Οι εκπτώσεις είναι το μεγάλο εργαλείο ρευστοποίησης των αποθεμάτων της σεζόν που έχει το λιανικό εμπόριο και κινδυνεύει να χαθεί.
Αυτό γίνεται βέβαια και με τις ευλογίες της πολιτείας η οποία από τον Απρίλιο του 23 έφερε έναν καινούργιο κώδικα δεοντολογίας (νέο εκπτωτικό νόμο) ΦΕΚ 2440/21.4.23 ο οποίος ουσιαστικά καταργεί τις τακτικές εκπτώσεις όπως τις ξέρουμε για το χειμώνα Γενάρη, Φλεβάρη και για το καλοκαίρι Ιούλιο, Αύγουστο και απελευθερώνει τις προσφορές. Μιλάει μόνο για μειώσεις τιμών.
Ήθελαν και να καταργήσουν τον 4177/2014 που όριζε τις δύο εκπτωτικές περιόδους αλλά μετά από αντιδράσεις μεταξύ τους απλά το διατήρησαν τυπικά.
Δηλαδή όποιος θέλει όποτε θέλει κάνει ό τι θέλει αυτή τη στιγμή.
Αυτό έγινε πονηρά, σιωπηρά και χωρίς διαβούλευση με τους φορείς του λιανικού εμπορίου. Ο νόμος αυτός είναι μεταφρασμένος και γραμμένος στο πόδι.
Πιστεύω ότι κάποια στιγμή μόνο ως έθιμο θα τις θυμόμαστε τις εκπτώσεις και αυτό επιδιώκει η πολιτεία. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες.
Η πολιτεία θέλει εκπτώσεις όλο το χρόνο. Αυτό επιθυμούν οι πολυεθνικές, αυτό επιθυμούν οι μεγάλες εταιρείες και προς τούτο νομοθετεί. Δε λαμβάνει υπ’ όψιν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που είναι το 95% του συνόλου του λιανικού εμπορίου και ο μεγαλύτερος εργοδότης της αγοράς.
Οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι πολυεθνικές λόγω μεγέθους μπορούν να προμηθεύονται προϊόντα σε πολύ καλύτερες τιμές όλο το χρόνο και με καλύτερους όρους πληρωμής.
Επίσης μπορούν να κάνουν εξαντλητική διαφήμιση και να επηρεάζουν το καταναλωτικό κοινό να τις προτιμά. Αυτό γίνεται αυτή τη στιγμή.
Φέτος οι εκπτώσεις δεν πήγαν καθόλου καλά τουλάχιστον για το μικρό λιανικό εμπόριο, για τις περιφερειακές αγορές της Αθήνας, της Αττικής αλλά και γενικότερα της επαρχίας.
Μετά τα χαμόγελα του Δεκεμβρίου που είχαμε μια αύξηση 10% του τζίρου μας συγκριτικά με τον προηγούμενο Δεκέμβριο προσγειωθήκαμε σε έναν Ιανουάριο που υπήρξε μια μείωση 20% του τζίρου και το Φεβρουάριο η μείωση δυνάμωσε και πλησίασε το 30%.
Αυτό δείχνουν όλες οι έρευνες των κατά τόπους Εμπορικών Συλλόγων που κατά βάση έχουν μέλη μικρούς επιχειρηματίες.
Φέτος δεν υπήρξε σεζόν για το λιανικό εμπόριο. Τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο η αγορά δεν δούλεψε για 2 λόγους
Ο πρώτος λόγος είναι οι κλιματολογικές συνθήκες που έχουν αλλάξει και
ο δεύτερος και πιο σημαντικός είναι το ροκανισμένο καταναλωτικό εισόδημα από την ακρίβεια των προϊόντων πρώτης ανάγκης και της ενέργειας.
Ο δεύτερος λόγος έφερε αυτή την πτώση τζίρου τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο η οποία θα συνεχιστεί τον Μάρτιο και στη συνέχεια όλο το καλοκαίρι.
Οι απογραφές των προϊόντων που έχουν μείνει στοκ στα καταστήματα είναι πολύ μεγάλες. Τα καταστήματα δεν θα μπορέσουν να ανανεωθούν πλήρως.
Τα εμπορεύματα όμως πρέπει να πληρωθούν στους προμηθευτές όπως και τα ενοίκια, οι ασφαλιστικές εισφορές, η σταθεροποιημένη διπλάσια ηλεκτρική ενέργεια, οι μισθοί κ.λ.π.
Τώρα ακριβώς που χρειαζόμαστε ένα φιλικό τραπεζικό σύστημα συνεχίζει να είναι κλειστό για το λιανικό εμπόριο και επιπλέον επιβαρύνει την κάθε μικρή επιχείρηση περίπου με 100€ το μήνα, χωρίς υπερβολή, αφού όλες οι συναλλαγές περνάνε μέσα από την τράπεζα πλέον.
Ενώ η πολιτεία όλο και περισσότερο καθιστά υποχρεωτικές τις συναλλαγές μας μέσω των τράπεζων όσο και υποχρεωτική τη χρήση των POS σε κάθε γωνιά της αγοράς της χώρας βλέπουμε το μικρό λιανικό εμπόριο να πληρώνει αδικαιολόγητα υψηλές προμήθειες σε κάθε επαφή του με τις τράπεζες.
