Η Επιτροπή ενέκρινε χθες τις εκθέσεις της για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης το 2021, στις οποίες καταγράφεται η πρόοδος που σημειώνει η ΕΕ στο πλαίσιο της μετάβασής της σε καθαρές μορφές ενέργειας, σχεδόν δύο χρόνια μετά την έναρξη της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Αν και σημειώνονται διάφορες ενθαρρυντικές τάσεις, θα απαιτηθούν εντατικότερες προσπάθειες προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της μείωσης των καθαρών εκπομπών κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 και της επίτευξης κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050. Τα δεδομένα θα πρέπει να αναλυθούν προσεκτικά κατά το επόμενο έτος έτσι ώστε να εντοπιστούν πιο μακροπρόθεσμες τάσεις μετά την πανδημία COVID-19.
Στην έκθεση διαπιστώνεται ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ξεπέρασαν για πρώτη φορά τα ορυκτά καύσιμα ως κύρια πηγή ενέργειας της ΕΕ το 2020, παράγοντας το 38 % της ηλεκτρικής ενέργειας σε σύγκριση με το 37 % από ορυκτά καύσιμα. Εννέα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν ήδη καταργήσει τη χρήση άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας, 13 έχουν ορίσει ημερομηνία κατάργησης και τέσσερα εξετάζουν πιθανά χρονοδιαγράμματα. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ των 27 μειώθηκαν το 2020 κατά σχεδόν 10 % σε σύγκριση με το 2019. Πρόκειται για μια πρωτοφανή πτώση ως απόρροια της πανδημίας COVID-19, η οποία οδήγησε σε μείωση του συνόλου των εκπομπών κατά 31 % σε σύγκριση με το 1990.
Το 2020, η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας μειώθηκε κατά 1,9 % και η τελική κατανάλωση ενέργειας κατά 0,6 %. Ωστόσο, τα επίπεδα των δύο αυτών μειώσεων δεν επαρκούν για την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει η ΕΕ για το 2020 και το 2030. Οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση του ζητήματος σε επίπεδο κρατών μελών και ΕΕ θα πρέπει να συνεχιστούν. Οι επιδοτήσεις των ορυκτών καυσίμων υποχώρησαν ελαφρά το 2020 λόγω της συνολικά μειωμένης κατανάλωσης ενέργειας. Τόσο οι επιδοτήσεις για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όσο και οι επιδοτήσεις στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης αυξήθηκαν κατά το ίδιο έτος.
Η φετινή έκθεση δημοσιεύεται εν μέσω μίας περιόδου απότομης αύξησης των τιμών ενέργειας στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο, η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις αυξημένες τιμές του φυσικού αερίου. Παρότι η κατάσταση αυτή αναμένεται να είναι προσωρινή, αναδεικνύει την εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγωγές ενέργειας, η οποία έχει αυξηθεί στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών, καθώς και τη σημασία της μετάβασης σε καθαρές μορφές ενέργειας ώστε να αυξηθεί η ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, η ενεργειακή φτώχεια πλήττει έως και 31 εκατ. άτομα στην ΕΕ, συνεπώς το ζήτημα αυτό θα παραμείνει στο επίκεντρο της προσοχής μας εν όψει των οικονομικών προκλήσεων της πανδημίας COVID-19 και του τρέχοντος επιπέδου των τιμών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Επιτροπή, στην πρόσφατη ανακοίνωσή της για τις τιμές της ενέργειας, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία των ευάλωτων καταναλωτών.
Η έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης αναλύει τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικές για την ενέργεια και το κλίμα επηρεάστηκαν από την πανδημία COVID-19 την περσινή χρονιά και παρουσιάζει την ουσιαστική πρόοδο που σημειώθηκε σε νομοθετικό επίπεδο ως προς την απανθρακοποίηση. Αναφέρονται επίσης οι προσπάθειες που καταβάλλονται σε πολιτικό επίπεδο για να διασφαλιστεί ότι οι κλιματικοί και ενεργειακοί μας στόχοι θα ενσωματωθούν περισσότερο από ποτέ στα προγράμματα ανάκαμψής μας από την πανδημία COVID-19.