Πρόκειται για ποσά που προκύπτουν από τον αναδρομικό υπολογισμό από τον ΔΕΔΔΗΕ των ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας που αγόρασαν από το σύστημα για την κάλυψη των αναγκών των πελατών τους αλλά και για την κάλυψη των τεχνικών και άλλων απωλειών και υπολογίζονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Οι αποδεκτές απώλειες είναι προσδιορισμένες από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας σε ποσοστό 13,5% και σε αυτές περιλαμβάνονται τόσο οι φυσιολογικές απώλειες του δικτύου χαμηλής τάσης όσο και οι ρευματοκλοπές. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι φυσιολογικές απώλειες του δικτύου υπολογίζονται σε 7-8% και το υπόλοιπο ποσοστό αφορά τις ρευματοκλοπές.
Έτσι οι προμηθευτές αγοράζουν ενέργεια από το σύστημα για να καλύψουν τόσο τις ανάγκες των πελατών τους, όσο και τις απώλειες όπως αυτές έχουν προσδιοριστεί από τη ΡΑΑΕΥ και κοστολογούν του τελικούς πελάτες τους, δηλαδή διαμορφώνουν τιμολόγια, έχοντας συνυπολογίσει και τις απώλειες. Όμως ο ΔΕΔΔΗΕ που κάνει πραγματικές μετρήσεις ανά τετράμηνο και έχει την υποχρέωση σε τακτά χρονικά διαστήματα να υπολογίζει την πραγματική κατανάλωση και τις πραγματικές απώλειες δεν έχει ολοκληρώσεις τις εκκαθαρίσεις με βάση τα δεδομένα του συστήματος.
Ετσι, οι απώλειες την τριετία 2021-2023, μια περίοδο με την ενεργειακή κρίση να εκτοξεύσει το κόστος ενέργειας σε δυσθεώρητα επίπεδα, υπολογίζονται στη φάση εκκαθάρισης, στο 17,5% από τον ΔΕΔΔΗΕ, με τους προμηθευτές να καλούνται να πληρώσουν τη διαφορά.
Το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει αναστάτωση στην αγορά με κύκλους να τονίζουν ότι ο ΕΣΠΕΝ έχει προτείνει στη ΡΑΑΕΥ αφενός ο ΔΕΔΔΗΕ να καλύψει μέρους του επιπλέον κόστους που προκύπτει και αφετέρου οι απώλειες να μειωθούν στο 7%-8% που ένα μέσο επίπεδο για τα διεθνή δεδομένα.
Οι αλλαγές για ρευματοκλοπές και ενεργειακό τουρισμό
Το θέμα αυτό αναδεικνύει και την κρισιμότητα του ζητήματος των ρευματοκλοπών, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό των απωλειών προκύπτει από αυτό το φαινόμενο, στο οποίο ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας επιδιώκει να περιορίσει μέσω νομοθετικής ρύθμισης. Όπως ο ίδιος έχει κατ΄ επανάληψη πει η αντιμετώπιση των ρευματοκλοπών αποτελεί ένα βασικό εργαλείο για τη μείωση των τιμολογίων ρεύματος.
Μάλιστα σχετική ρύθμιση για τη μείωση των ρευματοκλοπών αναμένεται να συμπεριληφθεί στο πολυνομοσχέδιο που επεξεργάζεται το υπουργείο και το οποίο όπως όλα δείχνουν θα κατατεθεί στη Βουλή την τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου.
Η αυστηροποίηση του πλαισίου για τις ρευματοκλοπές και η αντιμετώπιση του ενεργειακού τουρισμού είναι μεταξύ των βασικών ζητημάτων που θα συμπεριλαμβάνονται σε νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που αναμένεται να καταθέσει εντός του επόμενου μήνα ο υπουργός κ. Θεόδωρος Σκυλακάκης.
Πρόκειται για θέματα που παραμένουν σε εκκρεμότητα εδώ και μήνες και το βασικό περίγραμμα των ρυθμίσεων έχει προαναγγελθεί πολύ πριν την εφαρμογή του νέου καθεστώτος στη λιανική αγορά ενέργειας με τα πολύχρωμα τιμολόγια.
Σε ό,τι αφορά τις ρευματοκλοπές, το κόστος τους ετησίως υπολογίζεται από το ΥΠΕΝ σε 400 εκατ. ευρώ. Η αντιμετώπιση του φαινομένου, που εντοπίζεται κυρίως σε επιχειρήσεων μικρού και μεσαίου μεγέθους θα οδηγήσει σε χαμηλότερο κόστος για τους καταναλωτές, που επιβαρύνονται με επιπλέον κόστος 4%.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας οι ρευματοκλοπές υπολογίζονται στο 4,8% της συνολικής αγοράς ενέργειας και εκτιμάται ότι ο αριθμός τους ξεπερνά τις 13.000 ετησίως. Το 50% των περιπτώσεων αφορούν σε ρευματοκλοπές αξίας μέχρι 4.500 ευρώ, το 25% μεταξύ 4.500 - 10.000 ευρώ και 25% άνω των 10.000 ευρώ και αφορούν κυρίως επιχειρήσεις μικρού μεγέθους.
Στόχος του ΥΠΕΝ, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις που έχει κάνει ο υπουργός από το περασμένο φθινόπωρο, είναι η αυστηροποίηση των ποινών που επιβάλλονται στις περιπτώσεις διαπιστωμένων ρευματοκλοπών. Οι παρεμβάσεις αφορούν κυρίως το συνδυασμό των ποινών που επιβάλλονται και προβλέπουν προσωρινή αναστολή λειτουργίας για επιχειρήσεις που διαπράττουν ρευματοκλοπή, φυλάκιση μέχρι τρία χρόνια, αλλά και αφαίρεση της άδειας τους ηλεκτρολόγου που εμπλέκεται.