Μπορεί το master plan για την απολιγνιτοποίηση, ήτοι το σχέδιο δίκαιης αναπτυξιακής μετάβασης των περιοχών όπου φιλοξενούν λιγνιτικά εργοστάσια ρεύματος να παρουσιάστηκε πριν από τέσσερα χρόνια και να περιλάμβανε αναλυτικά το νομικό πλαίσιο καθώς και κίνητρα για την προσέλκυση επενδύσεων 3,6 δισ. ευρώ, ωστόσο η υλοποίηση του master plan κυριολεκτικά ασθμαίνει.
Η μη τήρηση του χρονοδιαγράμματος τροποποίησης των Αποφάσεων έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), οι οποίες έπρεπε να εκδοθούν μέχρι 31.12.2022 είναι το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα. Τα εμπόδια και χρονοκαθυστερήσεις έρχονται να προστεθούν σε σειρά προβλημάτων που έχουν εντοπίσει φορείς εκπροσώπησης επιχειρήσεων αλλά και οι ίδιοι οι επιχειρηματίες στην προσέλκυση επενδύσεων. Μεταξύ άλλων πρόκειται για πολεοδομικές διατάξεις, πολυνομία, ενεργειακό κόστος, απουσία εθνικής βιομηχανικής στρατηγικής, αδειοδοτήσεις κ.λπ.
Στη βάση αυτή πολλοί επιχειρηματίες προβληματίζονται ως προς τη δυνατότητα υλοποίησης επενδύσεων στις λιγνιτικές περιοχές, καθώς απαιτείται μεγάλος χρόνος για την αποκατάσταση των εδαφών που ανήκαν στη ΔΕΗ, ενώ η όλη διαδικασία δεν διέπεται και από «νομική ασφάλεια».
Θεωρητικά οι πόροι για την απολιγνιτοποίηση και το σχέδιο δίκαιης αναπτυξιακής μετάβασης είναι εξασφαλισμένοι. Η κυβέρνηση έχει εξασφαλίσει επίσης και πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης για την αποκατάσταση των εδαφών, ενώ έχει κλειδώσει και το επιχειρησιακό πρόγραμμα Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση ύψους 1,6 δισ. ευρώ. Προ έτους δε προκηρύχθηκε και το ειδικό καθεστώς του Αναπτυξιακού Νόμου με ενισχύσεις που φτάνουν έως και 100% για επενδύσεις στις περιοχές της Δ. Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, που περιλαμβάνει κίνητρα ύψους 380 εκατ. ευρώ.
Τέλος, σε εξέλιξη είναι και προγράμματα επιδότησης επανακατάρτισης εργαζομένων στις λιγνιτικές περιοχές, ενώ προ ημερών προκηρύχθηκαν δύο προγράμματα συνολικού ύψους 50 εκατ. ευρώ για τη χρηματοδότηση κατά 70% επενδυτικών σχεδίων νέων και υφιστάμενων μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.