Η κρίση αργού πετρελαίου της Ινδίας
Πέμπτη, 03/05/2018 - 15:07
Από τις αρχές του 2017, ακόμη και οι σκεπτικιστές έπρεπε να παραδεχτούν, ότι η Ινδία φαινόταν να ανακάμπτει από την επιβράδυνση της ανάπτυξης. Ακόμη πιο αξιοσημείωτο ήταν ότι τα τελευταία δύο τρίμηνα για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, η επένδυση σε φυσικό κεφάλαιο -που ήταν πολύ χαμηλά για να συμβάλει στην επιτάχυνση της ανάπτυξης- αυξήθηκε κατά 12% και 10% αντίστοιχα. Κατά τους δύο πρώτους μήνες του 2018, οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 9%. Για μία φορά, η αισιοδοξία ήταν δικαιολογημένη: Η αξιοπρεπής ανάπτυξη και η μακροοικονομική σταθερότητα έδειχναν ικανές να ενισχύουν την αισιοδοξία, να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις και να δρομολογήσουν έναν ενάρετο κύκλο. Δυστυχώς, παρότι η ανάπτυξη δείχνει πράγματι να αναζωογονείται, η μακροοικονομία δεν μοιάζει να είναι τόσο ισχυρή. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι η ρουπία διεκδικεί φέτος τον τίτλο του νομίσματος με τη χειρότερη επίδοση στην Ασία. Ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι, πριν από το τέλος του έτους, θα είναι πιο φθηνή από ποτέ έναντι του δολαρίου. Άλλοι μπορεί να μην είναι τόσο απαισιόδοξοι, αλλά, έχουν εν γένει υποβαθμίσει τις προβλέψεις τους για το νόμισμα της Ινδίας. Τι συμβαίνει; Εν μέρει το πρόβλημα είναι γνωστό: η εξάρτηση της Ινδίας από το εισαγόμενο πετρέλαιο. Η υγεία της ινδικής οικονομίας τείνει να βασίζεται σε δύο μεγάλους, ανεξέλεγκτους παράγοντες – την βροχόπτωση των μουσώνων και την τιμή του πετρελαίου. Η Ινδία ένα καλό σερί χαμηλών τιμών και φθηνότερων τιμών εισαγωγών τα τελευταία χρόνια, καθώς οι τιμές των αργού πετρελαίου υποχώρησαν από περισσότερα από 100 δολάρια το βαρέλι σε σχεδόν 40 δολάρια το βαρέλι. Αλλά τώρα που έχουν σκαρφαλώσει πάλι πάνω από τα 75 δολάρια το βαρέλι και μπορεί να πάνε και ψηλότερα, η Ινδία αντιμετωπίζει και πάλι ανησυχίες για τον πληθωρισμό, τις κυβερνητικές δαπάνες και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Όταν οι τιμές του αργού πετρελαίου ήταν στο αποκορύφωμά τους, η Ινδία χαρακτηριζόταν ως μια από τις "πέντε εύθραυστες" οικονομίες που κινδυνεύουν περισσότερο από τη σύσφιξη των νομισματικών πολιτικών της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της χώρας ανήλθε στο άβολα υψηλό επίπεδο του 4,8% του ΑΕΠ. Υπήρξαν μάλιστα και φήμες ότι η Ινδία ίσως χρειαστεί να ζητήσει βοήθεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, μέχρι που η κυβέρνηση, που έτρεχε τρομοκρατημένη να πάρει μέτρα, επέβαλε απότομα σειρά ελέγχων επί των εισαγωγών - ειδικά στον χρυσό, για τον οποίο η Ινδία έχει μια ακόρεστη όρεξη. Τότε, ευτυχώς, οι τιμές του αργού πετρελαίου άρχισαν να συντρίβονται στα μέσα του 2014. Έτσι, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έπεσε στο 0,7% του ΑΕΠ το 2016-17. Τώρα τα πράγματα κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση: η Kotak Institutional Equities ανησυχεί ότι κατά τη διάρκεια του 2018-19, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ινδίας θα μπορούσε να είναι τόσο υψηλό 2,9% του ΑΕΠ. Από μόνο του, αυτό δεν θα συνιστούσε κρίση. Η Ινδία διαθέτει παραπάνω από αρκετά αποθέματα