Ο απρόβλεπτος χειμώνας που έρχεται φέρνει συναγερμό στα νοικοκυριά, ειδικά σε όσα χρησιμοποιούν θέρμανση με φυσικό αέριο, καθώς τα νέα δείχνουν δυσάρεστα. Με τις τιμές να έχουν εκτοξευθεί και τις απειλές του Βλ. Πούτιν ότι θα κόψει κάθε ροή τα νοικοκυριά βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση.
Όπως φαίνεται θα υπάρξει μια στροφή στη θέρμανση με πετρέλαιο, αλλά αυτό είναι ανέφικτο για πολλούς. Για την «στροφή» στο πετρέλαιο θα υπάρχουν κίνητρα είπε ο Θ. Σκυλακάκης και υπογράμμισε πως ενδέχεται να υπάρξει μεγαλύτερη επιδότηση στο πετρέλαιο αν αποτελέσει το κύριο μέσο θέρμανσης.
Μάλιστα μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα φαίνεται ότι θα αλλάξουν όλα τα μέτρα για το ρεύμα.
Σχεδιάζεται αύξηση του επιδόματος θέρμανσης για να στραφούν τα νοικοκυριά μακριά από την κατανάλωση φυσικού αερίου, ωστόσο πρόκειται για ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα.
Σε ότι αφορά το ρεύμα δεν αποκλείεται να μπει πλαφόν στην κατανάλωση που θα μπορεί να επιδοτηθεί από τους πόρους του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης και του κρατικού προϋπολογισμού. Η κάθε κιλοβατώρα που καταναλώνεται από τα νοικοκυριά απορροφά αυτή τη στιγμή 64 λεπτά από τους δημόσιους πόρους.
Δεδομένου ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα αυτή τη στιγμή που επιδοτεί οριζόντια και χωρίς όριο την κατανάλωση του ρεύματος, σχεδιάζεται να μπει ένας κόφτης, όπως γράφει η «Ναυτεμπορική». Το ποιο θα είναι το όριο θα αποφασιστεί με γνώμονα το να αποτραπεί η «στροφή» στο ηλεκτρικό ρεύμα για την κάλυψη των αναγκών θέρμανσης. Και αυτό διότι το επιπλέον ρεύμα που θα ζητηθεί, ουσιαστικά θα παράγεται από το πανάκριβο φυσικό αέριο. Έτσι, η θέσπιση του πλαφόν δεν θα αποσκοπεί τόσο στην εξοικονόμηση δημοσιονομικού χώρου (είναι μικρός ο αριθμός των νοικοκυριών που πραγματοποιούν μηνιαία κατανάλωση πάνω από 300 κιλοβατώρες) όσο στο να λειτουργήσει αποτρεπτικά στο ενδεχόμενο «στροφής» των νοικοκυριών προς το ηλεκτρικό ρεύμα. Το πού θα μπει βέβαια το όριο είναι καθοριστικό στοιχείο.
Το μεγάλο ερώτημα είναι αν το πλαφόν θα αφορά και τις επιχειρήσεις, οι οποίες μάλιστα έχουν μεγαλύτερες καταναλώσεις ηλεκτρικής ενέργειας από τα νοικοκυριά.
Ο προβληματισμός είναι πολύ έντονος, καθώς υπάρχουν νοικοκυριά που δεν έχουν άλλη επιλογή από το να χρησιμοποιήσουν ηλεκτρικό ρεύμα για τη θέρμανσή τους (π.χ. ένοικοι πολυκατοικιών που έχουν κλείσει εδώ και χρόνια την κεντρική θέρμανση λόγω χρεών). Επίσης, νοικοκυριά επιδοτήθηκαν ακόμη και μέσω του προγράμματος «Εξοικονομώ» με κοινοτικούς πόρους για να στραφούν στις αντλίες θερμότητας, οι οποίες ναι μεν καταναλώνουν πολύ λιγότερη ενέργεια συγκριτικά με τα ηλεκτρικά καλοριφέρ ή το πετρέλαιο θέρμανσης, αλλά και πάλι, το νοικοκυριό που την εγκαθιστά θα δείξει σημαντική αύξηση στην κατανάλωση του ρεύματος. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν το πλαφόν θα αφορά και τις επιχειρήσεις, οι οποίες μάλιστα έχουν μεγαλύτερες καταναλώσεις ηλεκτρικής ενέργειας από τα νοικοκυριά. Η κατανάλωση ρεύματος στις επιχειρήσεις, όμως, είναι συνδεδεμένη με την παραγωγική δραστηριότητα. Θα εξεταστεί κατά πόσο υπάρχουν περιθώρια να μπουν κάποια «φρένα» και στην επιδότηση των επιχειρήσεων. Προς το παρόν, και στις μικρομεσαίες αλλά και στις μεγάλες επιχειρήσεις, η επιδότηση είναι οριζόντια με τη μόνη διαφορά ότι στις μεγάλες επιχειρήσεις καλύπτεται μικρότερο ποσοστό από την επιβάρυνση που προκαλεί η εκτόξευση της τιμής χονδρικής (καλύπτει περίπου του 60% του κόστους έναντι 80%-90% σε νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις)
Η δεύτερη παρέμβαση αφορά τη διεύρυνση του επιδόματος θέρμανσης, ώστε να καλυφθούν ακόμη περισσότερα νοικοκυριά και να διευκολυνθεί η χρήση του πετρελαίου θέρμανσης, που με βάση τα σημερινά δεδομένα αποτελεί τη φθηνότερη πηγή. Μια θερμική κιλοβατώρα που παράγεται από πετρέλαιο θέρμανσης (με την τιμή του στο 1,62 ευρώ το λίτρο) κοστίζει αυτή τη στιγμή 15 λεπτά, όταν η τιμή του φυσικού αερίου κινείται πάνω από τα 20-25 λεπτά, δεδομένου ότι η τιμή του φυσικού αερίου παραμένει πάνω από τα 220 ευρώ ανά μεγαβατώρα.