Γιατί χρειαζόμαστε τη θαλάσσια χωροταξία;
Η σημασία της χωροταξίας στη θάλασσα είναι κεφαλαιώδης, καθώς πρόκειται για μια διαδικασία ανάλυσης και κατανομής των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στον χώρο και στον χρόνο με πολλαπλά οφέλη, τόσο σε περιβαλλοντικό, όσο και σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Σε ό,τι αφορά τα περιβαλλοντικά ζητήματα, ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός (ΘΧΣ) ανταποκρίνεται στην ανάγκη προστασίας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων από απειλές, όπως η υπεραλίευση ή η ρύπανση, αλλά και στις επείγουσες προτεραιότητες που θέτει η κλιματική κρίση για άμεση λήψη των κατάλληλων μέτρων.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τόσο τη σημασία όσο και τον επείγοντα χαρακτήρα του ΘΧΣ αντανακλούν οι προβλέψεις της σχετικής οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2014/89/ΕΕ), σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη θα έπρεπε να έχουν θεσπίσει χωροταξικά σχέδια έως τον Μάρτιο του 2021. Μάλιστα, τα σχέδια αυτά θα πρέπει να υιοθετούν μια οικοσυστημική προσέγγιση, δηλαδή να ρυθμίζουν τις ανθρώπινες δραστηριότητες στη θάλασσα αναγνωρίζοντας ότι οι φυσικοί πόροι του θαλάσσιου χώρου δεν είναι ανεξάντλητοι. Με άλλα λόγια, η θαλάσσια χωροταξία είναι ένα από τα σημαντικά εργαλεία που διαθέτουμε για να θωρακίσουμε την πλούσια βιοποικιλότητα των θαλασσών μας, διασφαλίζοντας τις πολύτιμες οικοσυστημικές υπηρεσίες των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και, κατά συνέπεια, την ανάπτυξη μιας πραγματικά βιώσιμης μπλε οικονομίας. Ωστόσο, η εφαρμογή του χωροταξικού σχεδιασμού στις θάλασσες της Μεσογείου χαρακτηρίζεται από σοβαρές αδυναμίες.
Τα ανησυχητικά πορίσματα της έκθεσης
Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του WWF «Θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός στη Μεσόγειο: Αξιολογώντας την ισορροπία ανάμεσα σε φύση και άνθρωπο στις ευρωπαϊκές θάλασσες», τα εθνικά θαλάσσια σχέδια εμφανίζουν σημαντικά κενά, τόσο στο επίπεδο κάθε χώρας, όσο σε διασυνοριακό επίπεδο. Ειδικότερα, δεν λαμβάνουν κατάλληλα υπόψη την κλιματική αλλαγή και δεν συνδράμουν αποτελεσματικά στην επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την προστασία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας.
Για τη σύνταξη της έκθεσης, το WWF συνέλεξε δεδομένα για τη Γαλλία, τη Μάλτα, τη Σλοβενία και την Ισπανία από τα εθνικά εγκεκριμένα θαλάσσια χωροταξικά σχέδια που είναι διαθέσιμα στην πλατφόρμα του ΘΧΣ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σε επίσημους κρατικούς ιστοτόπους. Η αξιολόγηση βασίστηκε σε ένα σύνολο 33 ποσοτικών δεικτών, οι οποίοι ουσιαστικά αντανακλούν τις απαιτήσεις της οδηγίας για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό (π.χ. ανάλυση του παράκτιου χώρου και των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα σε ξηρά και θάλασσα, πρόβλεψη περιοχών για αποκατάσταση της φύσης, εφαρμογή της αρχής της πρόληψης στην περίπτωση ανεπάρκειας επιστημονικών δεδομένων). Ένα εθνικό θαλάσσιο χωροταξικό σχέδιο θεωρείται ότι επιτυγχάνει αποτελεσματικά την οικοσυστημική προσέγγιση του ΘΧΣ εάν ανταποκρίνεται σε όλους τους δείκτες (και επομένως λαμβάνει βαθμολογία 100%).
Η Ελλάδα δεν αποτέλεσε αντικείμενο της ουσιαστικής αυτής αξιολόγησης, καθώς δεν έχει μέχρι σήμερα θεσπίσει σχέδια για τον θαλάσσιο χώρο της. Η ίδια αδυναμία ισχύει επίσης στην περίπτωση της Κροατίας, της Κύπρου και της Ιταλίας. Για τις τέσσερις αυτές χώρες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει, καθώς έχει παρέλθει άπρακτη η κομβική προθεσμία περί θέσπισης σχεδίων που θέτει η οδηγία για τον ΘΧΣ (Μάρτιος 2021).
