι Ρώσοι εξαγωγείς σε τμήματα της αγοράς όπου το επικείμενο εμπάργκο της ΕΕ μείωσε τη ζήτηση».
«Ωστόσο», συνεχίζει η έκθεση, «δεν βρίσκουμε εκπτώσεις στο αργό πετρέλαιο τόσο μεγάλες όσο αυτές που αντανακλώνται στις τιμές των Urals προς το τέλος του 2022.
Ειδικότερα, οι τιμές σε τμήματα της αγοράς που δεν επηρεάζονται από τη χαμηλότερη ευρωπαϊκή ζήτηση, π.χ. οι εξαγωγές από τα λιμάνια της Ρωσίας στον Ειρηνικό Ωκεανό, δεν έχουν μειωθεί με ουσιαστικό τρόπο και οι αποστολές δεν φαίνεται να συμμορφώνονται με το ανώτατο όριο τιμών».
«Επιπλέον, η εκπληκτική διαπίστωσή μας ότι ένα σημαντικό ποσοστό του ρωσικού αργού πετρελαίου πωλείται πολύ πάνω από το επίπεδο του ανώτατου ορίου τιμών των 60 δολαρίων το βαρέλι, απαιτεί επειγόντως περαιτέρω διερεύνηση αυτών των συναλλαγών και ενισχύει την ανάγκη για ενισχυμένη επιβολή της νομοθεσίας», ανέφεραν οι συντάκτες και συνέστησαν ότι «τα ανώτατα όρια τιμών στο αργό πετρέλαιο θα πρέπει να μειωθούν το συντομότερο δυνατό».
Η ανάλυση κάλυψε τις τέσσερις εβδομάδες μετά την εφαρμογή του ανώτατου ορίου τιμών.