Μία ακόμη θυγατρική πολυεθνικής στην Ελλάδα κατεβάζει ρολά μετά το ηχηρό λουκέτο του εργοστασίου της υαλουργίας Γιούλα στο Αιγάλεω. Η γνωστοποίηση ότι η χαρτοποιία Sonoco, θυγατρική της Sonoco Products Company με έδρα στην Νότια Καρολίνα, των ΗΠΑ, διακόπτει τη λειτουργία της στις 31 Μαΐου δεν είναι ανεξάρτητη από το κόστος ενέργειας. Αλλά και την έλλειψη ηλεκτρικού χώρου που θέτει φραγμούς στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων αυτοπαραγωγής και κάλυψης των ενεργειακών αναγκών των παραγωγικών μονάδων.
Την Τρίτη η αμερικανική Sonoco Alcore ανακοίνωσε στους 100 εργαζόμενους που απασχολεί στις δυο μονάδες παραγωγής χαρτιού στο Κιλκίς και τη Σίνδο, το κλείσιμο των εργοστασίων λόγω αυξημένου ενεργειακού κόστους. Στο Κιλκίς η εταιρεία απασχολούσε 70 εργαζόμενους και παρήγαγε χαρτί από ανακύκλωση ενώ στο εργοστάσιο της Σίνδου που απασχολούσε 30 εργαζόμενους παρήγαγε χάρτινους κορμούς συσκευασίας. Το μεγάλο πρόβλημα της εταιρείας στην Ελλάδα ήταν το ενεργειακό κόστος, το οποίο μάλιστα δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει μέσω της μονάδας αυτοπαραγωγής που δημιούργησε επενδύοντας 3 εκατ. ευρώ αφού ο ΔΕΔΔΗΕ δεν την ενέταξε στο δίκτυο λόγω έλλειψης ενεργειακού χώρου. Το ενεργειακό κόστος πλήττει το σύνολο της βιομηχανίας και οι πιέσεις που ασκούνται είναι πλέον πολύ ισχυρές και για την ελληνική χαλυβουργία.
Το θέμα άλλωστε αυτό ανέδειξε και ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, Αντώνης Κοντολέων μιλώντας στο 5ο Power & Gas Forum όπου όπως είπε σήμερα «βλέπουμε ενεργοβόρους κλάδους, όπως οι χαλυβουργίες να συρρικνώνονται, καθώς επιβαρύνονται με μη ανταγωνιστικές τιμές ενέργειας, παρά την πτώση των τιμών. Άλλες πολυεθνικές βιομηχανίες κλείνουν τα εργοστάσια τους στη χώρα μας μη βλέποντας φως στο τούνελ (ΓΙΟΥΛΑ) και Sonoco Alcore».
Ο «εφιάλτης» της αποβιομηχάνισης εξακολουθεί να πλανάται πάνω από την ελληνική οικονομία και μάλιστα όταν η κρίση της πανδημίας κατέστησε σαφές ότι η ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας είναι απόλυτα αναγκαία στο πλαίσιο μιας πιο ισορροπημένης παραγωγικής ανάπτυξης της οικονομίας.
Το λουκέτο στο εργοστάσιο της υαλουργίας Γιούλα, τη μοναδική εταιρεία παραγωγής γυάλινων συσκευασιών στη χώρα που προ επταετίας είχε περάσει στον πορτογαλικό όμιλο ΒΑ Glass Group έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά λουκέτων που μπήκαν την τελευταία πενταετία στη χώρα. Ηχηρά λουκέτα σε θυγατρικές πολυεθνικών που επικαλέστηκαν ζημιές, επιλέγοντας κάποιες από αυτές να παραμείνουν στην αμιγώς εμπορική δραστηριότητα.