Η πολιτεία οφείλει να παρέμβει και να μην αφήσει να συνεχιστεί αυτή η αιμορραγία των μικρών επιχειρήσεων υπέρ των τραπεζών. Δεν το κάνει όμως. Γιατί;
Ουσιαστικά η μόνη πηγή χρηματοδότησης των μικρών επιχειρήσεων είναι η ρύθμιση του ΦΠΑ σε δόσεις.
Έτσι αποκτάται μια ρευστότητα αλλά αυτό δεν είναι το ορθόδοξο.
Η σεζόν που πέρασε μας απέδειξε ότι το λιανικό εμπόριο αλλάζει μορφή.
Δύο επισημάνσεις
Πρώτον το καταναλωτικό κοινό έχει αλλάξει συνήθειες και πλέον ο καταναλωτής θέλει μεγάλους χώρους, ποικιλία εμπορευμάτων, επώνυμα προϊόντα για τα δώρα του και
Δεύτερον και πιο σημαντικό η αύξηση του λειτουργικού κόστους που φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση τις μικρές επιχειρήσεις.
-Οι 3 αυξήσεις του κατώτατου μισθού, που είναι καλοδεχούμενες αλλά πηγαίνουν όλες στα σούπερ μάρκετ και στην ενέργεια
-οι ασφαλιστικές εισφορές που ακολουθούν την αύξηση του μισθού
-η τιμή της ενέργειας που σταθεροποιήθηκε μεν αλλά κατέληξε διπλάσια από πριν
-οι υπέρογκες αυξήσεις των τραπεζών σε όλα τα προϊόντα τους
-και το πιο σπουδαίο με την πολιτική που ακολουθείται υπήρξε εκτίναξη των ενοικίων των καταστημάτων λιανικής πώλησης και όποιο μισθωτήριο λήγει το μίσθωμα διπλασιάζεται ή είναι κατά 50% ακριβότερο.
Τα γενικά έξοδα των καταστημάτων, των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης έχουν αυξηθεί σε σχέση με την προηγούμενη τριετία κατά 35 - 40%.
Δεν μπορεί να αντέξει μια επιχείρηση αυτή την αύξηση των γενικών εξόδων όταν δεν ακολουθεί μια αντίστοιχη αύξηση του τζίρου.
Δεν υπήρξε αύξηση του τζίρου!!!
Όμως η πολιτεία πρέπει να ξέρει ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πρέπει να έχουν ειδική μεταχείριση προκειμένου να παραμείνουν στην αγορά και να γίνουν ανταγωνιστικές τουλάχιστον για την ελληνική αγορά.
Εάν η ΕΛΣΤΑΤ κατέγραφε τον τζίρο των επιχειρήσεων που είναι κάτω των 140.000€ το χρόνο τότε θα παρουσιαζόταν η πραγματική εικόνα της αγοράς.
Με τον τζίρο των 140.000€ ένας μικρός επιχειρηματίας εξασφαλίζει μόνο το μεροκάματό του παίρνοντας όλα τα ρίσκα.
Επίσης η πολιτεία πρέπει να λαμβάνει υπόψη της όχι μόνο την πληρωμή του ΦΠΑ στην ώρα του και τη φοροδιαφυγή.
Πρέπει να λαμβάνει υπόψη της και την φοροαποφυγή γιατί όλους αυτούς που ενισχύει με διάφορους νόμους και υπουργικές διατάξεις κάνουν φοροαποφυγή.
Τα ηλεκτρονικά καταστήματα του εξωτερικού με έδρες Τσεχίας, Πολωνίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας παρουσιάζουν τα προϊόντα τους κάποιες φορές πιο οικονομικά διότι έχουν φοροαποφυγή και ίσως δεν εκδίδουν τα νόμιμα παραστατικά.
Οι μικρές επιχειρήσεις φορολογούνται στην Ελλάδα ενώ τα κέρδη των πολυεθνικών εταιρειών φορολογούνται σε μέρη με χαμηλότερο συντελεστή φορολόγησης δηλαδή σε φορολογικούς παραδείσους με τις τριγωνικές συναλλαγές που εφαρμόζουν τις οποίες δεν είναι σε θέση να ελέγξει η πολιτεία.
Ανάπτυξη υπάρχει η οποία όμως δεν φτάνει σε εμάς τους μικρούς επιχειρηματίες.
Έργο παράγεται αλλά για λίγους και εκλεκτούς. Κάτι πρέπει να αλλάξει!!!
Ο Ιανουάριος που μας πέρασε σύμφωνα με τα στοιχεία, ήταν ο χειρότερος μήνας για την προσπάθεια της κυβέρνησης να μειώσει την ανεργία.
Οι απολύσεις των εργαζομένων ήταν πολλαπλώς περισσότερες από τις προσλήψεις και αυτό συνέβη πρώτη φορά από τότε που μπήκαμε στο μνημόνιο.
Ας το προσέξει αυτό η πολιτεία διότι όταν ξεκινήσει ένα τσουνάμι απολύσεων από το κλείσιμο των μικρών επιχειρήσεων λιανικής πώλησης τότε ο δείκτης ανεργίας θα ανέβει πολύ ψηλά παρόλες τις προσπάθειες που έχει κάνει η κυβέρνηση να το ρίξει κάτω από το 10%.
(Ο Θάνος Τσαγκάρης είναι Γενικός Γραμματέας Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών)