Η συζήτηση για το υπέρογκα αυξημένο κόστος ρεύματος είναι καθημερινότητα εδώ και ένα χρόνο σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Και είναι γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία και οικονομία έχει επιβαρυνθεί υπέρογκα, και συγκριτικά με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο υπολογισμός των αυξήσεων στο ρεύμα μπορεί να γίνει εύκολα με βάση τα δημοσιευμένα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ (για τη μεσοσταθμική τιμή και την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας). Με τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι το τελευταίο 12μηνο, Ιούλιος 2021-Ιούνιος 2022, το μέγεθος της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ανήλθε σε περίπου 11,4 δισ. ευρώ, από 3,4 δις. ευρώ το προηγούμενο 12-μηνο.
Η αύξηση των 8 δισ. ευρώ πράγματι είναι μεγάλη, 235% σε ένα χρόνο! Αυτό το επιπλέον κόστος επωμίστηκε η ελληνική κοινωνία και οικονομία τους τελευταίους 12 μήνες.
Η έντονη δημόσια συζήτηση για το θέμα, πολιτική και επιστημονική, έχει καταλήξει ότι για αυτή την αύξηση ευθύνονται, πέρα από τις διεθνείς τιμές φυσικού αερίου και την ουκρανική κρίση, οι στρεβλώσεις της ελληνικής αγοράς ενέργειας αλλά και οι επιλογές της κυβέρνησης.
Το κυρίαρχο θέμα είναι τι θα μπορούσαμε να έχουμε αποφύγει και μειώσει, πόσα τελικά είναι τα υπεκέρδη των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και πόσες οι αχρείαστες χρεώσεις που συνδέονται και με τα φαύλο κύκλο των επιδοτήσεων, που είναι ουσιαστικά επιδοτήσεις της ακρίβειας.
Αυτό που είναι αυταπόδεικτο και δεδομένο είναι ότι, εδώ και 1 χρόνο οι τιμές ρεύματος δεν έχουν μειωθεί, αντιθέτως έχουν αυξηθεί, ενώ δεν έχει υπάρξει καμία φορολόγηση ή επιστροφή. Η δε επιλογή των επιδοτήσεων δεν κατάφερε να συγκρατήσει το κόστος ούτε για την αγορά ούτε για την πλειονότητα των νοικοκυριών.
Πόρισμα ΡΑΕ και υπολογισμός των πραγματικών υπερκερδών από το ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ
Η έκθεση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βασίστηκε στα επίσημα στοιχεία που περιλαμβάνει το πόρισμα της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας για την εκτίμηση της κερδοφορίας στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, με διαφοροποιήσεις τόσο σε σχέση με τη μέθοδο όσο και σε σχέση με το χρονικό διάστημα υπολογισμού.
Συγκεκριμένα, η έκθεση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βασίζεται στον υπολογισμό της διαφοράς μεταξύ των εσόδων των παραγωγών και του πραγματικού κόστους παραγωγής, συνυπολογίζοντας εύλογο περιθώριο κέρδους 5%. Αντίθετα, το πόρισμα της ΡΑΕ υπολογίζει τα υπερκέρδη με βάση τη διαφορά μικτού περιθωρίου κέρδους μεταξύ διαφορετικών περιόδων. Έτσι όμως η μέθοδος δεν υπολογίζει τελικά τα υπερκέρδη την περίοδο της κρίσης, αλλά συγκρίνει κέρδη περιόδων, εισάγοντας στον υπολογισμό στρεβλώσεις και λάθη. Επίσης δεν λαμβάνει υπόψη ότι σε περιόδους κρίσης τα κέρδη από οποιαδήποτε παραγωγική δραστηριότητα οφείλουν να κινούνται σε λογικά πλαίσια, ανεξάρτητα του τι έγινε πέρυσι, και ότι οι προσιτές τιμές στα βασικά αγαθά πρέπει να διασφαλίζονται για όλους, ανεξάρτητα από τα κέρδη των αγορών.
Όσον αφορά στο χρονικό διάστημα υπολογισμού, η έκθεση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ περιλαμβάνει και την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2021. Η επέκταση αυτή είναι απαραίτητη γιατί από τα στοιχεία της ΡΑΕ προκύπτει ότι ήδη από τον Ιούλιο του 2021 άρχισε να παρατηρείται αύξηση του μικτού περιθωρίου κέρδους στην προημερήσια αγορά, χωρίς όμως να παρατηρείται ανάλογη αύξηση του κόστους παραγωγής, όπου συμπεριλαμβάνεται και το κόστος προμήθειας φυσικού αερίου.
Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία από τη ΡΑΕ, η έκθεση του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 25.07.2022, υπολόγισε ότι για την περίοδο Ιούλιος 2021-Μάρτιος 2022 τα υπερκέρδη των ηλεκτροπαραγωγών ανήλθαν στο ποσό των 1,7 δισ. ευρώ. Τα υπερκέρδη αυτά αφορούν μονάδες φυσικού αερίου, λιγνίτη, υδροηλεκτρικά και χαρτοφυλάκια ΑΠΕ τα οποία συμμετέχουν ελεύθερα στην αγορά.
Με αναγωγή μεγεθών για το τελευταίο τρίμηνο (Απρίλιος-Ιούνιος 2022), ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατέληξε σε εκτίμηση υπερκερδών 2,2 δισ. ευρώ για το 12μηνο Ιούλιος 2021-Ιούνιος 2022, ζητώντας την ορθή τους φορολόγηση και την επιστροφή τους στους καταναλωτές.
Επιστροφή των υπερκερδών στους καταναλωτές
Παρά τις μεγαλόστομες εξαγγελίες του κ. Μητσοτάκη, τον Μάρτιο του 2022, κατόπιν της ασφυκτικής πίεσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ο υπολογισμός των υπερκερδών και η φορολόγησή τους ώστε να επιστραφούν στους καταναλωτές καθυστερεί σημαντικά.
Μέχρι στιγμής, οι δημοσιοποιημένοι υπολογισμοί από τη ΡΑΕ αφορούν μόνο το χρονικό διάστημα Οκτώβριος 2021-Μάρτιος 2022, εκτιμώντας 927 εκατ. ευρώ αυξημένης κερδοφορίας των καθετοποιημένων παραγωγών. Από το ποσό αυτό τα 730 εκατ. ευρώ αφορούν τη ΔΕΗ, η οποία αντί να επιτελεί το δημόσιο ρόλο της, πλέον, υπό την κυβέρνηση της ΝΔ, κερδοσκοπεί εις βάρος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Ο υπολογισμός των υπερκερδών οφείλει να επεκταθεί έως τον Ιούνιο του 2022 και βάσει του Ν. 4936/2022. Δυστυχώς με το Ν. 4936 η κυβέρνηση έχει φροντίσει να αφαιρέσει από το «φορολογητέο» ποσό όλες τις εκπτώσεις των ηλεκτροπαραγωγών που δραστηριοποιούνται και στη λιανική αγορά, συμπεριλαμβανομένης και της έκπτωσης συνέπειας, παρά το γεγονός ότι αυτό είναι ασύμβατο με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Αναμένεται λοιπόν το ποσό στο οποίο τελικά θα επιβληθεί έκτακτη εισφορά 90% να είναι σημαντικά απομειωμένο.
Δημοσιεύματα αναφέρουν ότι το ποσό θα ανέλθει στα 270 εκατ. ευρώ το οποίο συγκρινόμενο με το ποσό των 2,2 δις.. ευρώ αποδεικνύει εξοργιστικά ότι η κυβέρνηση ακόμα και μετά την αποκάλυψη των υπερκερδών βάζει πλάτη ακόμα μία φορά στο καρτέλ της ενέργειας. Το ίδιο φαίνεται και για τον Προσωρινό Μηχανισμό που τέθηκε σε ισχύ από τον Ιούλιο του 2022, για να «μαζεύει» στην πηγή τα υπερκέρδη που η κυβέρνηση δεν έβρισκε μέχρι τον Απρίλιο. Ο εν λόγω Προσωρινός Μηχανισμός φαίνεται ότι αφήνει επίσης σημαντικά περιθώρια κέρδους, άνω του 1 δισ. ευρώ στη διάρκεια του έτους, για τους ηλεκτροπαραγωγούς, ιδίως από τις υδροηλεκτρικές, τις λιγνιτικές και τις μονάδες φυσικού αερίου, θέμα για το οποίο θα επανέλθουμε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ζητά άμεσα από την κυβέρνηση να προχωρήσει με διαφάνεια στη φορολόγηση και την επιστροφή όλων των πραγματικών υπερκερδών στους καταναλωτές για όλο το χρονικό διάστημα στο οποίο παρατηρήθηκε αισχροκέρδεια στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς παραθυράκια και εκπτώσεις.
(O Σωκράτης Φάμελλος είναι Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας & Βουλευτής Β΄Θεσσαλονίκης ΣΥΡΙΖΑ –ΠΣ)