Αποτελεί έναν από τους πυλώνες που μπορούν να ενισχύσουν τον δευτερογενή τομέα της βιοτεχνικής και βιομηχανικής μεταποίησης, ο οποίος έχει συρρικνωθεί ανησυχητικά, καθώς συμμετέχει πλέον στο 10,7% του ΑΕΠ όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ είναι διπλάσιος.
Οι σχετικές επισημάνσεις έγιναν χθες από το προεδρείο του ΒΕΑ σε δημοσιογραφική ενημερωτική συνάντηση με τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου κ. Παύλο Ραβάνη να εκπέμπει σήμα κινδύνου και για την έλλειψη εξειδικευμένου τεχνικού προσωπικού την ώρα που το ισοζύγιο εγγραφών διαγραφών βιοτεχνικών επιχειρήσεων είναι θετικό και μάλιστα με υπερδιπλάσιες συστάσεις επιχειρήσεων κρούει το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας. Παράλληλα οι βιοτεχνικές επιχειρήσεις παραμένουν εκτός τραπεζικής χρηματοδότησης αλλά και πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης ακόμη και το ΕΣΠΑ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσαν τόσο το Ταμείο Ανάκαμψης και συχνά το ΕΣΠΑ, ευνοούν κυρίως τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, με τα υφιστάμενα προγράμματα χρηματοδότησης να αφορούν στο 6% των ΜμΕ, ενώ ο τραπεζικός δανεισμός απευθύνεται μόλις στο 3,8%.
«Η επιχειρηματικότητα, όπως αποδείχτηκε στα χρόνια των κρίσεων, αντέχει. Ιδιαίτερα οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, απέδειξαν ότι εξελίσσονται. Όχι ίσως με τους ρυθμούς που επιβάλλει η 4η βιομηχανική επανάσταση, καθώς δεν έχουν την υποστήριξη που απαιτείται, αλλά προσπαθούν να ορθοποδήσουν, να καινοτομήσουν και να εναρμονιστούν με το νέο περιβάλλον» επεσήμανε ο πρόεδρος του ΒΕΑ, Παύλος Ραβάνης. Αναφορικά με το πρόβλημα της έλλειψης τεχνικού προσωπικού επεσήμανε ότι είναι μονόδρομος για η υποστήριξη και επέκταση της τεχνικής επαγγελματικής κατάρτισης με την ενίσχυση του κύρους και της ελκυστικότητας των τεχνικών επαγγελμάτων, αλλά και την ανάπτυξη κινήτρων για την προσέλκυση ατόμων με χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα, ώστε να περιοριστεί η μονοπώληση από όσους έχουν υψηλά προσόντα.
Η μείωση ενέργειας στους εθνικούς αναπτυξιακούς στόχους
Παράλληλα το ΒΕΑ επεσήμανε ότι απαιτούνται εθνικοί αναπτυξιακοί στόχοι, οι οποίοι θα πρέπει να είναι σαφείς και ποσοτικά προσδιορισμένοι, και ειδικότερα:
- Υγιές μακροοικονομικό περιβάλλον
- Δομές Υποστήριξης παραγωγικών επιχειρήσεων
- Ποιοτική Διατροφική επάρκεια
- Μείωση κόστους ενέργειας
Σημαντικά προβλήματα από την ψηφιακή κάρτα
Οι εκπρόσωποι του ΒΕΑ έθεσαν και το θέμα της υποχρέωσης ψηφιακής κάρτας για τις μικρές επιχειρήσεις τονίζοντας ότι πρόκειται για αιφνιδιαστικό μέτρο, το οποίο θα επιφέρει σημαντικά προβλήματα και ειδικότερα σε τεχνικούς κλάδους, που λόγω ιδιαιτερότητας στην άσκηση των εργασιών τους, θα βρεθούν αντιμέτωποι με υψηλά διοικητικά πρόστιμα, επιπλέον του κόστους προμήθειας του λογισμικού και παρακολούθησης. Ζητούν δε το υπουργείο Εργασίας πριν την καθολική εφαρμογή της κάρτας να μεριμνήσει και να συμπεριλάβει τις ιδιαιτερότητες που υπάρχουν στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπου οι υπάλληλοι βρίσκονται κυρίως σε εξωτερικούς χώρους, ή απασχολούνται περισσότερο κατά την διάρκεια συγκεκριμένων περιόδων του έτους.
