Εν προκειμένω αναφέρομαι στην πολιτική της για τα ναύλα στην ακτοπλοΐα, με την οποία πιστοποίησε ότι επιδιώκει να μην «σπάει αυγά» και να μη θίξει συμφέροντα, αλλά και να φανεί ότι ενδιαφέρεται για τους πολίτες.
Μετά την γενική κατακραυγή που έχουν προκαλέσει οι υπέρογκες αυξήσεις στα εισιτήρια της ακτοπλοΐας τα τελευταία χρόνια που συνεχίστηκαν και φέτος - παρά το γεγονός ότι οι τιμές των καυσίμων έχουν παρουσιάσει θεαματική αποκλιμάκωση – η κυβέρνηση κάλεσε πριν από μερικές ημέρες στο Μαξίμου σε διάλογο τους ακτοπλόους δήθεν για να τους κάνεις συστάσεις να ρίξουν τι τιμές.
Την τακτική αυτή του καλώ παράγοντες της αγοράς δήθεν για να τους κάνω συστάσεις να μην αισχροκερδούν σε βάρος των πολιτών την έχει πάρει σχοινί κορδόνι η κυβέρνηση Μητσοτάκη όλα αυτά τα χρόνια που βρίσκεται στη διακυβέρνηση της χώρας.
Προφανώς, όμως, και δεν έχει σκοπό να δράσει κατά της κερδοσκοπίας ούτε και στην περίπτωση των ακτοπλόων που επί του πρακτέου την έγραψαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους και αντί να μειώσουν τις τιμές ψέλλισαν κάτι περί δήθεν προσφορών που ήταν η απόλυτη κοροϊδία, όπως οι ίδιοι οι ταξιδιώτες καταγγέλλουν.
Έκτοτε έπεσε σιγή ασυρμάτου στην κυβέρνηση και στο Μαξίμου, λες και η μόνη υποχρέωση τους ήταν να ζητήσουν από τους ακτοπλόους να μην αισχροκερδούν και όχι να παρέμβουν δυναμικά για να προασπίσουν τα δικαιώματα των ταξιδιωτών ημεδαπών και αλλοδαπών.
Οι ακτοπλόοι –όπως και πολλοί άλλοι «επιχειρηματίες» στην εστίαση , στον τουρισμό, στις τηλεπικοινωνίες, στην ενέργεια- αυξάνουν αδικαιολόγητα τις τιμές και η κυβέρνηση παραμένει απλός θεατής της καταπάτησης κάθε έννοιας ορθής επιχειρηματικής πρακτικής.
Και οι καταναλωτές πληρώνουν το μάρμαρο γιατί απλά η κυβέρνηση της χώρας δεν θέλει συγκρούσεις με τα μεγάλα συμφέροντα. Δεν θέλει να κατανοήσει ότι η αγορά σε όλους τους κλάδους δεν μπορεί να είναι ασύδοτη στο όνομα της «ελευθερίας» και ότι όπου υπάρχουν ολιγοπώλια και εναρμονισμένες πρακτικές απαιτείται ισχυρή κρατική παρέμβαση.
Η ιδεοληψία της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης ότι η αγορά μπορεί και πρέπει να αυτορυθμίζεται δεν ισχύει πάντα. Το κράτος πρέπει να είναι επόπτης και ρυθμιστής των αγορών και όπου παρατηρούνται αθέμιτες πρακτικές για αδικαιολόγητο πλουτισμό να παρεμβαίνει δυναμικά για την εξάλειψη των φαινομένων αισχροκέρδειας και την ενίσχυση του υγιούς ανταγωνισμού και αν είναι ανάγκη ακόμη και την επιβολή διοικητικών μέτρων με θέσπιση είτε περιθωρίων κέρδους είτε και πλαφόν στις ανώτατες τιμές.
Ένα ευνομούμενο κράτος δεν επιτρέπεται να αφήνει την αγορά να εκμεταλλεύεται τους πολίτες και να καμώνεται ότι ενδιαφέρεται κάνοντας δήθεν αόριστες «συστάσεις» στους όποιους επιχειρηματίες για να πείσει την κοινωνία ότι βλέπει τα προβλήματα και φροντίζει για την επίλυση τους.
Με απλά λόγια όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός δεν μπορεί να είναι και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ.