Η αποχώρηση της Repsol και της Total αποτελεί ένα πλήγμα, ωστόσο όπως αναφέρουν στο iEnergeia.gr αυτή τη στιγμή το στοίχημα είναι να κινηθεί η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων με γρήγορους ρυθμούς, ώστε να δοθεί το σήμα ότι υπάρχει έντονο ενδιαφέρον. Επισημαίνουν πως μεγάλες εταιρείες όπως η BP ή η Τotal έχουν δουλέψει σε βαθιά ύδατα, οπότε έχουν την τεχνογνωσία για να υποστηρίξουν το εγχείρημα στη χώρα μας, ενώ αποκλείουν ότι η αποχώρηση της Total συνδέεται με το τι βρήκε.
Άλλωστε, όπως υπογραμμίζουν -οι ίδιοι αναλυτές- δεν μπορεί να γνώριζαν στην εταιρία κάτι περισσότερο από το ελληνικό δημόσιο. Παράλληλα, αποσυνδέουν τις καθυστερήσεις των ερευνών στις περιοχές νοτιοδυτικά της Κρήτης με γεωγραφικές διεκδικήσεις, εκτιμώντας πως δεν υπάρχει πρόβλημα με την λιβυκή ΑΟΖ και προσθέτουν πως «δεν υπήρξε καμία κίνηση από διεκδικητή σε σχέση με τη συγκεκριμένη περιοχή, άλλωστε οι χάρτες με τα όρια έχουν αναρτηθεί στην Ε.Ε.». Σε κάθε περίπτωση διαπιστώνεται πως η έλλειψη βούλησης από την πλευρά της πολιτείας οδήγησε την γαλλική εταιρία στην αποχώρηση.
Η Ελλάδα τώρα προσπαθεί να καλύψει το χαμένο έδαφος
Η Ελλάδα τώρα προσπαθεί να καλύψει το χαμένο έδαφος. Οι διαδικασίες των ερευνών άλλωστε είναι χρονοβόρες και όπως επισημαίνουν αναλυτές όταν φεύγει κάποια εταιρία δημιουργούνται μεγάλες καθυστερήσεις, μέχρι να καλυφθεί το κενό τους. Όπως είχε επισημάνει στο παρελθόν ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΔΕΥ κ. Αριστοφάνης Στεφάτος, μιλώντας σε συνέδριο, «παρά τις προσπάθειες την τελευταία δεκαετία να αναπτύξει η Ελλάδα βιομηχανία παραγωγής υδρογονανθράκων, εξακολουθεί να μην υπάρχει σαφήνεια αναφορικά με το μέγεθος των δυνητικών αποθεμάτων φυσικού αερίου της χώρας. Η ασάφεια αυτή παραμένει, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι διαθέτουμε αποθέσεις φυσικού αερίου σημαντικής αξίας, που ενδεχομένως να ξεπερνά τα 250 δισ. ευρώ.
Αντίθετα, γειτονικές μας χώρες στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως η Κύπρος, το Ισραήλ και η Αίγυπτος, έχουν εδώ και χρόνια επιτύχει την αξιοποίηση των δικών τους κοιτασμάτων. Είναι καιρός να ολοκληρώσουμε τις γεωλογικές και σεισμικές έρευνες για να αποκτήσουμε την απαιτούμενη σαφήνεια, που θα μας επιτρέψει να τεκμηριώσουμε τις αποφάσεις για το πώς θα προχωρήσουμε», δήλωνε ο κ. Στεφάτος.
Την ανάγκη «να υπάρξει συνεχής προσπάθεια για προσέλκυση μεγάλων διεθνών πετρελαϊκών εταιρειών για την υποβολή αιτήσεων ενδιαφέροντος για χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές, αποδοχή των αιτήσεων ενδιαφέροντος που θα υποβληθούν και άμεση προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία» αναφέρει μεταξύ άλλων σε ειδική έκθεσή του το Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
«Η παρουσία του αγωγού TAP, ο οποίος είναι ήδη σε λειτουργία, του διασυνδετήριου αγωγού Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), ο οποίος βρίσκεται υπό κατασκευή, του σχεδιαζόμενου EastMed και των τεσσάρων νέων FSRUs (δύο στην Αλεξανδρούπολη, ένα στους Αγίους Θεοδώρους Κορίνθου και ένα στο Βόλο), ενισχύουν τη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία της χώρας μας και της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης», ανέφερε σε ανακοίνωσή της τον περασμένο μήνα.