Από τα κράτη μέλη της ΕΕ που το WWF μπόρεσε να αξιολογήσει, ακόμα και η χώρα με τις καλύτερες επιδόσεις στην αξιολόγηση, η Σλοβενία, κατάφερε να επιδείξει μόνο ένα μερικώς επιτυχημένο επίτευγμα (56%), καθώς εφαρμόζει μια οικοσυστημική προσέγγιση στη διαχείριση των υδάτων της. Εάν στην αξιολόγηση είχαν συμπεριληφθεί τα ημιτελή σχέδια σε τέσσερις από τις οκτώ χώρες υπό αξιολόγηση λαμβάνοντας βαθμολογία 0% εξαιτίας της μη εφαρμογής τους, ο μεσογειακός μέσος όρος για την οικοσυστημική προσέγγιση του ΘΧΣ θα σημείωνε σφοδρή πτώση (από 45% σε 22%).
Η έκθεση δείχνει επίσης σημαντικές αδυναμίες ως προς το κομβικό ζήτημα της ενεργειακής μετάβασης, καθώς κανένα κράτος μέλος της Μεσογείου δεν κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση για αύξηση του συνολικού μεριδίου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) στο 40% έως το 2030, ορόσημο το οποίο αποτελεί στόχο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Κατά συνέπεια, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες προκειμένου να καθοριστούν περιοχές για τη χωροθέτηση υπεράκτιων εγκαταστάσεων ΑΠΕ σε εναρμόνιση με τα πρότυπα και τη νομοθεσία της ΕΕ, αλλά και σε ισορροπία με την ανάπτυξη ΑΠΕ στον χερσαίο χώρο. Μάλιστα, πολλές χώρες, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Κύπρος, εξακολουθούν να καθορίζουν περιοχές για την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων, ενώ ταυτόχρονα δεν προωθούν δεόντως τον καθορισμό «περιοχών προτεραιότητας» για την ανάπτυξη υπεράκτιων ΑΠΕ.
Επιπλέον, κανένα εθνικό σχέδιο δεν έχει αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις χωρικές και χρονικές αβεβαιότητες που επιφέρει η κλιματική αλλαγή, παρά την ευπάθεια της περιοχής στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας και την αύξηση της θερμοκρασίας. Η συνεχιζόμενη απουσία του ΘΧΣ με βάση την οικοσυστημική προσέγγιση θα καταστήσει ολοένα και πιο δύσκολο για την ΕΕ και τους γείτονές της να ξεπεράσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, οι οποίες όχι μόνο μειώνουν την παραγωγικότητα της αλιείας στην περιοχή, αλλά και αλλάζουν μόνιμα την ακτογραμμή λόγω της διάβρωσης και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας.
Στα θετικά της αξιολόγησης, δύο χώρες με εθνικά ύδατα σε περισσότερες από μία περιφερειακές θάλασσες, η Γαλλία και η Ισπανία, σημείωσαν την υψηλότερη βαθμολογία στη Μεσόγειο από ό,τι σημειώθηκε σεάλλες ευρωπαϊκές θαλάσσιες περιοχές, υπογραμμίζοντας την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική σημασία αυτής της περιοχής για τις μεγαλύτερες γαλάζιες οικονομίες της ΕΕ. Επιπλέον, και οι δύο χώρες διαθέτουν συγκεκριμένες στρατηγικές για να συνδράμουν στην επίτευξη του στόχου της ενωσιακής στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα σχετικά με την προστασία τουλάχιστον του 30% των θαλάσσιων και παράκτιων περιοχών, επιπλέον των μέτρων μετριασμού που αποκαθιστούν τα γαλάζια οικοσυστήματα αποθήκευσης άνθρακα, όπως τα λιβάδια Ποσειδωνίας. Ωστόσο, εκτός από τη Σλοβενία και τη Μάλτα, όλα τα κράτη μέλη στην Κεντρική και Ανατολική Μεσόγειο παραμένουν χωρίς θαλάσσια χωροταξικά σχέδια, παρά τη μεγάλη εξάρτησή τους από τον τουρισμό.
Μια κατηγορία της αξιολόγησης όπου η Μεσόγειος σημείωσε ιδιαίτερα κακή βαθμολογία (μέσος όρος 12,5%) ήταν η διασυνοριακή συνεργασία για ορθό σχεδιασμό, παρακολούθηση και εφαρμογή της οδηγίας. Χωρίς τη συνεργασία αυτής της μορφής, οποιαδήποτε εθνική προσπάθεια για την επίτευξη της καλής περιβαλλοντικής κατάστασης της Μεσογείου θα είναι τελικά ανεπιτυχής. Η καλή συνεργασία είναι ιδιαίτερα σημαντική προκειμένου να διασφαλιστεί ότιδιάδρομοι μετανάστευσης των θαλάσσιων θηλαστικών, που επί του παρόντοςέχουν ληφθεί υπόψη στο RepowerEU, θα προβλεφθούν αποτελεσματικά τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο.
Επιπλέον, η συνολική έλλειψη συμμετοχής του κοινού στη διαδικασία σχεδιασμού είναι ένα τεράστιο έλλειμμα για τη Μεσόγειο, καθώς η οικονομία της βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε επιχειρήσεις μικρής κλίμακας σε κλάδους όπως ο τουρισμός και η αλιεία. Το αποτέλεσμα είναι ότι κανένα κράτος μέλος δεν κατάφερε να λάβει υπόψη όλους τους κλάδους και τους ενδιαφερόμενους στα εθνικά του σχέδια, παραγνωρίζοντας σημαντικές κοινωνικές ομάδες όπως οι αλιείς μικρής κλίμακας, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 82% του μεσογειακού στόλου της ΕΕ.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, η έκθεση αναφέρει τα σοβαρά προβλήματα στη θέσπιση και εφαρμογή του ΘΧΣ τα οποία,όπως είχε πρόσφατα επισημάνει το WWF Ελλάςμε σημείωμά του προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αφορούν τόσο στην αποτελεσματική διαμόρφωση της εθνικής μας πολιτικής όσο και στη μηδενική σχεδόν πρόοδο που σημειώνεται στα ζητήματα εφαρμογής. Δυστυχώς πρόκειται για μια κατ’ εξακολούθηση παραγνώριση, η οποία ωστόσο αποκτά έναν κρίσιμο χαρακτήρα κατά την τρέχουσα συγκυρία, καθώς οι πιέσεις στις ελληνικές θάλασσες ολοένα και εντείνονται με την εφαρμογή αποσπασματικών πολιτικών και τη χωροθέτηση νέων έργων χωρίς την ολοκληρωμένη, οικοσυστημική προσέγγιση που επιβάλλει η οδηγία για τον ΘΧΣ.
Η έλλειψη πολιτικής βούλησης για τη διασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος για τις ελληνικές θάλασσες μέσω του ΘΧΣ είναι πλέον κραυγαλέα. Εννέα χρόνια έπειτα από τη θέση σε ισχύ της οδηγίας και δύο χρόνια μετά την έλευση της προθεσμίας για θεσμοθέτηση του σχεδιασμού -και μάλιστα παρά την πρόοδο που σημειώνεται σε επιστημονικό και ερευνητικό επίπεδο- δεν έχει καν ξεκινήσει η διαδικασία σύνταξης των θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων. Το ΥΠΕΝ φαίνεται να διατηρεί την αδράνειά του ακόμα και μετά την εκκίνηση, εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της διαδικασίας επί παραβάσει αποστέλλοντας προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα (Δεκέμβριος 2021), γι’ αυτό και η Επιτροπή επανήλθε με το επόμενο στάδιο της διαδικασίας για να ελέγξει τη συμμόρφωση της χώρας (αποστολή αιτιολογημένης γνώμης - Απρίλιος 2023).
Όμως ακόμα και η θεσμοθέτηση της εθνικής στρατηγικής για τον θαλάσσιο χώρο, ενός κομβικού εργαλείου που προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία και του οποίου την τελική μορφή είχε ανακοινώσει το αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, εξακολουθεί να εκκρεμεί αδικαιολόγητα. Είναι σαφές ότι δεν υπάρχει περαιτέρω περιθώριο για αδράνεια. Όπως επισημαίνεται στην έκθεση του WWF, το ΥΠΕΝ καλείται να θεσμοθετήσει την εθνική στρατηγική, να αξιοποιήσει αποτελεσματικά τις υφιστάμενες επιστημονικές γνώσεις, να διασφαλίσει τη συμμετοχή των εμπλεκομένων και να εκκινήσει άμεσα την εκπόνηση των θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων.