Το ενεργειακό κόστος εκτός από το να αυξάνει το κόστος προϊόντων και υπηρεσιών, εκτός από την αυξητική επίδραση στις τιμές τροφίμων και ποτών - συνεπακόλουθα και του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού - βάζει φρένο και στις χριστουγεννιάτικες αγορές, σύμφωνα με τις έρευνες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα αλλά και με δηλώσεις εκπροσώπων της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Όπως εκτίμησε o πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, μιλώντας με δημοσιογράφους, ο φετινός τζίρος των επιχειρήσεων θα είναι καλύτερος από το 2021, αλλά δεν θα αγγίξει τον αντίστοιχο του 2019, ενώ σημείωσε ότι σε κάποια καταναλωτικά είδη, όπως ένδυση και υπόδηση αναμένεται να μειωθεί ο τζίρος κατά 20%.
Ο ίδιος δήλωσε ακόμη, ότι σύμφωνα με την έρευνα που πραγματοποίησε πρόσφατα η Pulse RC για λογαριασμό του επιμελητηρίου, ένα μεγάλο ποσοστό των ερωτηθέντων αναφέρει ότι το ενεργειακό κόστος αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή εξόδων.
Ο ίδιος εξήγησε ότι μεγάλο μέρος των εισοδημάτων των πολιτών χάνεται στην ενέργεια και στα είδη πρώτης ανάγκης, γεγονός που οδηγεί στη μείωση της κατανάλωσης.
«Η αισιοδοξία θα έρθει μόνο αν η Ευρώπη πιεστεί και βάλει ένα πλαφόν στην ενέργεια, διαφορετικά τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι πολύ δύσκολα για την οικονομία των χωρών και ιδιαίτερα για την Ελλάδα που είναι μία ευάλωτη οικονομία» τόνισε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών
Τέλος, επανέλαβε την πρόταση του επιμελητηρίου για μία ρύθμιση 120 δόσεων για το σύνολο των οφειλών, διαφορετικά όπως εξήγησε ένα μεγάλο ποσοστό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν θα καταφέρει να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις του.
Μείωση δαπανών 31% βλέπει ο ΣΕΛΠΕ
Στο μεταξύ μείωση δαπανών κατά 31%, διαβλέπει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣEΛΠE). Δηλαδή εκτιμά ότι θα υπάρξει απώλεια περίπου 1/3 του περυσινού τζίρου σύμφωνα με τα ευρήματα έρευνας που διενήργησε.
Από την έρευνα προκύπτει ότι λιγότερα χρήματα, σε σχέση με το 2021 θα δαπανήσουν φέτος τα Χριστούγεννα 7 στους 10 καταναλωτές.
Η έρευνα υλοποιήθηκε με την επιστημονική υποστήριξη του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και όπως προκύπτει, η πλειοψηφία του κοινού, ποσοστό 71%, θεωρεί ότι η αξία των αγορών της τα φετινά Χριστούγεννα θα είναι μειωμένη, ποσοστό 8% εκτιμά ότι θα είναι αυξημένη, ενώ το 22% θεωρεί ότι θα μείνει αμετάβλητη. Το μεγαλύτερο ποσοστό (38%) θεωρεί ότι η μείωση αυτή θα είναι πάνω από το μισό της δαπάνης του προηγούμενου έτους (50%+).
Μεσοσταθμικά, η εκτίμηση των καταναλωτών μεταφράζεται σε εκτιμώμενη μείωση της τάξης του 31%, δηλαδή φέτος θα χαθεί περίπου το 1/3 του περυσινού τζίρου. Η εκτίμηση, αν και μη πραγματική, είναι ενδεικτική του καταναλωτικού κλίματος που επικρατεί στην αγορά, σύμφωνα με την έρευνα του ΣEΛΠE.
Όσον αφορά το ύψος της εκτιμώμενης δαπάνης για αγορές την περίοδο των Χριστουγέννων, μεσοσταθμικά εκτιμάται σε 145 ευρώ κατά κεφαλήν (έναντι 146 ευρώ που ήταν η περυσινή εκτίμηση στην αντίστοιχη έρευνα). Το 15% εκτιμά ότι δεν θα δαπανήσει τίποτα, το 19% μέχρι 50 ευρώ, το 25% έως 100 ευρώ, το 23% από 101 έως 200 ευρώ, το 14% από 200 έως 500 ευρώ και το 4% πάνω από 500 ευρώ. Πρακτικά το μισό κοινό, ποσοστό 52%, θα δαπανήσει λιγότερο από 100 ευρώ τα φετινά Χριστούγεννα για αγορές.
Σε ό,τι αφορά τις διαδικτυακές αγορές: 1 καταναλωτής αγοράζει κυρίως ηλεκτρονικά έναντι 4 καταναλωτών που αγοράζουν κυρίως φυσικά.
Τα παραπάνω ευρήματα, σύμφωνα με την έρευνα, σχετίζονται με την επίδραση που έχει η αύξηση του κόστους ενέργειας και των ανατιμήσεων στο διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών.
Το αυξημένο ενεργειακό κόστος επηρεάζει κάθε πτυχή της καθημερινότητας και κατά συνέπεια σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΙΝ.ΕΜ.Υ.-ΕΣΕΕ), το κόστος για το φετινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι (6-8 ατόμων) κυμαίνεται από 92,55 έως 127,07 ευρώ. Πρόκειται για μεταβολή της τάξης του 11,6% έως 12,1% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τραπέζι του 2021.