Την επόμενη ημέρα, από το βήμα της διάσκεψης, ο ίδιος δήλωνε «ριζοσπάστης ρεαλιστής» στην προσέγγισή του γύρω από την κλιματική και ενεργειακή κρίση. Με αυτόν τον αυτοχαρακτηρισμό προφανώς δήλωνε υπέρμαχος της ενεργειακής μετάβασης, της προώθησης δηλαδή των ΑΠΕ και της εξοικονόμησης ενέργειας, την οποία χαρακτήρισε μάλιστα «στρατηγική αναγκαιότητα», θεωρώντας ταυτόχρονα ρεαλιστική την ανάγκη εξορύξεων ως λύση στην παρούσα ενεργειακή κρίση.
Η επιμονή της παρούσας και της προηγούμενης κυβέρνησης στις εξορύξεις υδρογονανθράκων αποτελεί ιστορικό λάθος. Καμία λύση δεν δίνει στη σημερινή πραγματική ενεργειακή κρίση. Αντιθέτως, υπονομεύει την πορεία της Ελλάδας προς την κλιματική ουδετερότητα και βλάπτει σοβαρά την ελληνική φύση. Οι λόγοι είναι τρεις:
- Η αντιµετώπιση της κλιµατικής κρίσης. Οι εκτιμήσεις των επιστημόνων είναι σαφείς. Η επίτευξη του ολοένα και πιο δύσκολου στόχου συγκράτησης της αύξησης της θερμοκρασίας κάτω από το κρίσιμο όριο του 1,5° C δεν συνάδει με την ανάπτυξη νέας εξόρυξης.
- Η προοπτική της ενεργειακής µετάβασης σε συνδυασµό µε τη δυναµική της αγοράς ενέργειας. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας θα αφήσει σοβαρό αποτύπωμα στο ενεργειακό τοπίο για πολλά χρόνια. Ο ίδιος οργανισμός ο οποίος, δέκα χρόνια νωρίτερα, έβλεπε τη «χρυσή εποχή του ορυκτού αερίου», θεωρεί πλέον ότι αυτή η εποχή έχει φτάσει στο τέλος της, προβλέποντας σημαντική μείωση της ζήτησης ορυκτού αερίου τα αμέσως επόμενα χρόνια. Βασικοί λόγοι, σύμφωνα με τον οργανισμό, αποτελούν οι ανησυχίες για το κόστος και την επισφάλεια γύρω από το ορυκτό αέριο, οι οποίες θέτουν εν αμφιβόλω τον ρόλο του ως μεταβατικού καυσίμου, σε συνδυασμό με τις ενισχυμένες κλιματικές πολιτικές σε Ευρώπη, ΗΠΑ και Ιαπωνία. Η υλοποίηση των πολιτικών των ηγετών του πλανήτη καθιστά νομοτελειακή την πράσινη μετάβαση μακριά από τα ορυκτά καύσιμα. Γιατί, λοιπόν, στη δική μας χώρα θεωρείται ρεαλισμός το ξεκίνημα μιας φθίνουσας και πολύ βαριάς βιομηχανίας, απολύτως ασύμβατης με τον πυρήνα της ελληνικής οικονομίας, που είναι ο τουρισμός; Ποιος τελικά κερδίζει από μια τέτοια επιλογή;
- Πριν από ένα μήνα, για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος, η ζήτηση καλύφθηκε σε ποσοστό 100% από ΑΠΕ. Η ευχάριστη αυτή εξαίρεση μπορεί να γίνει κανόνας, αρκεί να δώσει μεγαλύτερη έμφαση σε αυτό η χώρα και να καλυφθούν τα σοβαρά θεσμικά και άλλα κενά που υπάρχουν, προχωρώντας άμεσα σε μεταρρυθμίσεις όπως η μαζική ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, η προσβασιμότητα του θεσμού των ενεργειακών κοινοτήτων από όλους τους καταναλωτές, η προώθηση αυτοπαραγωγής και αυτοκατανάλωσης σε πολυκατοικίες, η οργάνωση νέου συστήματος χωρικού σχεδιασμού των ΑΠΕ κ.ά. Μια σωστά οργανωμένη και ουσιαστική επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης θα μπορούσε κάλλιστα να ακυρώσει την όποια θεωρητική ανάγκη για ορυκτά καύσιμα. Στην ίδια διαπίστωση καταλήγει και ο Διεθνής Οργανισμός Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, ο οποίος εκτιμά πως απαιτούνται διπλάσιες επενδύσεις σε ΑΠΕ έως το 2030 προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του 1,5 βαθμού.
- Ο χρονισµός. Σε πρακτικό επίπεδο, το νωρίτερο που μπορεί να «δώσουν» τα κοιτάσματα ορυκτού αερίου ή πετρελαίου είναι το 2027. Αυτό σημαίνει πως το όποιο καύσιμο έρχεται πολύ αργά για να καλύψει τις ανάγκες στους δύσκολους χειμερινούς μήνες που θα ζήσουμε.
Ο πλανήτης δεν κινδυνεύει απλώς· βιώνει ήδη τα ακραία φαινόμενα ως σταθερή συνθήκη. Τώρα είναι η στιγμή της ανάληψης εκείνων των κλιματικών και ενεργειακών πρωτοβουλιών που θα μας απομακρύνουν από την αυτοκαταστροφική μας εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και θα δώσουν λίγη ελπίδα στις επόμενες γενιές. Οι εξορύξεις υδρογονανθράκων δεν είναι η λύση – μόνο κλιματική επιβάρυνση, περιβαλλοντικά προβλήματα και γεωπολιτικές αναστατώσεις θα φέρουν.
Δημήτρης Καραβέλλας, γενικός διευθυντής του WWF Ελλάς