Εκκαθάριση κάθε έτος της λειτουργικής ενίσχυσης που θα χορηγείται σε κάθε σταθμό αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας αντί της τριετίας ζητά η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στη σχετική διαβούλευση της ΡΑΑΕΥ επί του Σχεδίου Μεθοδολογίας Ετήσιας Ενίσχυσης Σταθμών Αποθήκευσης Ηλεκτρικής Ενέργειας.
Σύμφωνα με την πρόταση, η οποία συγκέντρωσε μεγάλο ενδιαφέρον από την πλευρά των επενδυτών στον τομέα της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, η εκκαθάριση της λειτουργικής ενίσχυσης θα γίνεται κάθε τρία έτη γεγονός που συγκεντρώνει τις αντιρρήσεις σχεδόν του συνόλου των συμμετεχόντων οι οποίοι ζητούν αντί της τριετίας η εκκαθάριση να γίνεται κάθε έτος.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ΔΑΠΕΕΠ που είναι και ο διαχειριστής του Υπολογαριασμού Αποθήκευσης του ΕΛΑΠΕ, (μέσω αυτού αποζημιώνονται οι σταθμοί αποθήκευσης) αλλά και ο φορέας υλοποίησης των σχετικών εκκαθαρίσεων, προτείνει μονοετείς Ρυθμιστικές Περιόδους, ώστε να περιοριστούν τα σφάλματα των προβλέψεων και το ύψος των ποσών της τελικής εκκαθάρισης.
Στην ίδια κατεύθυνση είναι και ο Ελληνικός Σύνδεσμος Συστημάτων Αποθήκευσης Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΣΑΗΕ) που έχει συσταθεί από τις εταιρίες ENELGREENPOWERHELLAS, EDFRENEWABLESHELLAS, METKAEGN, EDPRENEWABLESGREECE. Όπως αναφέρει στην επιστολή του εξαιτίας της μεταβλητότητας και της δυναμικής εξέλιξης της λειτουργίας των Αγορών, η διάρκεια της Ρυθμιστικής Περιόδου είναι απαραίτητο να μειωθεί στο ένα έτος. Επίσης προτείνει η πρώτη Ρυθμιστική Περίοδος να ξεκινήσει από 1/1/2025 και όχι το 2026 όπως προτείνει η ΡΑΑΕΥ και τούτο διότι με τον τρόπο αυτό θα υπάρχει κίνητρο για τους υποψήφιους επενδυτές να προχωρήσουν ταχύτερα στην κατασκευή και θέση σε λειτουργία των σταθμών αποθήκευσης εντός του 2025.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο ΔΑΠΕΕΠ στην επιστολή του θέτει ένα ακόμη ζήτημα σημειώνοντας ότι η έγκαιρη παροχή στοιχείων, παραμέτρων και εκτιμήσεων από τους άλλους Διαχειριστέςκαι από το Χρηματιστήριο Ενέργειας είναι αποφασιστικής σημασίας για τη διασφάλιση της ποιότητας των απαιτούμενων υπολογισμών και μελετών που θα πρέπει ο ίδιος να διενεργεί. Ως εκ τούτου ζητεί το Χρηματιστήριο Ενέργειας και ο ΔΕΔΔΗΕ να υποβάλλουν έγκαιρα στον ΔΑΠΕΕΠ όλα τα ζητούμενα στοιχεία, παραμέτρους και εκτιμήσεις γιαζητήματα αρμοδιότητάς τους.
Εξάλλου σε ότι αφορά τη σύσταση ομάδων έργων των σταθμών αποθήκευσης ο ΕΣΣΑΗΕ σημειώνει ότι αφού η λειτουργική ενίσχυση πουκαταβάλλεται σε κάθε σταθμό υπολογίζεται με βάση τα Εκτιμώμενα και ΑπολογιστικάΈσοδα Αγορών της ομάδας έργων στην οποία ανήκει, είναι απαραίτητο στις ομάδες αυτές να μην εντάσσονται οι σταθμοί που δεν έχουν ενταχθεί στο σχήμα στήριξης.
Μάλιστα αναφέρει ότι οι μη ενισχυόμενοι σταθμοί συμμετέχουν πλήρως ανταγωνιστικά στις αγορές ενέργειας χωρίς, να έχουν αντίστοιχες υποχρεώσεις με τους ενισχυόμενους σταθμούς(συγκεκριμένες τεχνικές απαιτήσεις, υποχρεωτική παροχή πρόσθετων υπηρεσιών), με αποτέλεσμα ναείναι σε θέση να διαμορφώσουν ελεύθερα τη στρατηγική συμμετοχής τους και κατ’ επέκταση τα έσοδα τους.
Ένα ακόμη θέμα που τίθεται από τον Ελληνικό Σύνδεσμο Συστημάτων Αποθήκευσης Ηλεκτρικής Ενέργειας αφορά την κατά προτεραιότητα παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών, από τους ενισχυόμενους σταθμούς. Όπως σημειώνει η υποχρέωση αυτή δεν αρκεί να συνεκτιμάται στους υπολογισμούςτης λειτουργικής ενίσχυσης, αλλά είναι πρέπει να οριοθετηθεί, προκειμένου να μην οδηγεί σεπρόωρη εξάντληση του εξοπλισμού. Επίσης ο Σύνδεσμος θεωρεί ότι σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου που θα τεθεί, ο σταθμός θα πρέπει να αποζημιώνεται για τις εν λόγω υπηρεσίες.
Σε κάθε περίπτωση η μεθοδολογία εκτίμησης των αρνητικών επιπτώσεων στα έσοδα τωνΣΑΗΕ καθώς και η μεθοδολογία εκτίμησης της υπερβάλλουσας φθοράς του εξοπλισμού θα πρέπει ναεξειδικευθεί σε κάποιο κανονιστικό κείμενο, για λόγους διαφάνειας και ιχνηλασιμότητας τωνυπολογισμών.
Τέλος στην επιστολή της στο πλαίσιο της διαβούλευσης η Helleniq Energy σημειώνει ένα άλλο θέμα που αφορά τη μέγιστη συνολική ποσοστιαία απομείωση του Ετήσιου Εσόδου των σταθμών αποθήκευσης λόγω της σωρευτικής Χρέωσης Αποκλίσεων Τεχνικών Απαιτήσεων. Το ποσοστό από ορίζεται στο 25% και όπως προκύπτει και από τις άλλες επιστολές των συμμετεχόντων κρίνεται απαραίτητο να μειωθεί στο 10-15%, προκειμένου να μην υπάρχει κίνδυνος για την οικονομική βιωσιμότητα των σταθμών.