Το συμπέρασμα της μελέτης «Γη για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας» που δημοσίευσε το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος (EEB) είναι ότι για τα τρέχοντα και μελλοντικά έργα ηλιακής και αιολικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μόνο το 2,2% της συνολικής γης θα χρειαστεί για να επιτύχει η εν λόγω κοινότητα την κλιματική αλλαγή το αργότερο μέχρι το 2040.
Περίπου το πέντε τοις εκατό της γης στην ΕΕ θεωρείται κατάλληλη. Η ανάλυση αποκαλύπτει ότι σε ολόκληρο το εμπορικό μπλοκ των 27 μελών, ακόμη και όταν εξαιρούνται οι γεωργικές εκτάσεις και οι βασικές περιοχές βιοποικιλότητας, παραμένει άφθονο περιθώριο για την ανάπτυξη έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Το ζήτημα της χρήσης γης κατέστη σημαντικό μετά την έκδοση της νέας οδηγίας της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Προβλέπονται ειδικές ζώνες (go-to areas) για την κατασκευή και ανακατασκευή εγκαταστάσεων για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, τις οποίες τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν τα ίδια.
Ορισμένοι από τους επικριτές, κυρίως από τον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος, δεν είναι ικανοποιημένοι με το μέτρο αυτό. Σχεδιάστηκε έτσι ώστε για τις ειδικές περιοχές η περίοδος για την έκδοση αδειών να μειωθεί στο μισό, σε 12 μήνες. Η εξαίρεση αυτή γίνεται εις βάρος των προτύπων προστασίας του περιβάλλοντος, υποστηρίζουν οι πολέμιοι.
Η έκθεση δείχνει ότι δεν χρειάζεται να απειληθούν οι εστίες βιοποικιλότητας και οι γεωργικές εκτάσεις για να επιτύχει η Ευρώπη την κλιματική ουδετερότητα.
Το μεγαλύτερο μέρος της γης που είναι κατάλληλη για την ανάπτυξη έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας βρίσκεται σε αγροτικές περιοχές, το 78% για μονάδες παραγωγής ηλιακής ενέργειας και το 83% για μονάδες παραγωγής αιολικής ενέργειας. Η μελέτη αναφέρει ότι υπάρχουν πολλές υποβαθμισμένες γεωργικές εκτάσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών. Επίσης, η παραγωγή ηλιακής ενέργειας μπορεί να συνυπάρξει με την παραγωγή τροφίμων και την αποκατάσταση της γης, μέσω της εγκατάστασης αγροηλιακών σταθμών παραγωγής ενέργειας.
Με την αντιμετώπιση των προκλήσεων και των ευκαιριών της ενσωμάτωσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις αγροτικές περιοχές, η ΕΕ μπορεί να επιτύχει τους κλιματικούς της στόχους και ταυτόχρονα να προωθήσει την αγροτική ανάπτυξη και την ανθεκτικότητα, υποστηρίζουν οι συντάκτες της μελέτης.
Αν εξετάσουμε τις επιμέρους χώρες, η κατάλληλη γη δεν είναι ισομερώς κατανεμημένη. Για παράδειγμα, η Ιταλία και η Γερμανία θα πρέπει να εισάγουν ηλεκτρική ενέργεια, επειδή δεν διαθέτουν αρκετές τέτοιες εκτάσεις, ενώ η Ρουμανία και η Ισπανία τις διαθέτουν σε αφθονία, πολύ πάνω από τις ενεργειακές τους ανάγκες.
Η ανάλυση βασίζεται επίσης σε υποτιθέμενες αλλαγές στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Πρώτα απ' όλα, η μείωση της αεροπορικής κίνησης κατά 17% και η μείωση της ζήτησης ενέργειας, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ για το 2040.
Η έκθεση λαμβάνει επίσης υπόψη την αντίσταση του τοπικού πληθυσμού στα ηλιακά και αιολικά πάρκα, γι' αυτό και προτείνει προστατευτικές ζώνες γύρω από οικιστικές και βιομηχανικές περιοχές όπου δεν μπορούν να αναπτυχθούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς και τον αποκλεισμό προστατευόμενων περιοχών που μπορεί να είναι ελκυστικές για τους τουρίστες.