Η λειτουργία της αντλησιοταμίευσης απαιτεί δύο δεξαμενές με διαφορά υψομέτρου, δηλαδή γεωμορφολογικό ανάγλυφο που η χώρα μας διαθέτει εν αφθονία. Όταν υπάρχει περίσσεια ενέργειας στο σύστημα, η ενέργεια αυτή χρησιμοποιείται για να αντλήσει νερό από τον «κάτω» προς τον «άνω» ταμιευτήρα. Όταν στο σύστημα υπάρχει υψηλή ζήτηση, το νερό επανέρχεται στον χαμηλότερο ταμιευτήρα παράγοντας υδροηλεκτρική ενέργεια. Με αυτόν τον απλό τρόπο, η ενέργεια που «περισσεύει» αποθηκεύεται προσωρινά για να μετατραπεί σε υδροηλεκτρική ενέργεια, όταν το σύστημα τη χρειαστεί.
Με την ολοκλήρωσή του έργου στο τέλος του 2025 και την έναρξη της λειτουργίας του στις αρχές του 2026 αναμένεται να αναβαθμίσει σημαντικά το εγχώριο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής αλλά και το ενεργειακό σύστημα της Ελλάδας, αφού πέραν της συμβολής του στην απεξάρτηση από εισαγόμενα καύσιμα, θα ενισχύσει σημαντικά την ευελιξία και τη σταθερότητα του ηλεκτρικού δικτύου, που καλείται να αντεπεξέλθει στη συνεχώς αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ και θα συμβάλει ταυτόχρονα στη μείωση του συνολικού κόστους ηλεκτρισμού.
Η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας μαζί με τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις αποτελούν τους βασικούς πυλώνες στήριξης της διαδικασίας ενεργειακής μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα, ενόψει της μαζικής διείσδυσης στα ενεργειακά συστήματα της κυμαινόμενης παραγωγής ανανεώσιμων.
Η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή υπολογίζει τα συνολικά οφέλη από τη λειτουργία του έργου σε πάνω από 120 εκατ. ευρώ ετησίως. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής, το έργο θα δημιουργήσει 1.000 νέες θέσεις εργασίας και κατά τη λειτουργία του 60 θέσεις εργασίας για εξειδικευμένο και βοηθητικό προσωπικό.
Η συνολική επένδυση ανέρχεται σε 650 εκατ. ευρώ. Με συνολική εγκατεστημένη ισχύ 680 MW (παραγωγή) και 730 MW (άντληση/αποθήκευση), το έργο περιλαμβάνει δύο ανεξάρτητους άνω ταμιευτήρες (Άγιο Γεώργιο και Πύργο) συνολικής χωρητικότητας 9 εκατ. κυβικών μέτρων, ενώ ως κάτω ταμιευτήρα χρησιμοποιεί την υπάρχουσα λίμνη Καστρακίου.