Αναγκαία η επαναφορά ρύθμισης ασφαλιστικών οφειλών σε 120 δόσεις
Οι συσσωρευμένες οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία αποτελούν άλλο ένα αγκάθι για την επιχειρηματικότητα με το ΒΕΑ να ζητά την εφαρμογή νέας ρύθμισης οφειλών έως 120 δόσεις στην οποία να μπορούν να ενταχθούν όλες οι ασφαλιστικές οφειλές, ιδίως εκείνες που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της υγειονομικής και ενεργειακής κρίσης. Για να είναι αποτελεσματική η ρύθμιση θα πρέπει να προβλεφθεί διαγραφή των προστίμων και λοιπών προσαυξήσεων, καθώς και απομείωση της βασικής οφειλής για τις οφειλές που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων τονίστηκε ότι είναι απόλυτη και άμεση ανάγκη η πραγματική αύξηση της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, τόσο μέσω του τραπεζικού συστήματος και των δυνατοτήτων που προσφέρει το Ταμείο Ανάκαμψης, όσο και των διαρθρωτικών ταμείων, αλλά και του αναπτυξιακού νόμου. Κρίσιμα εργαλεία αποτελούν η παροχή δεύτερης ευκαιρίας στους οφειλέτες και η χρηματοδότηση των ΜΜΕ μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, με τη συνδρομή του κομβικού ρόλου της Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Βραχυπρόθεσμα μέτρα
Στα μέτρα που πρέπει να εφαρμοστούν άμεσα για την ανάπτυξη του δευτερογενή τομέα, της βιοτεχνικής και βιομηχανικής μεταποίησης, η οποία έχει συρρικνωθεί και συμμετέχει πλέον στο 10,7% του ΑΕΠ όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ είναι διπλάσιος, το ΒΕΑ περιλαμβάνει:
• Ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία, κίνητρα και παρεμβάσεις που ευνοούν την εξωστρέφεια, την πρόσβαση στην καινοτομία, την καλλιέργεια δεξιοτήτων,
• Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος,
• Εξορθολογισμός- μείωση των συντελεστών ΦΠΑ,
• Μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων στο 20%,
• Περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους και συγκεκριμένα των ασφαλιστικών εισφορών,
• Θέσπιση αφορολόγητου στα πρώτα 10.000€ και μετά, 20% επί των καθαρών κερδών. Για τις κερδοφόρες επιχειρήσεις, ό,τι ποσό επενδύεται αποδεδειγμένα σε παραγωγική/ μεταποιητική δραστηριότητα και αύξηση θέσεων εργασίας, πρέπει να είναι αφορολόγητο και επιδοτούμενο από το κράτος με ποσοστό 3-5% επί της επένδυσης. Οι επενδυτικές δαπάνες πρέπει να είναι αφορολόγητες, με δυνατότητα χρηματοδότησής τους κατά 50% με επιτόκιο 3,5% για τις μεταποιητικές / παραγωγικές δραστηριότητες και 6% για τις αμιγώς εμπορικές δραστηριότητες.
• Θέσπιση του ακατάσχετου λογαριασμού: θέσπιση ενός ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού, που θα εξυπηρετεί όλες τις οικονομικές λειτουργίες μιας επιχείρησης, με τεχνικές παραμετροποιήσεις που να υπόκεινται σε κάποια κριτήρια, όπως ο κύκλος εργασιών, το ύψος οφειλών κ.ά.
• Με την ενεργοποίηση των δεσμευμένων διαθεσίμων, θα δημιουργηθούν πνεύμονες στην οικονομία, εφόσον όλες οι συναλλαγές θα γίνονται μέσα από τους τραπεζικούς λογαριασμούς.
• Διαχωρισμός Α.Φ.Μ: διαχωρισμός του Α.Φ.Μ της επιχειρηματικής οντότητας, από εκείνον του φυσικού προσώπου. Για τον απεγκλωβισμό του νοικοκυριού και την αποφυγή της πτώχευσης.
• Ασφαλιστικές οφειλές.
Οι ασφαλιστικές εισφορές για άλλη μια φορά αυξήθηκαν κατά 3,46% στο ύψος του πληθωρισμού από την 1η Ιανουαρίου, με τους μικρομεσαίους να επιβαρύνονται εκ νέου. Το ίδιο έγινε και πέρυσι με την αύξηση να φτάνει το 9,6%. Η πλειοψηφία των μη μισθωτών επιλέγει την 1η ή την 2η ασφαλιστική κατηγορία, αδυνατώντας να πληρώσει υψηλότερες εισφορές λόγω των συσσωρευμένων οφειλών. Μάλιστα η επιλογή αυτή, οδηγεί σε μια νέα γενιά χαμηλοσυνταξιούχων με εισοδήματα μικρότερα των 1.000 ευρώ μετά από 40 χρόνια απασχόλησης.