Δεν μένουν παρά 15 ημέρες μέχρι να ξεκινήσει το νέο σύστημα τιμολόγησης και οι πολίτες βρίσκονται σε μια αβεβαιότητα, καθώς καλούνται να επιλέξουν νέα τιμολόγια, μέσα σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο. Μάλιστα τις τελευταίες ώρες το φως της δημοσιότητας βλέπουν καταγγελίες από καταναλωτές, ότι προμηθευτές προτείνουν νέα τιμολόγια ρεύματος, ζητώντας τους όμως να υπογράψουν από το τηλέφωνο, γεγονός που έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις κινήσεων πολιτών και καταναλωτικών φορέων. Υπενθυμίζεται πως οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στα «πράσινα» τιμολόγια, όπου η τιμή θα ανακοινώνεται κάθε 1η του μήνα και θα είναι σταθερή στον ίδιο μήνα. Στα κυμαινόμενα τιμολόγια (κίτρινα) τα οποία διακρίνονται σε αυτά που η τιμή χρέωσης διαμορφώνεται εκ των προτέρων του μήνα κατανάλωσης και σε εκείνα που διαμορφώνεται εκ των υστέρων. Ουσιαστικά σε αυτά τα τιμολόγια θα αναβιώσουν οι παλιοί όροι που ίσχυαν στα τιμολόγια πριν την επιβολή των έκτακτων μέτρων. Δηλαδή θα υπάρχει ρήτρα αναπροσαρμογής. Στα τιμολόγια με μπλε χρώμα, στα οποία η τιμή θα είναι σταθερή για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα και στα τιμολόγια με πορτοκαλί χρώμα, τα οποία αφορούν όσους έχουν τοποθετήσει «έξυπνους» μετρητές και η χρέωση γίνεται ανά ημέρα.
«Η ουσία είναι ότι με κάθε χρώματος τιμολόγιο η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας έχει καταστεί πανάκριβη. Στην καλύτερη περίπτωση 70% ακριβότερη σε σχέση με το 2019.Υπεύθυνη γι’ αυτό είναι κυρίως η κυβερνητική πολιτική» αναφέρει στο iEnergeia.gr o Μανώλης Παναγιωτάκης, πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ.
Αναλυτικά η δήλωση του κ. Παναγιωτάκη στο iEnergeia.gr
Το χρώμα των τιμολογίων της ηλεκτρικής ενέργειας που καθιερώνεται με κυβερνητική απόφαση από την 1-1-2024 μονοπωλεί εύλογα το ενδιαφέρον των καταναλωτών. Ωστόσο, τα τιμολόγια της λιανικής δεν είναι το ουσιαστικότερο μέρος του προβλήματος. Το ύψος της τελικής τιμής του ρεύματος διαμορφώνεται κατά 80% από τη χονδρική τιμή με την οποία το προμηθεύονται όλοι ανεξαιρέτως οι προμηθευτές. Γι’ αυτό και οι διαφορές, ανεξάρτητα από τον τρόπο που πλασάρονται στο πλαίσιο του marketing, δεν είναι σημαντικές. Βεβαίως για μεγάλες καταναλώσεις, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις ενεργοβόρων επαγγελματικών δραστηριοτήτων η επιλογή του κατάλληλου τιμολογίου θα έχει ενδεχομένως αξιόλογες οικονομικές επιπτώσεις. Χρειάζεται λοιπόν ανάλογη μελέτη και στάθμιση των κινδύνων. Κινδύνων που με τον έναν ή άλλο τρόπο, με σταθερά, ειδικά ή κυμαινόμενα τιμολόγια μεταφέρονται στους καταναλωτές. Με το ρίσκο ενσωματωμένο στην υψηλότερη τιμή των σταθερών τιμολογίων, ή μέσω της πλήρους ανάληψης του ρίσκου από τους καταναλωτές στα φθηνότερα μεταβλητά τιμολόγια.
Σε κάθε περίπτωση η ουσία είναι ότι με κάθε χρώματος τιμολόγιο η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας έχει καταστεί πανάκριβη. Στην καλύτερη περίπτωση 70% ακριβότερη από ότι μέχρι το 2019. Υπεύθυνη γι’ αυτό είναι κυρίως η κυβερνητική πολιτική. Με την απότομη απολιγνιτοποίηση, με πρόσχημα την κλιματική αλλαγή, αντικατέστησε την εγχώρια λιγνιτική παραγωγή με παραγωγή από το εισαγόμενο φυσικό αέριο, εκθέτοντας τη χώρα στις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών. Με την ανεξέλεγκτη λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, στο οποίο συμμετέχουν μόνο τέσσερις επιχειρήσεις, διαμορφώνονται τιμές πολύ υψηλότερες, συχνά 55-60% από το κόστος παραγωγής. Με την ελεγχόμενη από την κυβέρνηση ΔΕΗ (το Δημόσιο παραμένει ο κύριος μέτοχος παρά τη μείωση της συμμετοχής του στο μετοχικό της κεφάλαιο κάτω του 50%), αντί να είναι σηματωρός μείωσης των τιμών στο χρηματιστήριο να πρωτοστατεί στη διαμόρφωση αυξημένων τιμών, κερδοσκοπώντας όπως και οι ιδιώτες παραγωγοί.
Εν κατακλείδι η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας εξελίχθηκε σε εικόνα και ομοίωση της αγοράς πετρελαιοειδών. Οι τιμές διαμορφώνονται κατά 90% από τους παραγωγούς, τα δύο διυλιστήρια, που δρουν ανεξέλεγκτα αποκομίζοντας τεράστια κέρδη, και οι καταναλωτές ψάχνουν για το φθηνότερο βενζινάδικο όχι για να αγοράσουν φθηνά, αφού αυτό δεν υπάρχει, αλλά για να κερδίσουν λίγα ευρώ. Το ηλεκτρικό ρεύμα όμως έχει άλλη βαρύτητα στη ζωή μας. Και αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να είναι αποδεκτή.