Είναι γεγονός ότι η εξάρτηση του Βερολίνου από το ρωσικό φυσικό αέριο έχει υποτιμηθεί για πολύ καιρό. Το μεγαλύτερο μέρος του ρέει μέσω του αγωγού Nord Stream 1, ο οποίος μεταφέρει το αέριο μέσω της Βαλτικής Θάλασσας απευθείας στη Γερμανία.
Το 2021, το μερίδιο των ρωσικών παραδόσεων φυσικού αερίου ήταν στο 55%, ενώ σήμερα εξακολουθεί να είναι επίσης υψηλό φτάνοντας το 35%, σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομίας.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η απόφαση για κυρώσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ, έφερε αναταραχή στις προμήθειες ορυκτών καυσίμων στην Ευρώπη αλλά και άνοδο στις τιμές, δημιουργώντας την μεγαλύτερη ενεργειακή κρίση από την δεκαετία του 1970.
Η Μόσχα σε μια προσπάθεια εργαλειοποίησης των ενεργειακών προμηθειών προς την Ευρώπη, έκλεισε τις κάνουλες σε χώρες που δεν συμμορφώθηκαν στις επιταγές της να πληρώνεται σε ρούβλια, με πρώτα θύματα την Πολωνία και την Βουλγαρία.
Όμως και η Γερμανία δεν έμεινε στο απυρόβλητο καθώς η Ρωσία την προμηθεύει όλο και με λιγότερο φυσικό αέριο, ενώ τώρα ο αγωγός Nord Stream έχει κλείσει για συντήρηση και κανείς δεν γνωρίζει αν θα επανασυνδεθεί στο δίκτυο.
Η Ρωσία έχει μειώσει δραστικά τις παραδόσεις και τις δικαιολογεί με την έλλειψη ενός αεριοστρόβιλου της Siemens Energy, ο οποίος επισκευάζεται στον Καναδά, καθώς έχει κολλήσει εκεί λόγω των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία. Η γερμανική κυβέρνηση πρότεινε στους Καναδούς να παραδώσουν πρώτα την τουρμπίνα στη Γερμανία και από εκεί να την στείλουν στη Ρωσία, παρακάμπτοντας έτσι τις κυρώσεις.
Στις 11 Ιουλίου, ο Nord Stream θα κλείσει εντελώς για συντήρηση. Το ερώτημα είναι αν θα ενεργοποιήσουν ξανά οι Ρώσοι τον αγωγό μετά τις προγραμματισμένες δέκα έως 14 ημέρες.
«Εάν η τουρμπίνα έρθει μετά την επισκευή, τότε αυτό θα επιτρέψει την αύξηση των όγκων», αναφέρει σχετικά το Κρεμλίνο, προσθέτοντας ότι η Ρωσία δεν χρησιμοποιεί το φυσικό της αέριο ως πολιτικό μοχλό πίεσης.
Η κατάσταση στη Γερμανία μοιάζει εφιαλτική
Η κατάσταση στη Γερμανία μοιάζει εφιαλτική από τον συνδυασμό των υψηλών ενεργειακών τιμών αλλά και έναν πρωτόγνωρο πληθωρισμό που ροκανίζει τα εισοδήματα των πολιτών.
Ο φόβος να παγώσουν οι Γερμανοί τον χειμώνα δεν είναι κάτι μακρινό. Οι λογαριασμοί ενέργειας έχουν χτυπήσει κόκκινο και οι αυξήσεις αναμένεται να γίνουν μεγαλύτερες τον χειμώνα, αν και εφόσον θα υπάρχει αέριο.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση προσπαθεί να ανακουφίσει οικονομικά τους πολίτες, αλλά υπάρχουν όρια. Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι κανένα κράτος στον κόσμο δεν μπορεί να απορροφήσει την επερχόμενη χιονοστιβάδα του κόστους. «Δεν θα μπορέσουμε να επιδοτήσουμε όλες τις τιμές», τόνισε ο καγκελάριος.
Όμως μια ανεξέλεγκτη αύξηση των ενεργειακών τιμολογίων μπορεί να προκαλέσει ρήγμα στην κοινωνική ειρήνη, με απρόβλεπτες συνέπειες τόσο για την Γερμανία όσο και για ολόκληρη την ΕΕ.
Κι αυτό ακριβώς φοβάται η γερμανική κυβέρνηση, η οποία κατηγορεί τη Ρωσία για «οικονομική επίθεση» λόγω των περικοπών. Στο Βερολίνο ελπίζουν για το καλύτερο, αλλά ταυτόχρονα προετοιμάζονται για το χειρότερο. Οι νόμοι ψηφίζονται με το «κιλό» για να μετριάσουν τις συνέπειες της έλλειψης και τις επιπτώσεις της αύξησης των τιμών της ενέργειας.
Ο νόμος για την ενεργειακή ασφάλεια προβλέπει ότι στο μέλλον θα μπορούν να χρησιμοποιούνται περισσότεροι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα αντί για σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, έτσι ώστε το φυσικό αέριο να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για θέρμανση. Μέχρι τώρα, υποτίθεται ότι θα έπρεπε να καίγεται λιγότερος άνθρακας προς όφελος της προστασίας του κλίματος.
