Σήμερα τα συστήματα αυτοκατανάλωσης στην Ελλάδα με βάση τα στοιχεία του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών είναι σχεδόν 0,5 GW, δηλαδή περίπου 2% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος ηλεκτρικής ενέργειας. Σχεδόν 12.000 νοικοκυριά είναι με net -metering όταν στην Ολλανδία, πάνω από 2,6 εκατ. νοικοκυριά έχουν εγκαταστήσει φωτοβολταϊκά για αυτοκατανάλωση (45% της ετήσιας εγκατεστημένης ισχύος, με τα εμπορικά συστήματα επί στεγών να καλύπτουν ένα 30% επιπλέον).
Με το τέλος του προγράμματος «φωτοβολταϊκά στη στέγη» λίγες ημέρες πριν, οι οικιακοί καταναλωτές που εντάχθηκαν – κατατέθηκαν 15.945 αιτήσεις- είναι και οι τελευταίοι που κλείδωσαν την ένταξή τους στο καθεστώς net- metering, κατοχύρωσαν δηλαδή τη θέση τους στο ευνοϊκό καθεστώς τιμολόγησης της αυτοπαραγόμενης ενέργειας που δίνει το σύστημα έναντι του net billing, με το οποίο θα γίνεται πλέον η τιμολόγηση. Ένας τρόπος που κάνει την επένδυση περισσότερο ασύμφορη με τους χρόνους απόσβεσης να είναι μεγαλύτεροι από την τιμολόγηση στο καθεστώς net metering.
Οι διαφορές στα δύο συστήματα τιμολόγησης εστιάζονται στους χρόνους που παράγεται η ενέργεια και στον τρόπο αποζημίωσης. Όπως προκύπτει από πρόσφατη παρουσίαση του κ. Στέλιου Ψωμά, συμβούλου του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών οι διαφορές είναι ότι στο net-metering συμψηφίζονται κιλοβατώρες, ενώ στο net-billing συμψηφίζονται ουσιαστικά λογαριασμοί ρεύματος. Ο ενεργειακός συμψηφισμός στο net-metering αφορά το σύνολο της παραγόμενης από φωτοβολταϊκά ενέργειας, ενώ στο net-billing μόνο το ποσοστό της παραγόμενης ενέργειας που ιδιοκαταναλώνεται σε πραγματικό χρόνο.
Στο net-metering, η παραγόμενη ενέργεια που δεν ιδιοκαταναλώνεται σε πραγματικό χρόνο εγχέεται στο δίκτυο όπου “αποθηκεύεται” για διάστημα έως και τριών ετών. Μετά την τριετία γίνεται εκκαθάριση και τυχόν πλεόνασμα ενέργειας για τον καταναλωτή δεν αποζημιώνεται. Αντιθέτως, στο net-billing όλη η πλεονάζουσα ενέργεια εγχέεται στο δίκτυο και αποζημιώνεται με έναν από τους τρόπους που προβλέπει η νομοθεσία.
Οι χρόνοι απόσβεσης είναι μεγαλύτεροι, σύμφωνα με μελέτη που έχει κάνει ο σύμβουλος του Συνδέσμου. Ειδικότερα, με βάση τις εκτιμήσεις για τον χρόνο απόσβεσης της δαπάνης για συστήματα με net billing σε σύγκριση με το net metering προκύπτει ότι:
-Με μπαταρία και επιδότηση και με βάση την τιμή πώλησης της περίσσειας ηλεκτρικής ενέργειας, στο net billing , για ένα σύστημα ισχύος 6,5KWp ο χρόνος αποπληρωμής της επένδυσης στο net metering είναι 3,8 έτη, ενώ στο net billing ανεβαίνει στα 5,8 έτη. Ο υπολογισμός αυτός γίνεται με τιμή πώλησης ενέργειας στα 6,5 λεπτά.
-Εάν η τιμή πώλησης της περίσσειας ενέργειας ανεβεί στα 10 λεπτά/Kwh, τότε ο χρόνος απόσβεσης στο net metering παραμένει ό ίδιος, ενώ στο net billing κατεβαίνει στα 5,2 έτη.
-Χωρίς μπαταρία και χωρίς επιδότηση με βάση την τιμή πώλησης της περίσσειας ενέργειας στα 6,5 λεπτά/KWh οι χρόνοι απόσβεσης είναι 4,2 έτη στο net-metering και 6,8 χρόνια στο net-billing.
-Με την πώλησης της περίσσειας ενέργειας στα 10 λεπτά/KWh, ο χρόνος απόσβεσης στο net-metering παραμένει στα 4,2 έτη και στο net-billing μειώνεται στα 5,7 έτη.
-Εάν στο σύστημα υπάρχει μπαταρία τότε με τιμή στα 6,5 λεπτά/KWh, ο χρόνος αποπληρωμής της δαπάνης στο net metering είναι 5,8 έτη και στο net billing 7,4 έτη, ενώ με τιμή 10 λεπτά/KWh οι αντίστοιχοι χρόνοι είναι 5,2 και 6,6 έτη.
Αντίθετα για μια επιχείρηση και με μηδενική έγχυση οι χρόνοι αποπληρωμής δεν αυξάνονται σημαντικά με το καθεστώς net billing. Σύμφωνα με το παράδειγμα που αναφέρει ο κ. Ψωμάς, μια επιχείρηση η οποία εγκαθιστά φωτοβολταϊκό ισχύος 100 kWp στη Χαμηλή Τάση με ποσοστό ταυτοχρονισμού 56,5%. Με net-metering, το σύστημα αυτό αποπληρώνεται σε περίπου 3,1 έτη. Με net-billing (τιμή πώλησης περίσσειας 6,5 λεπτά/kWh), το σύστημα αυτό αποπληρώνεται σε περίπου 3,9 έτη.