H Eurelectric, που εκπροσωπεί τις ευρωπαϊκές εταιρείες ενέργειας και αντιπρόεδρος της έχει εκλεγεί ο επικεφαλής της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, μόλις προ ολίγων εβδομάδων σε ανάλυσή της επεσήμανε το ΄θέμα των διακύμανσεων των τιμών στην Ευρώπη με τις τιμές ρεύματος στις χώρες του νότου να είναι έως και πενταπλάσιες σε σχέση με τη Σκανδιναυβία. Σύμφωνα το Power Barometer 2024, που δημοσιεύτηκε χθες η αυξημένη διακύμανση τιμών προκαλεί έντονη ανησυχία στον κλάδο.
Όπως αναφέρει τον Αύγουστο του 2024, στην Ευρώπη σημειώθηκαν 1.031 ώρες κατά τις οποίες οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας έπεσαν κάτω από το μηδέν σε τουλάχιστον μία ζώνη προσφορών της ΕΕ, κυρίως κατά τη διάρκεια των ωρών αιχμής της ηλιακής ενέργειας, με τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας να πρέπει να πληρώσουν για να διαθέσουν ηλεκτρική ενέργεια στο δίκτυο. Την ίδια στιγμή, σε ορισμένα μέρη της Ευρώπης παρατηρήθηκαν ασυνήθιστα υψηλές τιμές και διασυνοριακή εξάπλωση.
Με βάση αυτά δεδομένα και σε συνδυασμό με τη χαμηλή ζήτηση και τις συχνές αρνητικές τιμές το επιχειρηματικό πεδίο για επιπλέον επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας περιπλέκεται σύμφωνα με την Ενωση η οποία ωστόσο βλέπει ότι από την άλλη πλευρά το πρόβλημα των αρνητικών τιμών μπορεί να προσφέρει κίνητρα για μεγαλύτερη αποθήκευση ενέργειας και ευελιξία για τη σταθεροποίηση των μεταβαλλόμενων τιμών.
Ένα από τα μείζονος σημασίας ζητήματα που θέτει το Power Barometer 2024 της Eurelectric, την ώρα που τα τρία τέταρτα της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργεις στην ΕΕ φέτος προήλθε από καθαρή ενέργεια είναι ότι η ευρωπαϊκή οικονομία δεν προχωρά με γρήγορους ρυθμούς σε εξηλεκτρισμό και αυτό ενώ ο κλάδος της ηλεκτρικής ενέργειας συνεχίζει να ηγείται της αποανθρακοποίησης . Μεταξύ 2022 και 2023, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε κατά 7,5%, κυρίως λόγω του ότι βιομηχανίες έκλεισαν και μετεγκαταστάθηκαν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης.
Ειδικότερα, όπως σημειώνει το 2023, ο κλάδος του ηλεκτρισμού στην ΕΕ μείωσε τις εκπομπές άνθρακα κατά 50% σε σύγκριση με το 2008, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη μείωση που έχει επιτευχθεί ποτέ από τον κλάδο. Ωστόσο, ο ρυθμός εξηλεκτρισμού της Ευρώπης παραμένει στάσιμος στο 23% τα τελευταία δέκα χρόνια, και μάλιστα όταν μέχρι το 2040 θα πρέπει να ανέλθει στο ήμισυ της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ. Εν τω μεταξύ, η Κίνα αύξησε το δικό της ρυθμό κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες από το 2015.
Σήμερα, το ένα τρίτο της ενέργειας που καταναλώνουν οι Ευρωπαϊκές βιομηχανίες καλύπτεται από ηλεκτρική ενέργεια, με το 4% μόνο από τις βιομηχανικές θερμικές διεργασίες υψηλών εκπομπών CO2 να έχει εξηλεκτριστεί. Ο εξηλεκτρισμός των κτιρίων αντιμετωπίζει επίσης δυσκολίες, με τις πωλήσεις των αντλιών θερμότητας να σημειώνουν μείωση της τάξεως του 5% το 2023. Από την άλλη πλευρά, τα ηλεκτρικά οχήματα αυξήθηκαν φτάνοντας τα 9 εκατομμύρια το 2024, όμως παραμένουν ακόμη μακριά από τον στόχο των 30 έως 44 εκατομμυρίων μέχρι το 2030.
«Το κομμάτι του παζλ που λείπει μεταξύ πράσινης ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας είναι ο εξηλεκτρισμός. Οι βιομηχανικοί τομείς διαθέτουν τεράστιες δυνατότητες για περαιτέρω εξηλεκτρισμό με βάση τις διαθέσιμες τεχνολογίες» δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας της Eurelectric Kristian Ruby, δίνοντας έμφαση στους ηλεκτρικούς λέβητες, στις καμίνους βολταϊκού τόξου, στις αντλίες θερμότητας, στην επαγωγική θέρμανση, στους πυρσούς πλάσματος και ακόμη περισσότερο όσον αφορά σε ενεργοβόρα προϊόντα όπως ο χάλυβας και το αλουμίνιο.
Η Eurelectric καλεί τους αρμόδιους χάραξης πολιτικής να υλοποιήσουν την Πράσινη Συμφωνία, να διατηρήσουν ένα επενδυτικό πλαίσιο συμβατό με την αγορά και να θεσπίσουν μία σαφή στρατηγική εξηλεκτρισμού για μια ανταγωνιστική ευρωπαϊκή βιομηχανία χωρίς άνθρακα.