Η ΕE πέτυχε να απελευθερώσει την αγορά φυσικού αερίου, αλλά μεγάλωσε σημαντικά η εξάρτηση της από την Ρωσία
Πέμπτη, 17/05/2018 - 15:06
«Η απελευθέρωση της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου αναγνωρίζεται ευρέως ως σημαντική επιτυχία από τους αναλυτές του βιομηχανικού τομέα» γράφει ο ιστότοπος EURACTIV στην ανάλυση που παρουσιάζει για το θέμα αυτό, επισημαίνοντας όμως παράλληλα, ότι παρά την επιτυχία αυτή «οι πολιτικοί της Ευρώπης διστάζουν να πανηγυρίσουν, επειδή η απελευθέρωση της αγοράς απέτυχε σ' έναν άλλο τομέα κλειδί, που είναι η διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας φυσικού αερίου, με αποτέλεσμα «κατά ειρωνικό τρόπο η Ευρώπη να εξαρτάται τώρα περισσότερο από ποτέ από την Ρωσία για το φυσικό αέριο. Στην εν λόγω ανάλυση εξετάζεται η περίοδος ανάπτυξης της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου το 2006, όταν είχε προκληθεί η πρώτη μεγάλη κρίση στο ζήτημα του φυσικού αερίου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας με αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Ένωση, εξαιτίας της απόφασης του Κιέβου να αντλεί χωρίς έγκριση ποσότητες φυσικού αερίου που προορίζονταν για την Ευρώπη, να μην λαμβάνει για πρώτη φορά για μερικές μέρες τις ποσότητες ρωσικού φυσικού αερίου που είχε συμφωνήσει με την Ρωσία. Το γεγονός αυτό υπήρξε η αφορμή για να αρχίσει η υλοποίηση μιας σειράς προγραμμάτων που προσέβλεπαν στην μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου και τον εκτοπισμό της Ρωσίας από αυτήν. «Δώδεκα χρόνια αργότερα οι πολιτικοί αναλυτές συμφωνούν ότι οι αγορές φυσικού αερίου άλλαξαν ριζικά και έγιναν καλύτερες», γράφει η ανάλυση του EURACTIV. Σε μεγάλο βαθμό αυτό επιτεύχθηκε , ιδιαίτερα στην Βόρειοανατολική Ευρώπη και λιγότερο στην Κεντρική Ευρώπη και την Ιταλία», δηλώνει ο Τζόναθαν Στερν επικεφαλής του προγράμματος φυσικού αερίου του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης. σε συνέντευξη του στο EURACTIV, προσθέτοντας ότι «ουσιαστικά στην Νότια και Ανατολική Ευρώπη παρατηρήθηκε μικρότερη ολοκλήρωση των αγορών, αλλά σε γενικές γραμμές υπήρξε σε μεγάλο βαθμό πρόοδος». Σήμερα, οι αγορές φυσικού αερίου είναι πιο ρευστές. Περίπου το 60-70% των πωλήσεων φυσικού αερίου πραγματοποιείται μέσα από τις ανοιχτές ανταγωνιστικές αγορές, ενώ ο αριθμός αυτός μπορεί να φθάσει το 80% αν προστεθεί και η Ιταλία, δηλώνει ο Στέρν. Ο ίδιος διευκρινίζει ότι «αυτή τη στιγμή ξέρουμε ότι έχουμε μια πραγματική αγορά φυσικού αερίου στην Νότια Ευρώπη και στα άλλα τμήματα της ηπείρου, όπου οι τιμές καθορίζονται από την προσφορά και την ζήτηση» και αυτό «επηρεάζει όλη την Ευρώπη». Το EURACTIV επισημαίνει ότι το τρίτο ενεργειακό πακέτο εξασφάλισε τον διαχωρισμό των ευρωπαϊκών εταιρειών ενέργειας σε ανεξάρτητους παραγωγούς φυσικών πόρων και διαχειριστές δικτύων διανομής, και αυτό δίνει στους καταναλωτές την δυνατότητα να επιλέγουν τον προμηθευτή τους, οι παραδοσιακοί αγωγοί φυσικού αερίου απόκτησαν τεχνολογικά την δυνατότητα να διοχετεύουν φυσικό αέριο εφόσον καταστεί αναγκαίο από την Δύση προς την Ανατολή, ενώ διαμορφώνεται ένα εξελιγμένο δίκτυο αγωγών φυσικού αερίου, οι οποίοι σε περίπτωση ανάγκης μπορούν να διοχετεύουν φυσικό αέριο από τον βορρά προς τον νότο και αντιστρόφως. Ωστόσο παρά τις επιτυχίες που σημείωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση στον τομέα της απελευθέρωσης της αγοράς φυσικού αερίου, δεν κατάφερε όπως επισημαίνεται να πετύχει έναν άλλο στόχο της ενεργειακής της πολιτικής, όπως είναι η διαφοροποίηση των ενεργειακών προμηθευτών φυσικού αερίου. «Η πτώση της παραγωγής στην Βόρειο Θάλασσα και τα γεωπολιτικά προβλήματα που εμπόδιζαν τις εισαγωγές φυσικού αερίου από άλλες περιοχές του κόσμου καθώς και η μη αύξηση της παραγωγής φυσικού αερίου στη Νορβηγία, άφησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς άλλες εναλλακτικές λύσεις, εκτός από το να αυξήσει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου» επισημαίνει η ανάλυση του EURACTIV, υπογραμμίζοντας ότι ακόμη και η αύξηση των αγορών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) δεν μπορεί να αλλάξει την κατάσταση επειδή το LNG εξακολουθεί να είναι σταθερά πιο ακριβό από το ρωσικό φυσικό αέριο που εισάγει η Ευρώπη μέσω αγωγών φυσικού αερίου. Πηγή: EURACTIV