Την ώρα που το ΥΠΕΝ επιδιώκει να εισπραχθούν τα έσοδα από την έκτακτη φορολόγηση των εταιρειών προμήθειας ρεύματος προκειμένου να κατευθυνθούν στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης και να χρηματοδοτήσουν τη συνέχιση των επιδοτήσεων των λογαριασμών του ρεύματος χωρίς τη συνδρομή του κρατικού προϋπολογισμού, η σχετική Κοινή Υπουργική Απόφαση που θα καθορίζει τη μεθοδολογία της φορολογητέας ύλης, ώστε να εφαρμοστεί το μέτρο της έκτακτης φορολόγησης δεν έχει ακόμη εκδοθεί.
Η σχετική νομοθετική ρύθμιση έχει ψηφιστεί από τη Βουλή τον Νοέμβριο ενώ η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας έχει αποστείλει στο υπουργείο τα απαραίτητα στοιχεία για τον προσδιορισμό της μεθοδολογίας φορολόγησης των υπερεσόδων των προμηθευτών, ήδη από τις 20 Δεκεμβρίου.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στις 22 Δεκεμβρίου ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης είχε δηλώσει ότι είναι θέμα ημερών η έκδοση της ΚΥΑ που θα υπογράφεται από τον ίδιο και τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα ώστε η όλη διαδικασία να περάσει στην επόμενη φάση.
Παρόλα αυτά επί του παρόντος το ζήτημα βρίσκεται στο στάδιο της μελέτης από το υπουργείο Οικονομικών χωρίς να είναι ακόμη σαφές το πότε θα υπογραφεί η σχετική ΚΥΑ.
Πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την έκδοση της ΚΥΑ θα πρέπει να ακολουθήσουν μια σειρά από κινήσεις ώστε να προσδιοριστεί το προς φορολόγηση ποσό,με βάση τα οριστικά στοιχεία που θα αποστείλουν οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στη ΡΑΕ.
Η πρώτη περίοδος φορολόγησης των υπερεσόδων των προμηθευτών για το 2022 με βάση τα όσα είναι μέχρι στιγμής γνωστά είναι το τρίμηνο Αυγούστου- Οκτωβρίου, αν και η καθυστέρηση στην έκδοση της ΚΥΑ ίσως να δίνει τη δυνατότητα προσδιορισμού των υπερεσόδων έως και το τέλος του 2022, αφού είναι πλέον οριστικοποιημένα τα στοιχεία σε σχέση με το κόστος της χονδρικής αγοράς και τα τιμολόγια λιανικής των εταιριών. Υπενθυμίζεται ότι η φορολόγηση αφορά στα επιπλέον έσοδα που προέκυψαν για τις εταιρείες προμήθειας ηλεκτρισμού λόγω του νέου μηχανισμού τιμολόγησης που επιβλήθηκε από το ΥΠΕΝ προκειμένου να καταργηθεί η περίφημη ρήτρα αναπροσαρμογής. Με βάση τον μηχανισμό αυτό οι εταιρείες καλούνται στις 20 κάθε μήνα να ανακοινώσουν τα τιμολόγια του επόμενου προβλέποντας την εξέλιξη των τιμών του φυσικού αερίου TTF και συνακόλουθα την εξέλιξη της ελληνικής χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρισμού.
Ο μηχανισμός αυτός κατά τους πρώτους μήνες εφαρμογής του και κυρίως για τον Σεπτέμβριο που η αγορά εκλήθη να τιμολογήσει σε ένα περιβάλλον έκρηξης των τιμών φυσικού αερίου, οδήγησε σε πολύ υψηλές τιμές λιανικής που δεν επιβεβαιωθήκαν από την εξέλιξη της χονδρεμπορικής αγοράς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, κατ΄ αρχήν να εκτοξευθούν οι ανάγκες για κρατικές επιδοτήσεις ώστε να κρατηθούν οι τελικοί λογαριασμοί σε λογικά επίπεδα, αλλά και να καταγραφούν σημαντικότατα έσοδα για τις εταιρείες προμήθειας.
Πώς θα λειτουργήσει ο Μηχανισμός
Στη ρύθμιση προβλέπεται ότι ο μηχανισμός θα εφαρμοστεί για την περίοδο Αυγούστου 2022-Ιουλίου 2023 (για να κουμπώνει με την περίοδο αναστολής της Ρήτρας Αναπροσαρμογής), Η έκτακτη εισφορά θα υπολογίζεται και θα επιβάλλεται ανά τρίμηνο, με πρώτη περίοδο αναφοράς την περίοδο Αυγούστου-Οκτωβρίου, με στόχο ο καταλογισμός να γίνει έως στο τέλος του έτους. Καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού των υπερεσόδων στη βάση μιας «Εύλογης Μέσης Τιμή Λιανικής» που θα καθορίζεται ανά μήνα και θα διαφοροποιείται ανά επίπεδο τάσης (Χαμηλή, Μέση, Υψηλή) και ανά τύπο τιμολογίου.
Η εύλογη τιμή θα ενσωματώνει το μέσο κόστος η προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας κατά περίπτωση (που έχει ως βασικές συνιστώσες το χονδρεμπορικό κόστος, τις απώλειες συστήματος, το λειτουργικό κόστος και τις αποκλίσεις) στην οποία θα προστίθεται ένα εύλογο περιθώριο κέρδους. Επιπλέον, υπολογίζεται η Μέση Τιμή Χρέωσης ανά μήνα εξέτασης, ως η μεσοσταθμική τιμή χρέωσης επί των τιμολογίων που παρέχονται από τον κάθε προμηθευτή, στη βάση των καταναλώσεων ανά τιμολόγιο, χωρίς να υπολογίζονται οι κρατικές επιδοτήσεις. Για τον υπολογισμό της Μέσης Τιμής Χρέωσης θα μπορούν να συνυπολογίζονται και τα σταθερά τιμολόγια, καθώς και οι εκπτώσεις που παρέχουν οι προμηθευτές.
Σημειώνεται ότι η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, αφού ζήτησε και παρέλαβε επιμέρους στοιχεία κόστους από όλους τους προμηθευτές, έχει καταρτίσει δύο εναλλακτικές μεθοδολογίες για τον υπολογισμό των ποσών ανάκτησης από τους παρόχους. Το υπουργείο Περιβάλλοντος- Ενέργειας είναι εκείνο που αποφασίζει ποιά από τις δύο μεθοδολογίες θα χρησιμοποιηθεί τελικώς, ενώ ταυτόχρονα θα αποφασίσει και το ύψος του εύλογου κέρδους, με τη μορφή ποσοστού. Στα έσοδα πέραν του επιπέδου αυτού θα επιβληθεί ο φόρος. Αρμόδια για τον προσδιορισμό των προς φορολόγηση ποσών για κάθε πάροχο είναι η ΡΑΕ, η οποία θα εκδώσει σχετικό πόρισμα, όπως συνέβη και με την έκτακτη φορολόγηση των υπερεσόδων των παραγωγών ηλεκτρισμού.