Όπως για παράδειγμα η αμερικανική πολυεθνική Tupperware που επέλεξε να κλείσει τον περασμένο Μάιο το εργοστάσιο στη Θήβα, όπου εργαζόταν περίπου 160 άτομα και να συνεχίσει τη δραστηριότητά της στην Ελλάδα μέσω της εμπορίας και της αποθήκευσης και διανομής των προϊόντων. Η εταιρεία αιτιολόγησε το κλείσιμο στο εργοστάσιο, που λειτουργούσε από το 1967, τροφοδοτώντας με το θρυλικό τάπερ και τρίτες χώρες όπως το Κουβέιτ και το Ισραήλ, στον εταιρικό ανασχηματισμό που κάνει παγκοσμίως.
Το πλέον ηχηρό παράδειγμα είναι αυτό της Πίτσος και του γερμανικού όμιλου που επέλεξε να δραστηριοποιείται πλέον στην ελληνική αγορά μόνο εμπορικά. Το λουκέτο στο εργοστάσιο της ιστορικής βιομηχανίας μπήκε το 2021. Λευκός ιππότης για το προσωπικό της Bosch Siemens Hausgeräten ήρθε η Πυραμίς του Νίκου Μπακατσέλου, που μετέφερε μέρος του μηχανολογικού εξοπλισμού του Ρέντη στο νέο εργοστάσιο της μονάδας στα Οινόφυτα, διασώζοντας και τις θέσεις εργασίας.
Λίγους μήνες πριν γράφτηκαν οι τίτλοι τέλους και τυπικά με την πώληση του ακινήτου στη Σκλαβενίτης ενώ η BSH Ελλάς, γνωστή για τις ηλεκτρικές συσκευές Pitsos, Bosch, Siemens και Neff, απαλλαγμένη από τα λειτουργικά κόστη της παραγωγής του εμβληματικού brand, διαγράφει αναπτυξιακή πορεία με άλμα στις πωλήσεις κατά 20,52% φτάνοντας στα 187,85 εκατ. ευρώ το 2023.
Πολύ πρόσφατο είναι και το λουκέτο από τη Reckitt Benckiser στο εργοστάσιο της Εύβοιας. Εκεί που γινόταν η παραγωγή του μαλακτικού Quanto. Το Δ.Σ. της Reckitt Benckiser Hellas Hygiene Home αποφάσισε την οριστική παύση της λειτουργίας του εργοστασίου στο Βασιλικό Χαλκίδας στην Εύβοια, δεδομένου ότι αποφασίστηκε η παύση παραγωγής του μαλακτικού ρούχων Quanto που αποτελούσε την κύρια γραμμή παραγωγής του εργοστασίου και την κινητήριο δύναμη αυτού, καθώς κατέστη μη κερδοφόρα και μη βιώσιμη παραγωγική μονάδα για την εταιρεία. Το οριστικό λουκέτο στο εργοστάσιο μπήκε το καλοκαίρι του 2023. Το εργατικό δυναμικό αποζημιώθηκε και απολύθηκε σταδιακά μέχρι τον Μάιο του 2023.
Τις μηχανές γραμμών παραγωγής έκλεισαν τα τελευταία χρόνια και άλλες εταιρείες όπως η Schneider Electric που έκλεισε το εργοστάσιο στα Οινόφυτα λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής των μετασχηματισμών σε σχέση με τον ανταγωνισμό από τρίτες χώρες όπως η Τουρκία ή η Κίνα. Την ίδια περίοδο έμπαινε λουκέτο και στο εργοστάσιο της ΔΕΛΤΑ στο Πλατύ Ημαθίας.
Περικοπές στην παραγωγή είχαν πραγματοποιήσει βέβαια κι άλλες πολυεθνικές, όπως η Upfield, θυγατρική του KKR που είχε εξαγοράσει από την Ελαΐς – Unilever, τις μαργαρίνες, το ελαιόλαδο και το εργοστάσιο στην Πειραιώς, όπου παραγόταν το βιτάμ. Το 2019 αποφάσισε να μεταφέρει την παραγωγή του Βιτάμ Soft σε εργοστάσια της Ευρώπης.