Η ΕΕ διέθετε επί πάνω από είκοσι έτη μια αποδοτική, καλά ενοποιημένη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, η επέτρεψε στους καταναλωτές να αποκομίσουν τα οικονομικά οφέλη μιας ενιαίας αγοράς ενέργειας, εξασφάλιζε τον ενεργειακό εφοδιασμό και προωθούσε τη διαδικασία της απανθρακοποίησης. Η ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κατέδειξε την ανάγκη ταχείας προσαρμογής της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ώστε να στηρίζει αποτελεσματικότερα την πράσινη μετάβαση και να παρέχει στους καταναλωτές ενέργειας, τόσο στα νοικοκυριά όσο και στις επιχειρήσεις, ευρεία πρόσβαση σε οικονομικά προσιτή ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες και μη ορυκτές πηγές.
Η προτεινόμενη μεταρρύθμιση προβλέπει αναθεωρήσεις διαφόρων νομοθετικών πράξεων της ΕΕ — ιδίως του κανονισμού για την ηλεκτρική ενέργεια, της οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια και του κανονισμού REMIT. Εισάγει μέτρα που παρέχουν κίνητρα για μακροπρόθεσμες συμβάσεις για ηλεκτροπαραγωγή από μη ορυκτές πηγές και εισάγουν στο σύστημα περισσότερες καθαρές ευέλικτες λύσεις για να ανταγωνιστούν το αέριο, όπως η απόκριση της ζήτησης και η αποθήκευση. Αυτό θα μειώσει τον αντίκτυπο των ορυκτών καυσίμων στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας των καταναλωτών και θα διασφαλίσει ότι το χαμηλότερο κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα αντικατοπτρίζεται σε αυτούς. Επιπλέον, η προτεινόμενη μεταρρύθμιση θα τονώσει τον ανοικτό και θεμιτό ανταγωνισμό στις ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές χονδρικής, ενισχύοντας τη διαφάνεια και την ακεραιότητα της αγοράς.
Η δημιουργία ενός ενεργειακού συστήματος που θα βασίζεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχει ζωτική σημασία όχι μόνο για τη μείωση των λογαριασμών των καταναλωτών, αλλά και για τη διασφάλιση του βιώσιμου και ανεξάρτητου ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και το σχέδιο REPowerEU. Η μεταρρύθμιση αυτή, που αποτελεί επίσης μέρος του βιομηχανικού σχεδίου της Πράσινης Συμφωνίας, θα επιτρέψει επίσης στην ευρωπαϊκή βιομηχανία να έχει πρόσβαση σε οικονομικά προσιτή ενέργεια από ανανεώσιμες, μη ορυκτές πηγές, η οποία αποτελεί βασικό παράγοντα διευκόλυνσης της απανθρακοποίησης και της πράσινης μετάβασης. Για να επιτύχουμε τους στόχους μας για την ενέργεια και το κλίμα, η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να τριπλασιαστεί έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.
Προστασία των καταναλωτών και ενίσχυση της θέσης τους
Οι υψηλές και ασταθείς τιμές, όπως αυτές που καταγράφηκαν το 2022 και προκλήθηκαν από τον ενεργειακό πόλεμο της Ρωσίας κατά της ΕΕ, έχουν επιβαρύνει υπερβολικά τους καταναλωτές. Η παρούσα πρόταση θα επιτρέψει σε καταναλωτές και προμηθευτές να επωφεληθούν από την αύξηση της σταθερότητας των τιμών χάρη στις τεχνολογίες των ανανεώσιμων και μη ορυκτών πηγών ενέργειας.
Το σημαντικότερο είναι ότι θα προσφέρει στους καταναλωτές ευρεία επιλογή συμβάσεων και σαφέστερες πληροφορίες πριν από την υπογραφή σύμβασης, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να κατοχυρώνουν ασφαλείς, μακροπρόθεσμες τιμές και να αποφεύγουν τον υπερβολικό κίνδυνο και την υπερβολική αστάθεια. Ταυτόχρονα, θα εξακολουθούν να μπορούν να επιλέγουν συμβάσεις δυναμικής τιμολόγησης για να επωφελούνται από τη μεταβλητότητα των τιμών για να χρησιμοποιούν ηλεκτρική ενέργεια όταν αυτή είναι φθηνότερη (π.χ. για τη φόρτιση ηλεκτρικών αυτοκινήτων ή τη χρήση αντλιών θερμότητας).
Εκτός από την επέκταση της επιλογής των καταναλωτών, η μεταρρύθμιση αποσκοπεί περαιτέρω στην ενίσχυση της σταθερότητας των τιμών, μέσω της μείωσης του κινδύνου χρεωκοπίας των προμηθευτών. Η πρόταση επιβάλλει στους προμηθευτές την υποχρέωση να διαχειρίζονται την τιμολογιακή διακινδύνευση τουλάχιστον στο μέτρο των ποσοτήτων που αφορούν συμβολαία καθορισμένης τιμής, ώστε να είναι λιγότερο εκτεθειμένοι σε εξάρσεις των τιμών και σε αστάθεια της αγοράς.
Υποχρεώνει επίσης τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν προμηθευτές έσχατης ανάγκης ώστε κανένας καταναλωτής να μην μένει χωρίς ηλεκτρική ενέργεια.
Σημαντικά ενισχύεται επίσης η προστασία των ευάλωτων καταναλωτών. Βάσει της προτεινόμενης μεταρρύθμισης, τα κράτη μέλη θα προστατεύουν τους ευάλωτους καταναλωτές που αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις στις πληρωμές, ώστε να μην αποσυνδέονται από το ηλεκτρικό δίκτυο. Επίσης, επιτρέπει στα κράτη μέλη να επεκτείνουν τις ρυθμιζόμενες τιμές λιανικής στα νοικοκυριά και στις ΜΜΕ σε περίπτωση κρίσης.
Σύμφωνα με την πρόταση, αναθεωρούνται επίσης οι κανόνες για την κοινή χρήση της ανανεώσιμης ενέργειας. Οι καταναλωτές θα μπορούν να επενδύουν σε αιολικά ή ηλιακά πάρκα και να πωλούν την πλεονάζουσα ηλιακή ηλεκτρική ενέργεια στέγης στους γείτονές τους και όχι μόνο στον προμηθευτή τους. Για παράδειγμα, οι ένοικοι θα μπορούν να μοιράζονται την πλεονάζουσα ηλιακή ενέργεια στέγης με γείτονες.
Για να βελτιωθεί η ευελιξία του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας, τα κράτη μέλη θα κληθούν τώρα να αξιολογήσουν τις ανάγκες τους, να καθορίσουν στόχους για την αύξηση της ευελιξίας που βασίζεται σε μη ορυκτές πηγές και θα έχουν τη δυνατότητα να θεσπίσουν νέα καθεστώτα στήριξης, ιδίως για την απόκριση της ζήτησης και την αποθήκευση. Η μεταρρύθμιση επιτρέπει επίσης στους διαχειριστές συστημάτων να προμηθεύονται υπηρεσίες μείωσης της ζήτησης στις ώρες αιχμής. Παράλληλα με την παρούσα πρόταση, η Επιτροπή εξέδωσε επίσης σήμερα συστάσεις προς τα κράτη μέλη σχετικά με την προώθηση της καινοτομίας, των τεχνολογιών και των ικανοτήτων στον τομέα της αποθήκευσης.
Η ενίσχυση της προβλεψιμότητας και της σταθερότητας του ενεργειακού κόστους θα τονώσει την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας
Κατά το περασμένο έτος, πολλές επιχειρήσεις επλήγησαν σοβαρά από τις υπερβολικά ασταθείς τιμές της ενέργειας. Για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της ΕΕ και να μειωθεί η έκθεσή της σε ασταθείς τιμές, η Επιτροπή προτείνει να διευκολυνθεί η σύναψη πιο σταθερών μακροπρόθεσμων συμβάσεων, όπως οι συμβάσεις αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (PPA), μέσω των οποίων οι επιχειρήσεις κατοχυρώνουν τις δικές τους άμεσες προμήθειες ενέργειας και, ως εκ τούτου, μπορούν να επωφεληθούν από τις πιο σταθερές τιμές της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες και μη ορυκτές πηγές. Για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων εμποδίων, όπως οι πιστωτικοί κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν οι αγοραστές, η μεταρρύθμιση υποχρεώνει τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα αγορακεντρικών εγγυήσεων για τις PPA.
Προκειμένου να διασφαλιστεί η σταθερότητα των εσόδων των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας και να θωρακιστεί η βιομηχανία από την αστάθεια των τιμών, κάθε δημόσια στήριξη για νέες επενδύσεις σε υποοριακή ή υποχρεωτικής λειτουργίας ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες και μη ορυκτές πηγές θα πρέπει να έχει τη μορφή αμφίδρομης σύμβασης επί διαφοράς (CfD) και τα κράτη μέλη θα πρέπει να μετακυλίουν τα πλεονάζοντα έσοδα στους καταναλωτές. Επιπλέον, η μεταρρύθμιση θα δώσει ώθηση στη ρευστότητα των αγορών για τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις που κατοχυρώνουν μελλοντικές τιμές, τις λεγόμενες «προθεσμιακές συμβάσεις.» Αυτό θα επιτρέψει σε περισσότερους προμηθευτές και καταναλωτές να προστατευτούν έναντι των εξαιρετικά ευματάβλητων τιμών σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.
Θα υπάρξουν επίσης νέες υποχρεώσεις για τη διευκόλυνση της ενσωμάτωσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο σύστημα και την ενίσχυση της προβλεψιμότητας για την ηλεκτροπαραγωγή. Σε αυτές περιλαμβάνονται υποχρεώσεις διαφάνειας για τους διαχειριστές συστημάτων όσον αφορά τη συμφόρηση του δικτύου και προθεσμίες διαπραγμάτευσης πιο κοντά στον πραγματικό χρόνο.
Τέλος, για να εξασφαλιστεί η ύπαρξη ανταγωνιστικών αγορών και ο διαφανής καθορισμός των τιμών, ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα έχουν ενισχυμένη ικανότητα παρακολούθησης της ακεραιότητας και της διαφάνειας της αγοράς ενέργειας. Ειδικότερα, ο επικαιροποιημένος κανονισμός για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στην ενεργειακή αγορά χονδρικής (REMIT) θα διασφαλίσει καλύτερη ποιότητα των δεδομένων και θα ενισχύσει τον ρόλο του ACER στις έρευνες για ενδεχόμενες περιπτώσεις κατάχρησης της αγοράς διασυνοριακού χαρακτήρα. Συνολικά, θα ενισχύσει την προστασία των καταναλωτών και της βιομηχανίας της ΕΕ από κάθε κατάχρηση της αγοράς.