Ήταν το 2004, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου προσέδωσε μια αίσθηση «προκριματικών εκλογών α λα ΗΠΑ» στο τότε πολιτικό σκηνικό. Η εισαγωγή αυτής της νέας για την πατρίδα μας - αλλά πολύ παλιάς στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού- πρακτικής στο ΠΑΣΟΚ χαιρετίστηκε ως μεγάλη καινοτομία, με αποτέλεσμα και η ΝΔ το 2009 να την υιοθετήσει. Το αμεσοδημοκρατικό τσουνάμι της εκλογής αρχηγών κομμάτων που προέκυψε παρέσυρε στο διάβα του τα πάντα. Κομματικές δομές συντρίφθηκαν υπό το μεγάλο ενδιαφέρον πολιτών, ΜΜΕ και sociamediaλογούντων.
Σε κάθε περίπτωση, η ευρεία λαϊκή νομιμοποίηση αποτελούσε το πολιτικό ISO που πιστοποιούσε την αρχηγική στροφή των κομμάτων κι άφηνε ελάχιστα έως ανύπαρκτα περιθώρια στις κομματικές νομενκλατούρες. Κακά τα ψέματα: όσο πιο πολύ προχωρούσε η άμεση δημοκρατία, άλλο τόσο δυνάμωνε η δύναμη του εκλεγμένου αρχηγού.
Με αυτά κι άλλα όμως, υποχώρησε η αρχηγική λογοδοσία έναντι των δομών του κόμματος καθώς χάθηκαν τα checks and balances, οι ασφαλιστικές δικλίδες δηλαδή που οφείλουν να υπάρχουν εντός των κομματικών δομών κι οργάνων. Παράλληλα η πολιτική ισχύς μετατοπίστηκε από τα στελέχη των κομμάτων στους ψηφοφόρους που σαφώς κινητοποιούνται για την τύχη των κομμάτων τους, όμως πολλοί εξ αυτών έχουν περιστασιακό ενδιαφέρον. Κάπως έτσι διαπιστώνουμε το εξής φαινόμενο. Να ψηφίζουν στις κομματικές διαδικασίες χιλιάδες πολίτες, όμως στα συνέδρια με το ζόρι να υπάρχουν μερικές εκατοντάδες ενδιαφερόμενοι. Με αυτόν τον τρόπο η άμεση δημοκρατία εξαντλείται στην ημέρα των εσωκομματικών διαδικασιών ανάδειξης νέων αρχηγών.
Για να πάμε παραπέρα τη συλλογιστική, θα παραθέσω κι ένα ακόμα – επικίνδυνο κατά τη γνώμη μου – φαινόμενο. Σε σειρά εσωκομματικών εκλογών ανάδειξης ηγεσίας, παρακολουθήσαμε προσπάθειες παρέμβασης εξωγενών ως προς τα κόμματα παραγόντων. Ανθρώπων που αν και ανήκαν σε άλλες παρατάξεις, προέτρεπαν κόσμο να στηρίξει τη μία ή την άλλη υποψηφιότητα.
Όπως επίσης και το φαινόμενο οικονομικά ή διεθνή κέντρα να ορέγονται παρεμβάσεις εντός των κομμάτων.
Η περίπτωση του Στέφανου Κασσελάκη λοιπόν νομοτελειακά πηγαίνει την υπόθεση ανάδειξης αρχηγών από τη βάση σε νέα κατεύθυνση. Ένας άνθρωπος από το πουθενά, ένας άγνωστος για τον οποίο ελάχιστα γνωρίζουν ακόμα κι αυτοί που φανατικά τον στήριξαν ή τον εισηγήθηκαν, μέσα σε λίγες μόλις ημέρες ανέλαβε τις τύχες του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος στη χώρα. Χωρίς πολιτικότητα, με όρους life style, επιβλήθηκε ελέω της λαϊκής βούλησης. Ο ίδιος είναι σε προφανή αναντιστοιχία με το κόμμα που κλήθηκε την περασμένη Κυριακή να ηγηθεί. Είναι σαφές πως αποτελεί ξένο σώμα σε ξένο κόμμα.
Το φαινόμενο όμως αυτό οφείλει να μας προβληματίσει. Να τροφοδοτήσει τον δημόσιο διάλογο για το τί τύπου κόμματα θέλουμε. Το να επικαλούμαστε τις 150, 280 ή 450 χιλιάδες των ψηφοφόρων - μελών μας είναι εύκολο. Το ζήτημα όμως είναι πόσα από αυτά τα μέλη είναι και κατόπιν της εκλογικής διαδικασίας ενεργά. Το να μιλάμε για μεγάλες δημοκρατικές νίκες είναι ωραίο. Τί να τις κάνουμε όμως αυτές όταν οι ψηφοφόροι αυτοί χάνονται και αδρανοποιούνται; Όταν οι ίδιοι που ψηφίζουν για αρχηγό στον ΣΥΡΙΖΑ, αύριο θα ψηφίσουν κάποιο άλλο κόμμα στις εθνικές εκλογές;
Μήπως έχει έλθει η ώρα να το ξανασκεφτούμε συνολικά ή τουλάχιστον αν δεν μπορέσει αυτό να γίνει, καθώς μάθαμε αμεσοδημοκρατικά, να θωρακίσουμε αυτές τις διαδικασίες με παράλληλα κομματικά μητρώα στελεχών που θα επικοινωνούν μεταξύ τους ώστε να μην υπάρχουν ψηφοφόροι - γυρολόγοι, με ευκαιριακές διαθέσεις; Μεταφερόμενα σώματα παρέμβασης εντός των κομμάτων δηλαδή.
Η ευθύνη να είσαι μέλος ενός πολιτικού φορέα κι όχι κάποιος ευκαιριακός υποστηρικτής είναι μεγάλη. Δεν πρέπει να την αντιμετωπίσουμε με ελαφρότητα.
Ο Δημήτρης Μαρκόπουλος είναι Δημοσιογράφος, Βουλευτής Β΄ Πειραιώς της ΝΔ