Τα κτίρια ευθύνονται για το 40% της κατανάλωσης ενέργειας της Ε.Ε. και το 36% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ωστόσο, παρά τις υποχρεωτικές αξιολογήσεις απόδοσης, η ενεργειακή απόδοση των κτιρίων εξακολουθεί να έχει μικρό αντίκτυπο στις αποφάσεις των αγοραστών και των ενοικιαστών. Για να αντιμετωπίσει αυτές τις ελλείψεις, η ΕΕ έχει δρομολογήσει μια νέα οδηγία με στόχο την ανακαίνιση 35 εκατομμυρίων κτιρίων έως το 2030. Αυτό αποτελεί μέρος της δέσμευσής της να επιτύχει μείωση 55% των εκπομπών μέχρι το ίδιο έτος και να φτάσει το καθαρό μηδέν το 2050.
Φιλοδοξία της ΕΕ είναι να κινητοποιήσει τουλάχιστον 350 δισεκατομμύρια ευρώ σε δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις για την ανακαίνιση κτιρίων ως μέρος του Ευρωπαϊκού Επενδυτικού Σχεδίου Πράσινης Συμφωνίας και του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Από αυτή την επένδυση, 125 δισ. ευρώ προορίζονται για δημόσια κτίρια και 225 δισ. ευρώ για ιδιωτικά κτίρια. Η ενεργειακά αποδοτική ανακαίνιση κτιρίων μπορεί να επιφέρει σημαντικά οφέλη, όπως η μετατροπή παλαιών και μη ελκυστικών κτιρίων σε σύγχρονα και ενεργειακά αποδοτικά. Ένας οικονομικά αποδοτικός τρόπος για να επιτευχθεί αυτός ο μετασχηματισμός είναι μέσω της εγκατάστασης Εξωτερικών Θερμομονωτικών Σύνθετων Συστημάτων , με εφαρμογή στις υπάρχουσες εξωτερικές προσόψεις παλιών κτιρίων.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times, μεγάλο κενό ενεργειακής απόδοσης υπάρχει και στο κτιριακό απόθεμα του Ηνωμένου Βασιλείου, με πολλά κτίρια να υπολείπονται των αναγκαίων επιπέδων ενεργειακής απόδοσης. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι τα παλιά κτίρια στο Ηνωμένο Βασίλειο θεωρούνται ένας από τους κύριους παράγοντες που συμβάλλουν στο χάσμα ενεργειακής απόδοσης. Σχεδόν το 38% του αποθέματος κατοικιών του Ηνωμένου Βασιλείου κατασκευάστηκε πριν από το 1946 — ποσοστό μεγαλύτερο από ό,τι σε οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ. Τα σπίτια του Ηνωμένου Βασιλείου είναι επίσης σημαντικά παλαιότερα από εκείνα στις ΗΠΑ, όπου το 15% χτίστηκε πριν από το 1945.