δολαρίων. Οι εισροές κεφαλαίων δεν δείχνουν κανένα σημάδι διακοπής. Όμως, η τάση ήταν αρκετά άσχημη για να καταρρεύσει η ρουπία και για να αναζωπυρωθούν οι ανησυχίες για την επιστροφή του πληθωρισμού. Η επιτροπή χάραξης νομισματικής πολιτικής της Κεντρικής Τράπεζας της Ινδίας, δημοσίευσε πρόσφατα τα πρακτικά της τελευταίας της συνεδρίασης και τα περισσότερα μέλη της φαίνεται να θεωρούν πως η Reserve Bank of India ίσως χρειαστεί σύντομα να δράσει. Με άλλα λόγια, η ανάκαμψη που βρίσκεται ακόμη σε αρχικό στάδιο μπορεί να πνιγεί από τα υψηλότερα επιτόκια πριν ακόμη μπει σε κανονική τροχιά. Είναι μια απογοητευτική επανάληψη: Για ακόμη μια φορά, η ακόρεστη δίψα της Ινδίας για εισαγωγές δείχνει ότι θα την κρατήσει πίσω. Αλλά, αυτή είναι μόνο η μισή ιστορία. Ενώ το κόστος των εισαγωγών αυξάνεται, προς αντιστάθμιση αυτού, οι εξαγωγές σε μια καλώς διοικούμενη οικονομία θα έπρεπε να κινούνται ανοδικά για να αντισταθμίσουν την τάση. Αντ 'αυτού, η Ινδία υπο-αποδίδει σταθερά ως εξαγωγέας. Μετά από μια υγιή εκκίνηση το 2018, ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών έγινε αρνητικός τον Μάρτιο. Πριν από τέσσερα χρόνια, η Ινδία εξήγαγε εμπορεύματα αξίας 310 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Τώρα, εξάγει 302 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο - το χαμηλότερο, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σε διάστημα 15 ετών. Και δεν φταίει το αναιμικό παγκόσμιο εμπόριο. Πριν από τέσσερα χρόνια, οι εξαγωγές του Βιετνάμ ήταν 150 δισ. δολάρια. Το 2017, έφτασαν στα 213 δισεκατομμύρια δολάρια, ξεπερνώντας το 43% του ΑΕΠ. Η αποτυχία της Ινδίας δεν είναι η αδυναμία να απογαλακτιστεί από το εισαγόμενο αργό. Είναι ότι δεν κατάφερε να ανταγωνιστεί στις παγκόσμιες αγορές, ώστε να μπορεί να πληρώσει για το πετρέλαιο που χρειάζεται. Η Ινδία σπατάλησε τα εύκολα χρόνια από το 2014, διάστημα στο οποίο έπρεπε να μεταρρυθμίσει τις διαδικασίες εξαγωγών, να μειώσει τη γραφειοκρατία, να υποστηρίξει τους κατασκευαστές της και τους ωθήσει να βγουν έξω και να δημιουργήσουν νέες αγορές. Αντ' αυτού, οι διαδικασίες εξαγωγής είναι εξίσου πολύπλοκες και αναποτελεσματικές όπως ήταν πριν από τέσσερα χρόνια. Τα φορολογικά κίνητρα για τους εξαγωγείς έχουν αποσυρθεί, οι επιστροφές φόρων έχουν παρακρατηθεί και ο συνολικός προσανατολισμός της οικονομίας της Ινδίας έχει στραφεί προς τα μέσα. Αντί να ενδυναμώσει τις εξαγωγές, η Ινδία αποφάσισε να προσπαθήσει να αποτρέψει τις εισαγωγές. η κυβέρνηση έχει αυξήσει τους δασμούς σε κάθε κατηγορία, για πρώτη φορά εδώ και μια γενιά. Υπάρχει ακόμα χρόνος να αντιστραφούν τα πράγματα. Αν η ρουπία οδηγηθεί πράγματι σε ιστορικό χαμηλό επίπεδο, η Ινδία δεν θα πρέπει να τα βάψει μαύρα. Θα πρέπει να δει το νέο επίπεδο ως ώθηση για τους εξαγωγείς της, σαν μια ελπιδοφόρο μείωση των τιμών των ινδικών αγαθών. Η κυβέρνηση πρέπει να εκμεταλλευτεί την περίσταση και να μειώσει τη γραφειοκρατία και τους δασμούς που εμποδίζουν τις ινδικές εταιρείες να ενσωματωθούν στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Η εξάρτηση της Ινδίας από τις εισαγωγές δεν χρειάζεται να αποτελέσει χρόνια ασθένεια. Υπάρχει θεραπεία: λέγεται εξαγωγές. Πηγή: Bloomberg, Mihir Sharma, Capital.gr