Το πακέτο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030 (Fit for 55%) είναι το πιο ισχυρό και ευρύ πλέγμα κλιματικό δράσεων από οτιδήποτε έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά από αυτό που απαιτείται για τον επιστημονικά τεκμηριωμένο και κοινωνικά δίκαιο μετασχηματισμό στην κλιματική ουδετερότητα.
Στα θετικά της στοιχεία, η πρόταση απαιτεί το 100% των εσόδων του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ΣΕΔΕ) να κατευθύνεται σε κλιματική δράση, από 50% που ισχύει σήμερα. Αυτό είναι ζωτικής σημασίας για να διασφαλιστεί ότι το κλίμα - και επομένως, οι Ευρωπαίοι πολίτες - επωφελούνται από αυτούς τους πόρους. Ένα άλλο θετικό σημείο είναι η απόφαση να ενσωματωθεί η διεθνής ναυτιλία στο ΣΕΔΕ, απόφαση θα συμβάλει τελικά στη δραστική μείωση των εκπομπών από τον εν λόγω τομέα.
Ωστόσο, αυτές οι θεαματικές αποφάσεις επισκιάζονται από σημαντικά προβληματικά σημεία και κενά των προτάσεων.
Ειδικότερα, οι συνολικοί στόχοι παραμένουν πολύ χαμηλοί. Ο στόχος μείωσης των καθαρών εκπομπών κατά 55% πρέπει να αναβαθμιστεί σε τουλάχιστον 65% ώστε να συμβάλει στη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας στον 1,5°C και να αποτρέψει μία ανεξέλεγκτη κλιματική κρίση. Το πακέτο δεν καλύπτει αυτό το κενό, προτείνοντας για παράδειγμα νέο στόχο διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κατά μόλις τουλάχιστον 40%, όταν ένας στόχος διείσδυσης κατά 50% έως το 2030 θα συνέβαλε πολύ πιο αποφασιστικά στην προστασία του κλίματος και την οικοδόμηση μιας βιώσιμης οικονομίας.
Ο Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος τομέα κλίματος και ενέργειας στο WWF Ελλάς δήλωσε:
“Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην κατάσταση κλιματικής έκτακτης ανάγκης που βρισκόμαστε σήμερα είναι σαν να προσπαθείς να ανέβεις ένα βουνό χωρίς σχοινί. Το πακέτο θα βοηθήσει την ΕΕ να επιτύχει τους στόχους της, αλλά απέχει πολύ από αυτό που απαιτεί η επιστήμη: πρέπει να αυξηθούν όλοι οι στόχοι -από το σύστημα εμπορίας ρύπων και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέχρι τη χρήση γης και την προστασία της φύσης.
Επιπλέον, κάποιες βασικές προβλέψεις λείπουν από το πακέτο, μερικές δεν είναι σωστές και μερικές στην πραγματικότητα θα κάνουν πιο πολύ κακό από ό,τι καλό. Η ΕΕ πρέπει να σταματήσει να χαρίζει χρήματα στη ρυπογόνο βιομηχανία χωρίς αυστηρούς όρους και πρέπει να διασφαλίσει ότι όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες θα κερδίσουν από τη μετάβαση σε μία Ευρώπη μηδενικών εκπομπών”.
Ο νέος στόχος μείωσης των εκπομπών των τομέων που καλύπτονται από το ΣΕΔΕ κατά 61% δεν αρκεί και η πιο σημαντική ρωγμή στο σύστημα δεν έχει επισκευαστεί. Η στρέβλωση της κατανομής δωρεάν δικαιωμάτων ρύπανσης, τα οποία χαρίζονται στη βαριά βιομηχανία, διορθώνεται μόνο μέσω της πρότασης να εξαρτηθεί η δωρεάν κατανομή από επενδύσεις για την αύξηση της ενεργειακής τους απόδοσης. Ωστόσο, εάν μια επιχείρηση δεν συμμορφώνεται, θα εξακολουθεί να λαμβάνει έως και το 75% των δωρεάν δικαιωμάτων που δικαιούταν. Το WWF ζητεί τον τερματισμό της δωρεάν κατανομής από το 2023 και την πλήρη δημοπράτηση των δικαιωμάτων ρύπανσης. Ο μηχανισμός συνοριακής προσαρμογής άνθρακα, ο οποίος θα επιβάλει εισφορές στις εισαγωγές ορισμένων αγαθών από περιοχές με λιγότερο αυστηρούς κανόνες για το κλίμα, πρέπει να σχεδιαστεί μόνο συμπληρωματικά προς τον τερματισμό της δωρεάν κατανομής δικαιωμάτων στο πλαίσιο του ΣΕΔΕ. Τα έσοδα από το ΣΕΔΕ πρέπει να κατευθυνθούν στη χρηματοδότηση της μετάβασης των αναπτυσσόμενων κρατών στην κλιματική ουδετερότητα.
Η Επιτροπή προτείνει επίσης μέτρα, μέσω του “Κοινωνικού Ταμείου για το Κλίμα» και του ΣΕΔΕ, ώστε να διασφαλιστεί ότι το πακέτο Fit for 55 δεν θα επηρεάσει άδικα πολίτες ή περιοχές της Ευρώπης και αυτό είναι θετικό. Ωστόσο, για να είναι αποτελεσματικά αυτά τα μέτρα πρέπει να διαμορφώνονται δίκαια και συμμετοχικά και να στηρίζονται σε ολοκληρωμένες αναλύσεις. Υπό αυτό το πρίσμα, η επέκταση του ΣΕΔΕ στις μεταφορές και τα κτίρια είναι ανησυχητική διότι θα μπορούσε να επιβαρύνει υπέρμετρα τις πλέον ευάλωτες ομάδες. Ένα άλλο ανησυχητικό στοιχείο είναι τα “παραθυράκια” που θα επέτρεπαν στα κράτη μέλη να αποφύγουν τη χρήση των εσόδων από το ΣΕΔΕ για να υποστηρίξουν τους πιο ευάλωτους πολίτες. Για παράδειγμα οι κυβερνήσεις μπορούν να δηλώσουν γενικά τα κεφάλαια που δαπανώνται για το κλίμα και την κοινωνική προστασία, χωρίς να χρειάζεται να αναφέρεται αν αυτά τα κεφάλαια είναι νέα και πρόσθετα από το ΣΕΔΕ.
Ένα από τα πλέον αρνητικά στοιχεία του πακέτου είναι η αποτυχία της Επιτροπής να σφίξει τους κανόνες για τη βιοενέργεια. Το κάψιμο των δέντρων και οι ενεργειακές καλλιεργειες αυξάνουν τις εκπομπές σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα, είτε γενικά είτε στο χρονικό πλαίσιο που διαθέτουμε για να σταματήσουμε την κλιματική αλλαγή. Παρά τα δεδομένα αυτά, αυτές οι πρακτικές θα εξακολουθούν να θεωρούνται «ανανεώσιμες» και επομένως επιλέξιμες για δημόσιες επιδοτήσεις. Αυτή η προσέγγιση έρχεται σε αντίθεση με την επιστήμη και υπονομεύει μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής δράσης για το κλίμα.
Επιπλέον, με τις αλλαγές στον κανονισμό χρήσεων της γης, αλλαγής χρήσεων της γης και δασοκομίας (LULUCF), η Επιτροπή δεν κατάφερε να αξιοποιήσει όσο θα μπορούσε τη φύση ως λύση για το κλίμα και να λάβει μέτρα που θα ωφελούσαν επίσης τη βιοποικιλότητα. Ο στόχος για τις καθαρές απορροφήσεις διοξειδίου του άνθρακα είναι μόνο ο μισός από αυτό που θα έπρεπε να είναι και η Επιτροπή σχεδιάζει να ενθαρρύνει την αντιστάθμιση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου με δικαιώματα ρύπανσης από τον τομέα της χρήσης γης, καθυστερώντας έτσι τη μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε άλλα σημεία του πλανήτη.
Αναθεώρηση ΣΕΔΕ
Το επίπεδο στόχου του ΣΕΔΕ υπολείπεται σημαντικά από αυτό που απαιτείται για τη συγκράτηση της παγκόσμιας αύξησης θερμοκρασίας στον 1.5οC. Η Επιτροπή πρότεινε στόχο μείωσης των εκπομπών κατά 61% έως το 2030, ενώ θα χρειαζόμασταν 70%. Στα θετικά σημεία, η Επιτροπή θα αυξήσει την ποσότητα των δικαιωμάτων που αφαιρούνται από την αγορά κάθε χρόνο υιοθετώντας συντελεστή γραμμικής μείωσης (Linear Reduction Factor) 4.2%, πιθανότατα από το 2023. Επιπλέον, αναφέρει ότι πρέπει να υπάρξει εφάπαξ μείωση της μέγιστης επιτρεπόμενης ποσότητας δικαιωμάτων. Το WWF ζητά την αφαίρεση 350 εκατομμυρίων δικαιωμάτων από την αγορά για να αποφευχθεί το πλεόνασμα διαθέσιμων δικαιωμάτων μέσα στη δεκαετία. Ένα άλλο θετικό σημείο είναι ότι η Επιτροπή προτείνει να διατηρηθεί το ποσοστό του πλεονάσματος των δικαιωμάτων που αποσύρεται προσωρινά από την αγορά (μέσα από το αποθεματικό σταθερότητας της αγοράς) στο 24% έως το 2030. Χρειαζόμαστε έναν συνδυασμό αυτού του υψηλότερου ποσοστού πρόσληψης, χαμηλότερων ορίων, καθώς και έναν συνεχή μηχανισμό ακύρωσης του πλεονάσματος των δικαιωμάτων εκπομπών ώστε να “σφίξει” η αγορά και να αυξηθεί η τιμή του άνθρακα.
Η Επιτροπή πρότεινε βελτιώσεις στη νομοθεσία για το ΣΕΔΕ, συμπεριλαμβάνοντας τη ναυτιλία στο πεδίο εφαρμογής του ΣΕΔΕ και ζητώντας να δαπανηθεί το 100% των εσόδων του ΣΕΔΕ σε κλιματική δράση. Δυστυχώς, αυτή η σημαντική απόφαση μπορεί πάντα να αλλάξει. Η Επιτροπή προτείνει να παραχωρήσει στον εαυτό της το δικαίωμα να αρπάξει μέρος από τα έσοδα του ΣΕΔΕ - δεν είναι ακόμα σαφές μέχρι ποιου ποσού - και να τα μεταφέρει στον προϋπολογισμό της Ένωσης, μέσω μιας “εξουσιοδοτικής πράξης” .
Η μεγάλη εικόνα είναι μια άνευ όρων παράδοση στο λόμπι της βιομηχανίας. Αυτοί ακριβώς οι τομείς που δεν μείωσαν σημαντικά τις εκπομπές τα τελευταία χρόνια - όπως οι ενεργοβόρες βιομηχανίες και οι αεροπορικές μεταφορές - διατηρούν το δικαίωμα δωρεάν κατανομής δικαιωμάτων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, παρόλο που αυτό δεν οδηγεί σε μείωση των εκπομπών. Είναι ανησυχητικό ότι η Επιτροπή θέλει οι πολίτες και άλλοι τομείς να πληρώσουν μέρος του λογαριασμού για την απανθρακοποίηση της βιομηχανίας, μέσω της μεταφοράς εσόδων από τους τομείς της ηλεκτροπαραγωγής, των οδικών μεταφορών ή των κτιρίων προς τα Ταμεία Εκσυγχρονισμού ή Καινοτομίας.
Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Η Επιτροπή πρότεινε στόχο για τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κατά τουλάχιστον 40% επί της τελικής κατανάλωσης ενέργειας έως το 2040, ο οποίος είναι μια ευπρόσδεκτη αναβάθμιση του υφιστάμενου στόχου (32%), αλλά εξακολουθεί να απέχει πολύ από το 50% που απαιτείται. Έχει επίσης προτείνει υψηλότερους και πιο δεσμευτικούς στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στη θέρμανση, τις μεταφορές και τη βιομηχανία. Όμως, ουσιωδώς, δεν έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές στα κριτήρια για τη βιοενέργεια, μόνο μερικές μικρές τροποποιήσεις που δεν θα έχουν πραγματικό αντίκτυπο. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει ακόμη περισσότερο κίνητρο για καύση δέντρων και παραγωγή ενεργειακών καλλιεργειών, παρά το γεγονός ότι είναι κάτι που θα αυξήσει τις εκπομπές σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα και θα επιταχύνει τον ρυθμό της κλιματικής αλλαγής.
Χρήση της γης, αλλαγή της χρήσης της γης και δασοκομίας (LULUCF)
Βάσει του ισχύοντος κανονισμού LULUCF, η καθαρή καταβόθρα άνθρακα της ΕΕ μπορεί να μειωθεί σε μόλις 225 εκατομμύρια τόνους το 2030, εν μέρει λόγω των αδύναμων λογιστικών κανόνων που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να εκμεταλλεύονται τα δάση με παρωχημένες, κακές πρακτικές. Στη νέα της πρόταση, η Επιτροπή πρότεινε την αύξηση του στόχου σε 310 εκατομμύρια τόνους, εξέλιξη που αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά πολύ μακριά από τους 600 εκατομμύρια τόνους που απαιτούνται με δεδομένη την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το κλίμα. Είναι επίσης ανησυχητικό ότι η Επιτροπή προτείνει επίσης να διευκολυνθούν οι συμψηφισμοί με τον τομέα της χρήσης γης για την αντιστάθμιση των εκπομπών αλλού. Αυτό είναι μία επιστημονικά αβάσιμη πρόταση (οι καθαρές απορροφήσεις από τον τομέα της χρήσης γης δεν μπορούν να θεωρηθούν άμεσα ισοδύναμες με τις εκπομπές ορυκτών καυσίμων) που υπονομεύει άμεσα την κλιματική δράση. Οι απορροφήσεις διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να προσμετρηθούν επιπρόσθετα στις μειώσεις των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, όχι στη θέση τους.
Κοινωνικό ταμείο για το κλίμα
Αυτή η πρόταση της τελευταίας στιγμής είναι μια ευπρόσδεκτη, αλλά ανεπαρκής προσπάθεια αντιμετώπισης του κινδύνου εκτεταμένων αρνητικών επιπτώσεων για τους φτωχότερους της ευρωπαϊκής κοινωνίας από την ένταξη των τομέων μεταφορών και των κτιρίων στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ΣΕΔΕ). Η επέκταση του ΣΕΔΕ στις μεταφορές και τα κτίρια δεν θα πρέπει να αντικαταστήσει τους υφιστάμενους κανονισμούς για την απανθρακοποίησή τους, που ήδη διαθέτουν πόρους και βρίσκονται σε πλήρη ανάπτυξη, όπως οι πολιτικές για την εξοικονόμηση ενέργειας. Επιπλέον, όλα τα έσοδα που προέρχονται από την τιμολόγηση του άνθρακα σε αυτούς τους τομείς πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να βοηθήσουν εκείνους τους λιγότερο εύπορους να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης και να αποφύγουν την ενεργειακή φτώχεια.
Ωστόσο, δεν είναι σαφές ότι αυτό τελικά θα επιτευχθεί από τις προτάσεις της Επιτροπής και είναι ανησυχητικό ότι δεν υπάρχει σαφής αποκλεισμός των επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα μέσα από το νέο ταμείο. Ομοίως, τα έσοδα από τις εισφορές μέσα από τον Μηχανισμό Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα πρέπει να κατευθύνονται αποκλειστικά σε δράσεις που υποστηρίζουν την ενεργειακή μετάβαση των αναπτυσσόμενων χωρών.