Τα προβλήματα στις επιχειρήσεις
Όμως το πρόβλημα δεν είναι μόνο στους οικιακούς καταναλωτές. Οι ενεργειακές εταιρείες αντιμετωπίζουν προβλήματα, καθώς η ρωσική μείωση παροχής φυσικού αερίου τις αναγκάζει να προμηθευτούν από αλλού σε υψηλότερες τιμές. Μια τέτοια εταιρεία, η Uniper, ήδη ζήτησε κρατική ενίσχυση για να αποφύγει την χρεοκοπία, με το τεράστιο ποσό των 9 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, ο αριθμός των οικονομικά προβληματικών επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας αυξάνεται σχεδόν καθημερινά, ενώ οι βιομηχανικές επιχειρήσεις μόλις και μετά βίας είναι σε θέση να πληρώσουν τους λογαριασμούς φυσικού αερίου.
Σε μια μελέτη στα τέλη Ιουνίου, το ινστιτούτο οικονομικών ερευνών Prognos εξέτασε τις συνέπειες μιας πλήρους διακοπής της παροχής ρωσικού φυσικού αερίου. Σε αυτή την περίπτωση, η Γερμανία θα πρέπει να αρκεστεί στις προμήθειες από άλλες χώρες και στις ποσότητες φυσικού αερίου που έχουν αποθηκευτεί μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η διακοπή θα επηρέαζε κυρίως τη βιομηχανία. Κλάδοι όπως ο χάλυβας, ο χυτοσίδηρος, τα χημικά και το γυαλί θα υποφέρουν ιδιαίτερα, με αναμενόμενες απώλειες στην παραγωγή της τάξης του 50%.
Όμως, ολόκληρη η οικονομία θα επηρεαστεί. Η Prognos υποθέτει ότι αν διακοπούν οι προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου, η γερμανική οικονομική παραγωγή θα μπορούσε να μειωθεί κατά 12,7% μέχρι το τέλος του έτους. Για λόγους σύγκρισης: ως αποτέλεσμα της διακοπής λειτουργίας λόγω του COVID-19 την άνοιξη του 2020, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν το δεύτερο τρίμηνο συρρικνώθηκε κατά 9,7% σε ετήσια βάση.
Ποιες χώρες βασίζονται στη Γερμανία
Όμως η Γερμανία, εκτός από μεγαλύτερος καταναλωτής ρωσικού φυσικού αερίου, τυχαίνει να είναι και ένας από τους μεγαλύτερους επανεξαγωγείς του ορυκτού καυσίμου της Ρωσία. Τον Μάιο, η Γερμανία εξήγαγε το επιβλητικό ποσό των 6 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων (bcm) φυσικού αερίου στις γειτονικές της χώρες. Αυτό δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τον ενεργειακό εφοδιασμό των γειτονικών χωρών οι οποίες εξαρτώνται από τη συνέχιση αυτών των εξαγωγών.
Χώρες που είναι αποκλεισμένες από την ξηρά, όπως η Ελβετία, η Αυστρία και η Τσεχία, βασίζονται στη Γερμανία για μεγάλο μέρος των αναγκών τους σε φυσικό αέριο.
Για τους γείτονες της Γερμανίας, η αλληλεγγύη είναι το κλειδί. Σε περίπτωση έλλειψης φυσικού αερίου, οι κανόνες και οι συνθήκες αλληλεγγύης της ΕΕ μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσουν οι μικρότεροι γείτονές της να έχουν έναν κάπως ήσυχο χειμώνα.
Οι γειτονικές χώρες της Γερμανίας λάμβαναν περίπου 0,2 δισ. κυβικά μέτρα την ημέρα. Τώρα, οι εξαγωγές είναι κάπου στο 60% αυτού του ποσού, δηλαδή 0,12 δισ. κυβικά μέτρα ημερησίως.
Το αέριο από τη Γερμανία προς την Τσεχία μειώθηκε κατά περίπου 60-80% από τις 16 Ιουνίου, όταν οι ροές μέσω του αγωγού της Βαλτικής μειώθηκαν, σύμφωνα με τα στοιχεία διαφάνειας του ENTSOG.
Περίπου το 75% του ελβετικού φυσικού αερίου ρέει μέσω της Γερμανίας και η χώρα δεν διαθέτει αποθέματα φυσικού αερίου ενώ η Αυστρία, ζήτησε την Τρίτη να στραφούν οι μεγάλοι καταναλωτές φυσικού αερίου σε εναλλακτικά καύσιμα, κυρίως πετρέλαιο.
Αλλά η αλληλεγγύη είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Ενώ οι γείτονες της Γερμανίας βασίζονται στην αλληλεγγύη της, η Γερμανία μπορεί να αναγκαστεί να βασιστεί στη γειτονική της Πολωνία, η οποία σύντομα θα λάβει περισσότερο φυσικό αέριο από αυτό που μπορεί να χρησιμοποιήσει άμεσα.
Αλλά η αλληλεγγύη είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Ενώ οι γείτονες της Γερμανίας βασίζονται στην αλληλεγγύη της, η Γερμανία μπορεί να αναγκαστεί να βασιστεί στη γειτονική της Πολωνία, η οποία σύντομα θα λάβει περισσότερο φυσικό αέριο από αυτό που μπορεί να χρησιμοποιήσει άμεσα.
Παράθυρο αισιοδοξίας αφήνει ο πολυαναμενόμενος Baltic Pipe ο οποίος θα τεθεί σε λειτουργία τον Οκτώβριο του 2022. Στο μέλλον, η Πολωνία και η Δανία θα μπορούσαν να λαμβάνουν έως και 10 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως μέσω του αγωγού. Αυτές οι ροές φυσικού αερίου θα μπορούσαν ενδεχομένως να ενδιαφέρουν και τη γερμανική κυβέρνηση.