«Η κατάργηση της Ειδικής Γραμματείας Υδάτων, της Ειδικής Γραμματείας Επιθεώρησης και στη συνέχεια των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, με τον αντιπεριβαλλοντικό νόμο 4685 του κυρίου Χατζηδάκη, οδηγούν σε ένα ντόμινο αποδυνάμωσης των δυνατοτήτων της δημόσιας διοίκησης στα θέματα περιβάλλοντος και στην υποβάθμιση των συνθηκών περιβάλλοντος στην Ελλάδα» τόνισε ο Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ, Σ.Φάμελλος στη συνεδρίαση της Υποεπιτροπής Υδατικών Πόρων της Βουλής, με θέμα την οικολογική κατάσταση των λιμνών στην Ελλάδα και των υδάτων κολύμβησης.
Επεσήμανε επίσης την καθυστέρηση που έχει παρατηρηθεί στον τελευταίο χρόνο σε ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της χώρας στον τομέα του υδάτινου περιβάλλοντος, καθώς και την υποτίμηση των ζητημάτων αυτών από την κυβέρνηση της ΝΔ.
Σε ό,τι αφορά τα θαλάσσια ύδατα και τα ύδατα κολύμβησης ο Σ.Φάμελλος επεσήμανε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρέλαβε μεγάλη καθυστέρηση στην εφαρμογή του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου για τη Θαλάσσια Στρατηγική το 2015, οπότε και θα έπρεπε να είχε οριστικοποιηθεί το πρόγραμμα μέτρων για την επίτευξη καλής περιβαλλοντικής κατάστασης των θαλάσσιων υδάτων. Η εκκρεμότητα έκλεισε με Υπουργική Απόφαση του 2017, αλλά επειδή τρέχει ήδη ο δεύτερος εξαετής κύκλος εφαρμογής και υπάρχει καθυστέρηση από πλευράς της χώρας, θα πρέπει το ΥΠΕΝ να αναλάβει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες.
Το επόμενο θεσμικό βήμα που υπογράμμισε αφορά στη θωράκιση όλων των προστατευόμενων περιοχών με βάση και τους νέους στόχους που θέτει η Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα έως το 2030, για χαρακτηρισμό του 30% της χερσαίας και της θαλάσσιας έκτασης ως προστατευόμενο και την ένταξη του 10% σε καθεστώς υψηλής προστασίας. Το 2017, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, η Ελλάδα ενέταξε θαλάσσιες περιοχές στο δίκτυο Natura 2000, καλύπτοντας την αρχική της υποχρέωση. Ωστόσο η καθυστέρηση στην εκπόνηση των Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών των προστατευόμενων περιοχών και οι αλλαγές των προδιαγραφών τους, μετά και τον αντιπεριβαλλοντικό νόμο 4685, θα καταστήσουν αδύνατη την επίτευξη του στόχου ένταξης του 10% σε καθεστώς υψηλής προστασίας, όταν ήδη η χώρα μας κινδυνεύει λόγω των ευθυνών των κυβερνήσεων ΝΔ-ΠΑΣΟΚ με τεράστια πρόστιμα.
Σε ό,τι αφορά την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, όπου διαχρονικά η Ελλάδα κατατάσσεται στις ψηλότερες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο αναφορικά με την κατάταξη σε σχέση με τις ποιοτικές παραμέτρους όσο και σε σχέση με το πρόγραμμα «Γαλάζιες Σημαίες», ο Σ. Φάμελλος επεσήμανε το γεγονός ότι η Δημόσια Διοίκηση στηρίζεται σε πιστοποιημένα εργαστήρια και φορείς, με τα αντίστοιχα δεδομένα να διατίθενται δημόσια, με προγράμματα παρακολούθησης που ανέθεσε σε μεγάλα δημόσια ερευνητικά κέντρα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, διασφαλίζει επίσης και την αξιοπιστία των δεδομένων αλλά και της πληροφορίας προς τους πολίτες. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί η μικρή μείωση των ακτών με Γαλάζια Σημαία τη φετινή χρονιά, γεγονός που μπορεί να οφείλεται στην αδυναμία φορέων να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του θεσμού της Γαλάζιας Σημαίας λόγω της πανδημίας, αλλά επίσης δείχνει την ανάγκη ενεργοποίησης των Υπουργείων Περιβάλλοντος Και Ενέργειας και Τουρισμού για να μην υπάρχει υστέρηση της Ελλάδας στο θεσμό των Γαλάζιων Σημαιών.
Αναφερόμενος ιδιαίτερα στο θέματα της ποιότητας υδάτων των λιμνών επεσήμανε ότι οι ελληνικές λίμνες χαρακτηρίζονται από μέση οικολογική και καλή χημική κατάσταση και ότι η βελτίωση των χαρακτηριστικών των λιμνών συνδέεται με την αναθεώρηση των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκανών Απορροής, που οφείλει να ολοκληρώσει άμεσα το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για να είναι συνεπής η Ελλάδα με τις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις. Σημείωσε παράλληλα ότι η βελτίωση της κατάστασης στις ελληνικές λίμνες δυσχεραίνεται εξαιτίας της κατάργησης των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών που επέλεξε η κυβέρνηση με τον αντιπεριβαλλοντικό νόμο Μητσοτάκη-Χατζηδάκη.
Ενδεικτικό παράδειγμα των αντιφάσεων της ΝΔ αποτελεί ο Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας, ο οποίος έχει την ευθύνη για όλες τις λίμνες της Δυτικής Μακεδονίας. Όπως προέκυψε από τη συνεδρίαση που ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη λίμνη της Καστοριάς πρόκειται για ένα φορέα-πρότυπο, που στο χρόνο λειτουργίας του από την ψήφιση του Ν. 4519/2018 επιτέλεσε σημαντικό έργο που αναγνωρίζεται και από το Δήμο Καστοριάς και από την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, χωρίς να έχει λάβει καμία χρηματοδότηση και προσωπικό από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όπως ήταν προγραμματισμένο. «Η κατάργηση των Φορέων, όπως εν προκειμένω του φορέα της Δυτικής Μακεδονίας, θα έχει άμεσες αρνητικές επιπτώσεις και στην ποιότητα του λιμναίου περιβάλλοντος που έχει βελτιωθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια στην Καστοριά. Η συνεργασία των τοπικών φορέων πλέον διακόπτεται, αφού τόσο η Περιφέρεια όσο και ο Δήμος δεν θα συμμετέχουν στη διοίκηση του φορέα, όπως ίσχυε μέχρι τώρα. Αυτό το έλλειμμα δεν είναι μόνο έλλειμμα κυβερνητικής περιβαλλοντικής πολιτικής. Είναι και έλλειμμα ανθρώπων, δηλαδή της τοπικής ομάδας έργου, απαραίτητου στοιχείου της αναπτυξιακής διαδικασίας και της προστασίας του περιβάλλοντος, το οποίο και δεν εκτίμησε ο νόμος 4685», σημείωσε χαρακτηριστικά ο Σ. Φάμελλος, καταλήγοντας ότι και στους φορείς περιβάλλοντος, η ΝΔ πηγαίνει τη χώρα προς τα πίσω.