Τα δύο μεγάλα έργα παραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας που θα λάβουν κρατική ενίσχυση ύψους 1 δισ. ευρώ θα υλοποιηθούν το ένα από τους επιχειρηματίες Κωνσταντίνο Μητσιολίδη και Χριστόδουλο Μποζατζίδη, της εταιρείας Agrotec και το δεύτερο από τον εφοπλιστή Τσάκο σε συνεργασία με τον γερμανικό όμιλο Altus.
Πρόκειται για τα έργα Seli και Faethon με συνολική ισχύ 813 MW, αναμένεται να τεθούν σε λειτουργία εντός του 2025 και θα χρηματοδοτηθούν από το ελληνικό δημόσιο μέσω της σύναψης μακροχρόνιων συμβολαίων διαφορικής ενίσχυσης (Cfds).
Το συνολικό κόστος για το δημόσιο θα ανέλθει σε 1 δισ. ευρώ και η χορήγηση της κρατικής ενίσχυσης για 20 έτη εγκρίθηκε χθες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Το έργο Faethon περιλαμβάνει την κατασκευή δύο φωτοβολταϊκών μονάδων καθεμία από τις οποίες θα έχει δυναμικότητα 252 MW, καθώς και την κατασκευή ολοκληρωμένων μονάδων θερμικής αποθήκευσης τηγμένου άλατος και ενός υποσταθμού υπερυψηλής τάσης.
Στόχος αυτού του έργου είναι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατά τη διάρκεια της ημέρας. Η πλεονάζουσα ενέργεια θα αποθηκεύεται και στη συνέχεια θα μετατρέπεται σε ηλεκτρική ενέργεια προς χρήση σε περιόδους αιχμής της κατανάλωσης, όπως τις βραδινές και τις νυκτερινές ώρες. Το έργο προωθείται από τον όμιλο του εφοπλιστή Τσάκου σε συνεργασία με τη γερμανική Altus οι οποίοι μέσω των θυγατρικών τους Ενέργεια Υπερίωνας και Ilos New Energy Greece έχουν συστήσει την κοινοπραξία Faethon. Οι δυο μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ θα εγκατασταθούν στη Δημοτική Ενότητα Δομοκού (Κοινότητες Αχλαδέας, Μαντασιάς και Βουζίου) της Περιφερειακής Ενότητας Φθιώτιδας της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος.
Το Seli Project προωθείται από τους επιχειρηματίες Κωνσταντίνος Μητσιολίδης και Χριστόδουλος Μποζατζίδης, της Agrotec, της εταιρείας που εισάγει τα τρακτέρ John Deere και δραστηριοποιείται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα και τα Βαλκάνια ενώ αναπτύσσουν και επιχειρηματική δραστηριότητα στον ενεργειακό τομέα.
Το Seli Project περιλαμβάνει την κατασκευή ενός φωτοβολταικού σταθμού 309 MW με ενσωματωμένο σύστημα αποθήκευσης. Στοχεύει στη βελτιστοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και της σταθερότητας του δικτύου.
Η ενίσχυση θα λάβει τη μορφή αμφίδρομης σύμβασης επί διαφοράς διάρκειας είκοσι ετών. Η τιμή άσκησης του δικαιώματος θα καθορίζεται από τεχνική επιτροπή βάσει, μεταξύ άλλων, ανάλυσης κόστους-οφέλους και εκτίμησης κινδύνου. Η τιμή αναφοράς θα υπολογίζεται ως μηνιαίος σταθμισμένος ως προς την παραγωγή μέσος όρος της αγοραίας τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας στις αγορές επόμενης ημέρας.
Όταν η τιμή αναφοράς είναι χαμηλότερη από την τιμή άσκησης του δικαιώματος, οι δικαιούχοι θα έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν πληρωμές ίσες προς τη διαφορά μεταξύ των δύο τιμών. Ωστόσο, όταν η τιμή αναφοράς είναι υψηλότερη από την τιμή άσκησης του δικαιώματος, οι δικαιούχοι θα πρέπει να καταβάλουν τη διαφορά στις ελληνικές αρχές.
Το καθεστώς θα διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα των τιμών για τους παραγωγούς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, εξασφαλίζοντας ένα ελάχιστο επίπεδο απόδοσης, χωρίς ωστόσο να αποζημιώνονται υπερβολικά οι δικαιούχοι σε περιόδους κατά τις οποίες η τιμή αναφοράς είναι υψηλότερη από την τιμή άσκησης του δικαιώματος. Η στήριξη των έργων θα καταβάλλεται ετησίως για περίοδο 20 ετών.
Αμφότερα τα έργα αναμένεται να αυξήσουν την ετήσια καθαρή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στο ελληνικό μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας κατά περίπου 1,2 TWh. Αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 2,1 % της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας το 2020.
Επιπλέον, τα δύο έργα θα τονώσουν την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά 8 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2020. Οι μονάδες αποθήκευσης και στα δύο έργα θα συμβάλουν στην αποσύνδεση της κατανομής ηλεκτρικής ενέργειας από την παραγωγή, μετριάζοντας έτσι τη διαλείπουσα φύση της ηλιακής ενέργειας και ενισχύοντας τη σταθερότητα του ελληνικού δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας.