Μια ζοφερή εικόνα με άνοδο της θερμοκρασίας με άνοδο της θερμοκρασίας, αύξηση των ημερών καύσωνα και κίνδυνο ερημοποίησης του 40% της Ελλάδας ιδιαίτερα στα νοτιοανατολικά τμήματα παρουσιάζει η έκθεση για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής της Τράπεζας της Ελλάδας. Η έκθεση, στην οποία παρουσιάζονται τα κλιματικά μοντέλα έως και το 2100 γίνεται στο πλαίσιο πλαίσιο της έρευνας της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) και της συμμετοχής της στο οκταετές έργο LIFE-IP AdaptInGR (2019-2026), φιλοξένησε σήμερα εκδήλωση, κατά την οποία παρουσιάστηκαν τα πρώτα ενδιάμεσα αποτελέσματα της επικαιροποίησης της έκθεσης «Οι περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα», η οποία αποτέλεσε τη βάση του σχεδιασμού της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή το 2015.
Το κόστος της κλιματικής αλλαγής σε οικονομικούς όρους, σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, έως το τέλος του αιώνα υπολογίζεται σε 2,2 δισ. ευρώ τον χρόνο ή 1% του ΑΕΠ περίπου, σε σημερινές αξίες. Τα δάση που καίγονται, οι καλλιέργειες που καταστρέφονται, ο τουρισμός που θα μειώνεται όσο ανεβαίνει η θερμοκρασία αντικατοπτρίζονται σε αυτό το κόστος.
Σύμφωνα δε με τον Χρήστο Ζερεφό, γενικό γραμματέα της Ακαδημίας Αθηνών και εθνικό εκπρόσωπο για την Κλιματική Αλλαγή, η κλιματική κρίση εξελίσσεται με ρυθμό εντονότερο από τις εκτιμήσεις και το κόστος της αν δεν ληφθούν μέτρα προσαρμογής και μετριασμού θα ξεπεράσει κατά πολύ τα 700 δις Ευρώ ενώ αν ληφθούν μέτρα προσαρμογής το κόστος θα εκτιμάται ότι θα μειωθεί στο μισό.
Στη μελέτη παρουσιάστηκαν οι νέες κλιματικές προβολές με βάση τις οποίες:
Η μέση θερμοκρασία μέχρι τα μέσα του αιώνα θα ανέβει σε σχέση με την περίοδο αναφοράς 1971-2000, από 1,2°C έως και 2°C ανάλογα με το σενάριο εξέλιξης των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να παρατηρούνται εάν δεν ληφθούν μέτρα μετριασμού των εκπομπών. Η δεκαετία του 2050 περιλαμβάνει το σημείο καμπής, πέραν του οποίου η ανθρωπογενής παρέμβαση στο κλίμα θα είναι μη αναστρέψιμη. Μετά το 2060, η αύξηση στη μέση θερμοκρασία θα φτάσει τους 2°C έως και 5°C περίπου, ανάλογα με το σενάριο εκπομπών.
Σημαντική θα είναι η αύξηση και του αριθμού ημερών με καύσωνα στα πεδινά, έως και κατά 10-15 ημέρες μέχρι τα μέσα του αιώνα και έως 30-50 μέρες μέχρι το 2100, εάν δεν ληφθούν μέτρα περιορισμού των εκπομπών CO2.
H χώρα μας και η ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου ανήκουν στις λίγες περιοχές του πλανήτη όπου αναμένεται στο μέλλον μείωση των βροχοπτώσεων. H βροχόπτωση αναμένεται να μειωθεί σημαντικά μετά το 2050, ιδιαίτερα στα νοτιότερα τμήματα της χώρας.
Η ενίσχυση της ξηρασίας, λόγω της μείωσης των βροχοπτώσεων και του αριθμού ημερών βροχής σε συνδυασμό με την άνοδο της θερμοκρασίας, θα έχει ως αποτέλεσμα τη μετάπτωση του κλίματος στη χώρας μας προς το ξηρότερο. Αποτέλεσμα αυτού είναι περίπου το 40% της Ελλάδας, ιδίως τα ανατολικά και νότια τμήματα, να κινδυνεύουν μέχρι το τέλος του αιώνα να ερημοποιηθούν στην περίπτωση που δεν ληφθούν παγκοσμίως μέτρα για τον περιορισμό των θερμοκηπικών αερίων.
Στο μελλοντικό κλίμα αναμένεται αύξηση της συχνότητας των ακραία έντονων βροχοπτώσεων, που θα γίνεται εντονότερη όσο λιγότερα μέτρα ληφθούν και όσο οδεύουμε προς το τέλος του 21ου αιώνα.
Αύξηση αναμένεται και στον αριθμό των ημερών με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς: από 10 έως και 20 περισσότερες ημέρες πυρκαγιάς μέχρι τα μέσα του αιώνα και από 15 έως και 50 περισσότερες ημέρες με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς προς τα τέλη του αιώνα, ιδιαίτερα στις περιοχές που και σήμερα είναι πιο επιρρεπείς στις δασικές πυρκαγιές.
Σημαντικές θα είναι, τέλος, και οι επιπτώσεις της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Με βάση τις εκτιμήσεις των μοντέλων, έως τα μέσα του αιώνα αναμένεται η στάθμη της θάλασσας να ανέβει κατά 15 έως 20 εκατοστά και κατά 20 έως 80 εκατοστά μέχρι τα τέλη του αιώνα, ανάλογα με την εξέλιξη των εκπομπών θερμοκηπικών αερίων, με συνέπειες μεταξύ άλλων στη γεωργία στις παράκτιες περιοχές.
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη γεωργία – Η περίπτωση της Θεσσαλίας
Στη μελέτη παρουσιάστηκαν οι εκτιμώμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στους εδαφικούς πόρους και στις αροτραίες καλλιέργειες για τρεις περιοχές μελέτης (Τρίκαλα, Ζάππειο, Σωτήριο) της περιφέρειας της Θεσσαλίας.
Οι εκτιμώμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην περιοχή της Θεσσαλίας:
- Ένταση των τάσεων ερημοποίησης του εδάφους, με αποτέλεσμα τον περιορισμό και την υποβάθμιση των καλλιεργήσιμων γαιών.
- Μείωση της παραγωγής αραβοσίτου μέχρι 41,7% και βαμβακιού μέχρι 34,2% και αύξηση της παραγωγής σιταριού κατά 13,4% στο δυσμενέστερο σενάριο εκπομπής έως το τέλος του αιώνα.
- Σε βαθιά εδάφη, μείωση των αποδόσεων του αραβοσίτου έως 29,3% και του βαμβακιού μέχρι 29,6% και αύξηση των αποδόσεων του σιταριού μέχρι 68,6%, έως το τέλος του αιώνα στο δυσμενέστερο σενάριο εκπομπής.
- Σε ρηχά και επικλινή εδάφη, εκμηδένιση των αποδόσεων του βαμβακιού και του αραβοσίτου και διατήρηση σε χαμηλά επίπεδα των αποδόσεων του σιταριού, στο μέσο και στο δυσμενέστερο σενάριο εκπομπής έως το μέσο του αιώνα.
- Περαιτέρω μειώσεις στην παραγωγή κατά 3,6% σε όλες τις καλλιέργειες σε διαβρωμένα εδάφη.