Η στρατηγική αυτή δεν ενισχύει μόνο την ενεργειακή ασφάλεια των χωρών. Όπως διαπιστώνει η ίδια μελέτη, λειτουργεί και ως ανάχωμα στην αστάθεια των τιμών, αφού το αποθηκευμένο αέριο διατίθεται φθηνότερα σε σχέση με το εισαγόμενο LNG κατά τις περιόδους αιχμής.
Σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κανονισμό για την αποθήκευση αερίου, ο στόχος πλήρωσης των αποθηκών έχει οριστεί στο 90% της συνολικής χωρητικότητας έως την 1η Νοεμβρίου κάθε έτους. Ενδεικτικό της βαρύτητας που δίνει η Ένωση στο ζήτημα είναι ότι ο συγκεκριμένος στόχος έχει επιτευχθεί νωρίτερα από την επίσημη προθεσμία και για τα δύο τελευταία χρόνια.
Τις τελευταίες εβδομάδες, ωστόσο, έχει τεθεί στο τραπέζι πρόταση για πιθανή μείωση του ποσοστού υποχρεωτικής αποθήκευσης κατά 10%. Αν και προς το παρόν δεν έχει ληφθεί σχετική απόφαση, όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κλίνει προς τη διατήρηση του ισχύοντος στόχου του 90%.
Η ίδια μελέτη του ENTSO-G υπενθυμίζει ότι η αναπλήρωση των αποθεμάτων φυσικού αερίου θα πρέπει να ξεκινήσει το ταχύτερο δυνατό, ώστε να διασφαλιστεί η επάρκεια και για την επόμενη περίοδο υψηλής κατανάλωσης. Όπως σημειώνεται, τα αποθέματα φυσικού αερίου βρέθηκαν στο 34% της χωρητικότητας την 1η Απριλίου 2025 – στο τέλος της χειμερινής περιόδου και του ετήσιου κύκλου κατανάλωσης. Αν και το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο από τα αντίστοιχα των δύο προηγούμενων ετών (κατά τα οποία επικράτησαν σχετικά ήπιοι χειμώνες), παραμένει συγκρίσιμο με τα επίπεδα πριν την εισβολή στην Ουκρανία και την έκρηξη της ενεργειακής κρίσης.
Παράλληλα, τα στοιχεία του Gas Infrastructure Europe (GIE) δείχνουν ότι από τα τέλη Μαρτίου έχει ήδη ξεκινήσει η περίοδος πλήρωσης των αποθηκών, καθώς καταγράφονται καθαρές εγχύσεις φυσικού αερίου στα ευρωπαϊκά αποθηκευτικά συστήματα.
Σε αυτό το περιβάλλον, ο ρόλος του ελληνικού ενεργειακού κόμβου, και ειδικότερα του σταθμού LNG της Ρεβυθούσας, αποκτά κομβική σημασία. Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025, ο αριθμός των φορτίων LNG που αφίχθησαν στη Ρεβυθούσα υπερδιπλασιάστηκε σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Το LNG κάλυψε περίπου το 44% των συνολικών εισαγωγών, με κύριο προμηθευτή τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ, η εγχώρια κατανάλωση φυσικού αερίου παρουσίασε αύξηση 28,61% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Η μεγαλύτερη άνοδος καταγράφεται στην ηλεκτροπαραγωγή, η οποία εμφάνισε αύξηση 48,11% και απορρόφησε το 64% της συνολικής ζήτησης. Οι εξαγωγές φυσικού αερίου καταγράφουν επίσης ανοδική πορεία, γεγονός που αποδίδεται στη βελτίωση των διασυνδέσεων με τη νοτιοανατολική Ευρώπη και τη διεύρυνση της περιφερειακής αγοράς ενέργειας.