Πιο «ζεστά» φαίνεται ότι βλέπει πλέον η Ευρώπη την παραγωγή βιομεθανίου, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, το συνακόλουθο ράλι των τιμών του φυσικού αερίου τον περασμένο χειμώνα και την ανάδυση της διπλής ανάγκης για διαφοροποίηση της ενεργειακής τροφοδοσίας και ενίσχυση της ενεργειακής αυτονομίας της ΕΕ.
Την εκτίμηση αυτή διατύπωσε ο αντιπρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Παραγωγών Βιοαερίου (ΕΣΠΑΒ), Σπύρος Τζιάκας, διευθύνων σύμβουλος της ΒΙΟΕΝΕΡΓΕΙΑ ΝΙΓΡΙΤΑΣ ΑΕ, μιλώντας σε εκδήλωση του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), με θέμα την εξοικονόμηση ενέργειας στη βιομηχανία.
Σύμφωνα με τα όσα μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στην εκδήλωση αναφέρθηκαν ακόμα τα οφέλη του βιομεθανίου, το οποίο μπορεί να παράγεται από αναβαθμισμένες μονάδες βιοαερίου, είναι πολλαπλά. Δεν σταματούν στο γεγονός ότι έχει πολύ χαμηλό ανθρακικό αποτύπωμα σε σχέση όχι μόνο με τα συμβατικά καύσιμα, αλλά και με τα υπόλοιπα βιοκαύσιμα, ούτε στο ότι πληροί τις προϋποθέσεις της κυκλικής οικονομίας, αφού για την παραγωγή του χρησιμοποιούνται απόβλητα και κατάλοιπα του πρωτογενούς τομέα (απόβλητα κτηνοτροφικών μονάδων όπως το τυρόγαλα, υπολείμματα ελαιοτριβείων, φλούδες και πούλπες από φρούτα, ενσιρώματα από ενεργειακά φυτά, απόβλητα εκκοκιστηρίων, στέμφυλα οινοποιείων, μαγιά μπίρας κτλ).
Ένα επιπλέον όφελος είναι ότι, αναλόγως της μορφής του, αν δηλαδή είναι υγροποιημένο ή συμπιεσμένο, Bio-LNG ή Bio-CNG, μπορεί είτε να μεταφερθεί σε μακρινές αποστάσεις από το σημείο παραγωγής του είτε, καθότι έχει σχεδόν ίδιες φυσικοχημικές ιδιότητες με το φυσικό αέριο, να εγχυθεί απευθείας σε ήδη υφιστάμενους αγωγούς φυσικού αερίου, πχ, του ΔΕΣΦΑ ή της ΕΔΑ ΘΕΣΣ.
Παρότι σε χώρες όπως η Γαλλία -που δεν είχαν αναπτύξει τον τομέα των μονάδων βιοαερίου για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, λόγω του «μαξιλαριού ασφαλείας» των πυρηνικών- έχουν ήδη αρχίσει να δημιουργούνται εργοστάσια βιομεθανίου, μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ελλάδα έχει ακόμα αρκετά θέματα να αντιμετωπίσει, σύμφωνα πάντα με τον κ.Τζιάκα.
Ένα πρόβλημα είναι -όπως επισήμανε- η ανυπαρξία του απαιτούμενου θεσμικού πλαισίου για διάθεση του παραγόμενου βιομεθανίου στο δίκτυο φυσικού αερίου και σταθμούς καυσίμων, πεδίο στο οποίο σημειώνεται πάντως πρόοδος τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Δεύτερο πρόβλημα συνιστά η ανεπάρκεια υποδομών σύνδεσης των σταθμών παραγωγής με το δίκτυο μεταφοράς φυσικού αερίου, ενώ ένα τρίτο σημαντικό πρόβλημα είναι το υψηλό κόστος μετατροπής των μονάδων βιοαερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να στραφούν στο βιομεθάνιο.
Πρόκειται για μονάδες, που εδρεύουν κυρίως στην ανατολική και Κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλία, κοντά στις απαραίτητες πρώτες ύλες για τη λειτουργία τους, κάποιες από τις οποίες δεν έχουν ακόμα αποσβέσει το κόστος της αρχικής τους επένδυσης. Για κάθε 1 MW (Μεγαβάτ), η επένδυση αυτή ανέρχεται -κατά τον κ.Τζιάκα- σε 650.000 έως 700.000 ευρώ και όσες μονάδες μπουν στον πειρασμό να στραφούν στο βιομεθάνιο, θα πρέπει να απαξιώσουν τον (ακριβό) εξοπλισμό τους και να επενδύσουν εκ νέου αδρά, περίπου 1,5 έως 2 εκατ. ευρώ, για την παραγωγή στο Bio-CNG ή ακόμα και 3 εκατ. για το Bio-LNG.
«Το κόστος αυτό είναι κάτι αρκετά αποτρεπτικό. Άρα, τα κίνητρα που θα δοθούν, τα κίνητρα των συμβολαίων, πρέπει να είναι αρκετά ελκυστικά. Σε κάθε περίπτωση, πιστεύω ότι στο επόμενο διάστημα το βιομεθάνιο θα μας απασχολήσει πολύ» σημείωσε και υποστήριξε ακόμα ότι, «με τον κορεσμό που υπάρχει ήδη στα δίκτυα του ΔΕΔΔΗΕ και σύντομα και του ΑΔΜΗΕ, μονάδες βιοαερίου που να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια είναι πλέον αδύνατο να γίνουν στην Ελλάδα και δεν έχει καν νόημα να ξεκινήσει κάποιος».
Λ.Σαράντη: «Το κόστος της ενέργειας θα μας απασχολήσει για πολύ καιρό ακόμα»
«Ίσως το πιο σημαντικό θέμα για τη βιομηχανία» αποτελεί το τελευταίο διάστημα το ζήτημα της ενέργειας και των υψηλών τιμών της, όπως επισήμανε η πρόεδρος του ΣΒΕ, Λουκία Σαράντη, η οποία πρόσθεσε:«Εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, το θέμα του κόστους της ενέργειας ήρθε για να μείνει και θεωρώ πως θα μας απασχολήσει για πολύ καιρό ακόμα, παρότι τώρα περνάμε μια καλή περίοδο». Η επιχειρηματίας υπενθύμισε ακόμα ότι η αποδοτική χρήση της ενέργειας είναι ένα θέμα που συνδέεται άμεσα με το περιβάλλον, την αειφορία και κατά συνέπεια το ίδιο το μέλλον.
Την εκτίμηση ότι πλέον έχει παρέλθει η περίοδος που συζητούσαμε απλά για εξοικονόμηση ενέργειας, αφού αυτό είναι ένα θέμα που έπρεπε να έχει λυθεί την προηγούμενη δεκαετία, διατύπωσε η Ζωή Καμπούρη, υπεύθυνη Ενεργειακής Διαχείρισης ALUMIL και συντονίστρια της ομάδας εργασίας για την ενέργεια του ΣΒΕ. Όπως είπε, όταν μιλάμε για ενέργεια, περισσότερο νόημα έχει πλέον η λέξη αποδοτικότητα -και αυτή αποτελεί μονόδρομο για να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της μια επιχείρηση, σε μια εποχή που η συζήτηση στρέφεται πλέον γύρω από πλατφόρμες Ιντερνετ των Πραγμάτων, στόχους ESG (περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς, διακυβέρνησης), ενεργειακούς KPIs (βασικούς δείκτες απόδοσης στον ενεργειακό τομέα) και ανθρακική ουδετερότητα.
Κοσμογονία στις ΑΠΕ μετά το 2018
«Από το 2018 και έπειτα ζούμε κοσμογονία στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) στην Ελλάδα. Αν το 2006-2013 είχαμε την πρώιμη εποχή των ΑΠΕ, πλέον νομίζω πως έχουμε την ώριμη» υποστήριξε ο Γιώργος Χαλβατζής, CEO της RENEL ΙΚΕ.
Επισήμανε ακόμα πως στη βάση και των καινούργιων δεδομένων που δημιουργεί το νέο νομοθετικό πλαίσιο για τις ΑΠΕ στην Ελλάδα, στόχος είναι και η ενεργειακή αυτάρκεια με μικρά συστήματα παραγωγής. Για να επιτευχθεί όμως η πολυπόθητη ενεργειακή αυτονομία και αυτάρκεια, χρειάζεται πρώτα να γνωρίζουν οι επιχειρήσεις πόση ενέργεια καταναλώνουν, πού και πότε.
Νέα εποχή έρχεται στην Ευρώπη στα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, «όχι μόνο για αυτοκατανάλωση, δηλαδή για να ρίξουμε τον λογαριασμό του ρεύματος στην επιχείρηση, αλλά και για παροχή υπηρεσιών στο δίκτυο», όπως εκτίμησε ο Αλέξανδρος Χατζηαλεξιάδης, υπεύθυνος τεχνικών λύσεων στον τομέα αποθήκευσης της Huawei, η οποία «έχει παραδώσει (έργα που αντιστοιχούν σε) πάνω από 25 γιγαβατώρια σε όλες τις πλευρές του κόσμου, έχει 12 κέντρα έρευνας και ανάπτυξης και πάνω από 150 πατέντες στα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας».
Στη διαχείριση ενέργειας, τις νέες τεχνολογίες στη διαχείριση της παραγωγής και στα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας αναφέρθηκε ο Χρήστος Σκαρλατάκης, Account Manager Industry Greece & Cyprus της ABB.