Tη λανθασμένη απόφαση της προκλητικά αμειβόμενης Διοίκησης της ΔΕΗ να κλείσει τις λιγνιτικές μονάδες το 2021, συνάπτοντας δανεισμό με ρήτρα αειφορίας, απόφαση που πληρώνουν οι καταναλωτές και πλήττει την ενεργειακή επάρκεια της Ελλάδας, ανέδειξε ο τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας και βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Σωκράτης Φάμελλος, κατά τη συζήτηση επίκαιρης ερώτησης στη Βουλή.
«Η απόφαση αυτή προστίθεται στις λανθασμένες στρατηγικές επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη της βίαιης και χωρίς σχέδιο απολιγνιτοποίησης, της ιδιωτικοποίησης ενεργειακών φορέων και της παράδοσης της πλειοψηφίας της ΔΕΗ σε ιδιώτες η οποία λειτουργεί πλέον ως μία ιδιωτική εταιρεία με μοναδικό γνώμονα την κερδοφορία της, επιλογές που έχουν καταστήσει την Ελλάδα πιο ευάλωτη στις επιπτώσεις της ουκρανικής κρίσης», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Σημείωσε πως η διοίκηση της ΔΕΗ θεώρησε λανθασμένα ότι οι ιδιαιτέρως χαμηλές τιμές φυσικού αερίου του 2020, εξαιτίας την πανδημίας και των lockdown, θα αποτελέσουν μόνιμο φαινόμενο. Για το λόγο αυτό οδηγήθηκε στο να αποστείλει επιστολή στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) και στον Διαχειριστή του Συστήματος Μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ), στις 22 Φεβρουαρίου του 2021, που ανακοίνωνε την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων τον Αύγουστο του 2021 για οικονομικούς λόγους, επιστολή που δεν έγινε αποδεκτή από τον ΑΔΜΗΕ για λόγους ασφάλειας του συστήματος.
Η διοίκηση της ΔΕΗ επιπλέον, προβλέποντας λανθασμένα ότι οι τιμές του φυσικού αερίου θα είναι χαμηλές, ρίσκαρε και προχώρησε στη σύναψη μεγάλων δανείων με ρήτρα διοξειδίου του άνθρακα. Ο «πράσινος δανεισμός» που πέρασε στη δημοσιότητα με έντονους πανηγυρισμούς, διότι η ΔΕΗ έπαιρνε πιο φτηνό χρήμα, αποδεικνύεται με τραγικό τρόπο ότι τελικά κοστίζει στους καταναλωτές και στην ενεργειακή επάρκεια της Ελλάδας, γιατί αυτός ο δανεισμός της ΔΕΗ προβλέπει συγκεκριμένες ποινές και αυξημένα επιτόκια, εάν διαπιστωθεί ότι αυξάνονται οι εκπομπές λόγω της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων που εκπέμπουν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα σε σχέση με τις μονάδες φυσικού αερίου.
Η ενεργειακή στρατηγική της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει καταρρεύσει πλήρως και συμπαρασύρει τους πολίτες, τους αγρότες, τους δήμους, τις επιχειρήσεις, τη βιομηχανία, στο σύνολό της δηλαδή την ελληνική κοινωνία και οικονομία. Όμως η απόφαση της Διοίκησης της ΔΕΗ, σε αγαστή συνεργασία με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), να κλείσει τις λιγνιτικές μονάδες χωρίς σχέδιο, νωρίτερα ακόμη και από το πλάνο της δήθεν απολιγνιτοποίησης, δημιουργεί ζήτημα επάρκειας του ενεργειακού μας συστήματος, ειδικά μετά την ουκρανική κρίση.
«Η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη επιβεβαιώνεται για άλλη μία φορά αλλά δυστυχώς με τραγικό τρόπο. Το δελτίο Τύπου του ΥΠΕΝ, μετά την έκτακτη συνεδρίαση της Ομάδας Διαχείρισης Κρίσεων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, της 30ης Μαρτίου επιβεβαιώνει ότι ήταν εντελώς λανθασμένη η επιλογή της κυβέρνησης και της Διοίκησης της ΔΕΗ να μη βάζουν τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ στο σύστημα και να μην έχουν διασφαλίσει την επαρκή τροφοδοσία των μονάδων με λιγνίτη, να μην υπάρχει επαρκές προσωπικό. Το δελτίο Τύπου του ΥΠΕΝ αναφέρει συγκεκριμένα ότι: την Τρίτη η ΔΕΗ θα καταθέσει στο ΥΠΕΝ το ετήσιο πλάνο εξόρυξης λιγνίτη στα ορυχεία της, για τη διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας των διαθέσιμων λιγνιτικών μονάδων. Παραδέχεται επίσημα δηλαδή το Γραφείο Τύπου του Υπουργείου Περιβάλλοντος ότι η ΔΕΗ δεν έχει ετήσιο πλάνο εξόρυξης λιγνίτη και ότι η κυβέρνηση δεν έχει πλάνο για τη επάρκεια του ενεργειακού μας συστήματος. Και τώρα τρέχετε εκ των υστέρων να κάνετε όσα έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και όσα έλεγε το δικό μας σχέδιο για την ενέργεια», υπογράμμισε ο Σ.Φάμελλος.
Σχετικά τέλος με την ακρίβεια που αμφισβητεί την επιβίωση των νοικοκυριών και των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας δήλωσε ότι : «θα υπογραμμίσω για άλλη μια φορά ότι ακόμη και τώρα, εξαιτίας των ιδιαιτέρως έκτακτων συνθηκών που έχει δημιουργήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, η κυβέρνηση οφείλει να ξεπεράσει τις ιδεοληπτικές της εμμονές και να προχωρήσει σε συγκεκριμένα μέτρα τα οποία δεν θα κουραστούμε να επαναλαμβάνουμε για την ανάσχεση της ακρίβειας: έλεγχο της αγοράς ενέργειας με περιορισμό των άδικων υπερκερδών στη χονδρεμπορική, αναδρομική φορολόγηση των ουρανοκατέβατων κερδών και επιστροφή τους στους καταναλωτές, υποχρεωτικά σταθερά διμερή συμβόλαια παραγωγών-παρόχων και βιομηχανίας, ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα της ΔΕΗ και παρεμβάσεις μείωσης των τιμών και πλαφόν είτε στο περιθώριο κέρδους ή και στη ρήτρα αναπροσαρμογής όπως έχουν κάνει πάρα πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως είναι η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία».