Ο πόλεμος στην Ουκρανία αλλάζει το τοπίο της ενεργειακής πολιτικής. Οι κυβερνήσεις αντιδρούν άμεσα προκειμένου να μειώσουν την εξάρτησή τους από το ρωσικό πετρέλαιο, τον άνθρακα και το ορυκτό αέριο. Ωστόσο, τα γραφεία του WWF, από τον Ισημερινό μέχρι και την Κροατία, τη Νότια Αφρική έως και την Αρκτική, γίνονται μάρτυρες αρνητικών τάσεων, με τους λομπίστες των ορυκτών καυσίμων να πιέζουν για αύξηση των επενδύσεων στην παραγωγή και τις υποδομές ορυκτού αερίου και πετρελαίου. Αυτό θα ήταν καταστροφικό για τον πλανήτη και σίγουρα δεν θα οδηγούσε στην επίτευξη του στόχου του 1,5οC.
Στην Ευρώπη,αρκετές μελέτεςδείχνουν ότι οι χώρες μπορούν να απεξαρτηθούν από το ρωσικό φυσικό αέριο χωρίς την κατασκευή νέων ενεργειακών υποδομών. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω της αύξησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της εφαρμογής φιλόδοξων μέτρων ενεργειακής αποδοτικότητας και διατήρησης.
Η ενεργειακή αποδοτικότητα και η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελούν τους αποτελεσματικότερους τρόπους αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης. Η πρόσφατη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) έδειξε ότι τα μέτρα ενεργειακής αποδοτικότητας μπορούν να μειώσουν τις παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 40-70%. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή, δεν βρισκόμαστε σε τροχιά επίτευξης των στόχων μας για την ενεργειακή αποδοτικότητα. Για να επιτύχουμε καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2050, χρειαζόμαστε ετήσιο ρυθμό αύξησης της ενεργειακής αποδοτικότητας στο 4%, ενώ το διάστημα μεταξύ 2015-2020 πετύχαμε μόνο1,3%.
Η ενεργειακή αποδοτικότητα ως άμεση λύση στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, υπερτερεί. Οι καινούριες υποδομές πετρελαίου και φυσικού αερίου χρειάζονται περίπου30 χρόνιαγια να αποδώσουν πλήρως (έως τότε ο κόσμος δεν θα έπρεπε να επενδύει σε νέα ορυκτά καύσιμα ούτως ή άλλως!), ενώ παράλληλα η πυρηνική και η υδροηλεκτρική ενέργεια απαιτούν συνήθως πάνω από 20 χρόνια. Η ηλιακή ενέργεια παρότι είναι πιο άμεση και πάλι απαιτεί τουλάχιστον δύο χρόνια. Αντ’ αυτού, η ενεργειακή αποδοτικότητα μπορεί να ξεκινήσει αμέσως, αυξάνοντας την ενεργειακή ασφάλεια, μειώνοντας τους λογαριασμούς και εξοικονομώντας ενεργειακούς πόρους.
Εφαρμόζοντας μέτρα ενεργειακής αποδοτικότητας σε συγκεκριμένους τομείς, μπορεί να επιτευχθεί τεράστιος θετικός αντίκτυπος στη μείωση της ενεργειακής ζήτησης:
Μείωση της ζήτησης του φορτίου θέρμανσηςστις κατοικίες, μέσω μέτρων ενεργειακής αποδοτικότητας και μετάβασης σε λύσεις ανανεώσιμης ενέργειας. Στην Ευρώπη τα νοικοκυριά καταναλώνουν το 46% του συνολικά χρησιμοποιούμενου ορυκτού αερίου και έχουν σημαντική δυνατότητα μείωσης. Οι μέθοδοι μείωσης περιλαμβάνουν:
- Μόνωση και ενεργειακή αναβάθμιση:Μόνο το 1% των κτιριακών υποδομών της ΕΕ ανακαινίζεται ετησίως. Μια αύξηση στο 1,7% θα μπορούσε να εξοικονομήσει 1 δισεκατομμύριο κυβικά μέτρα ορυκτού αερίου, σύμφωνα με τονΔΟΕ, με όφελος την δημιουργία περισσότερων από ένα εκατομμύριο πράσινων θέσεων εργασίας. Η Ελλάδα για παράδειγμα, έχει θέσει στόχο τουλάχιστον το 30% των παλαιών κτιρίων να βελτιώσουν την ενεργειακή τους αποδοτικότητα.
- Βελτιωμένες νέες κτιριακές κατασκευές:Στην Ευρώπη και όχι μόνο, τα πρότυπα δόμησης εξακολουθούν να επιτρέπουν την κατασκευή μη αποδοτικών κτιρίων. Στις ταχέως αναπτυσσόμενες χώρες, οδηγούμαστε σε τεράστια επίπεδα εκπομπών με το να μην επιβάλλουμε αυστηρότερους οικοδομικούς κώδικες. Τα νέα κτίρια για παράδειγμα, θα πρέπει να απαιτείται να διαθέτουν αντλίες θερμότητας, αντί για συμβατικούς λέβητες αερίου και πετρελαίου.
- Κοινωνική συμμετοχή: Η ορθολογική ρύθμιση της θερμοκρασίας των χώρων, καθώς και η αλλαγή των συνηθειών των ενοίκων σχετικά με τη θέρμανση, μπορεί να επιφέρει σημαντικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΔΟΕ), τέτοιες εύκολες αλλαγές στην καθημερινή χρήση των κτιρίων μπορεί να εξοικονομήσει περισσότερα από 10 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, που ισοδυναμούν με τη θέρμανση 4 εκατομμυρίων κατοικιών. Η συνέργεια πολιτών και πολιτείας, είναι σημαντική για την επίτευξη του στόχου. Για παράδειγμα, στη Ρίγα της Λετονίας, το δημοτικό συμβούλιο συνεργάζεται με τον πάροχο θέρμανσης της πόλης και το Πανεπιστήμιο της Ρίγας στην οργάνωση μιας κοινωνικής εκστρατείας ώστε να καλέσει κάθε πολίτη να αναθεωρήσει τις συνήθειές του και να μειώσει την κατανάλωση ενέργειας.
Μείωση της ενεργειακής ζήτησης στη βιομηχανία, ιδιαίτερα των θερμικών διεργασιών.
Η βιομηχανία τα τελευταία χρόνια, είχε συνηθίσει στις χαμηλές τιμές του φυσικού αερίου, γεγονός που είχε επιβραδύνει την ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων. Οι τωρινές υψηλές τιμές του φυσικού αερίου έχουν οδηγήσει τις επιχειρήσεις να εξετάσουν λύσεις ανανεώσιμων πηγών θερμότητας, ιδιαίτερα τα ηλιοθερμικά συστήματα και να στραφούν στον εξηλεκτρισμό. Πράγματι, εκτιμάται ότι μέσω της ενεργειακής αποδοτικότητας και του εξηλεκτρισμού των θερμικών διεργασιών χαμηλής και μέσης θερμοκρασίας, μπορούμε να επιτύχουμεεξοικονόμηση 223 TWh, που ισοδυναμεί με την ηλεκτροδότηση 8 εκατομμυρίων σπιτιών. Επιπλέον, ο τωρινός στόχος του συστήματος εμπορίας εκπομπών της ΕΕ είναι η μείωσή τους κατά 61%. Η περαιτέρω αύξηση του στόχου αυτού σε 70% θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας.
Μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, ειδικότερα για τα φορτία του κλιματισμού.
Τον τελευταίο χρόνο η χρήση του φυσικού αερίου για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας έχει διπλασιαστεί. Επίσης, σε πολλές χώρες χρησιμοποιείται κυρίως για ηλεκτρισμό και έτσι η μείωση αυτού θα βοηθήσει επίσης. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι έθεσε το ερώτημα «Θέλετε κλιματισμό ή ειρήνη;» και σε πολλές ζεστές χώρες ο κλιματισμός είναι ο σημαντικότερος καταναλωτής ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ιταλία έδωσε εντολή να μη ρυθμιστούν τα κλιματιστικά σε θερμοκρασίες χαμηλότερες των 25 βαθμών, ακολουθώντας προηγούμενες παρόμοιες εκστρατείες στην Ιαπωνία και την Κίνα. Αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι να εξασφαλιστεί η ελάχιστη χρήση των κλιματιστικών. Ένας ανεμιστήρας οροφής καταναλώνει συνήθως 20 φορές λιγότερη ενέργεια και ένα σωστά σχεδιασμένο κτίριο δεν απαιτεί κλιματισμό. Τη στιγμή που οι χώρες θερμαίνονται εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, δεν πρέπει να δούμε αύξηση της χρήσης κλιματιστικών.
Μείωση της ζήτησης στις μεταφορές.
Πέρα από το φυσικό αέριο, αρκετές χώρες επιδιώκουν να μειώσουν και τη ζήτηση σε πετρέλαιο, με τις μεταφορές να αποτελούν πλέον ένα από τους μεγαλύτερους καταναλωτές ενέργειας σε πολλές χώρες. Βραχυπρόθεσμα, επιτρέποντας την τηλεργασία, μειώνοντας τα όρια ταχύτητας και πραγματοποιώντας εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού, ενθαρρύνοντάς το να στραφεί στα δημόσια μέσα μεταφοράς και τη χρήση του ποδηλάτου, μπορεί να επιτευχθεί άμεση μείωση στη χρήση φυσικού αερίου. Μακροπρόθεσμα, η δημιουργία αυξημένων υποδομών χρήσης ποδηλάτου και δημόσιων μεταφορών, η παροχή κινήτρων για μετάβαση σε ηλεκτρικά οχήματα και η προώθηση της χρήσης μικρότερων αυτοκινήτων, μπορούν εξίσου να αυξήσουν την ενεργειακή ασφάλεια.
Παράλληλα αρκετοί σημαντικοί τομείς πολιτικής πρέπει να ενισχυθούν. Στην Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω τα μέτρα του πακέτου “Fit for 55”, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης του στόχου ενεργειακής αποδοτικότητα της ΕΕ από 32,5% σε 45% έως το 2030 ενώ και οι χώρες μεμονωμένα πρέπει να ενθαρρύνουν τη μείωση της ζήτησης ενέργειας. Το WWF Γερμανίας δημοσίευσε μιασειρά συστάσεων(στα γερμανικά) προς τη γερμανική κυβέρνηση και την κοινωνία για την αντιμετώπιση της κρίσης. Το WWF Αυστρίας δημοσίευσε επίσης το σχέδιο20 σημείων του(στα γερμανικά).
Πέρα από την Ευρώπη, η κρίση έχει να αναδείξει τη σημασία της μη εξάρτησης από τις ασταθείς τιμές των ορυκτών καυσίμων. Στην ταχέως αναπτυσσόμενη Ασία, τη Βόρεια Αμερική και πέραν αυτής, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να επενδύσουν τώρα στη μείωση της ενεργειακής ζήτησης στα νέα κτίρια, καθώς και στην προώθηση της ενεργειακής αποδοτικότητας στη βιομηχανία και τις μεταφορές. Η κρίση αναδεικνύει την πρόκληση της εξάρτησής μας από τα ορυκτά καύσιμα και όλες οι χώρες, σε όλες τις ηπείρους θα πρέπει να λάβουν υπόψη πώς η μείωση της ενεργειακής ζήτησης μπορεί να επιφέρει καλύτερα κλιματικά αποτελέσματα.
Ο Δημήτρης Μαντέλης από το WWF Ελλάς σχολίασε ότι “ο κτιριακός τομέας στην Ελλάδα είναι υπεύθυνος για το 40% της ενεργειακής ζήτησης και το 36% των εκπομπών CO2. Η Ελλάδα διαθέτει πάνω από 3,5 εκατομμύρια κτίρια, η πλειονότητα των οποίων είναι παλιές κατασκευές χαμηλής ενεργειακής κλάσης. Όπως προκύπτει από τηνέα οδηγίατο 30% αυτών θα πρέπει να αναβαθμιστεί ενεργειακά, δημιουργώντας σημαντικά οφέλη τόσο στον μετριασμό της ζήτησης όσο και κατ’ επέκταση στην επίτευξη των κλιματικών στόχων.
Χρειαζόμαστε μια συντονισμένη παγκόσμια δράση, τόσο στην Ευρώπη όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι επικείμενες συναντήσεις των G7 και G20 παρέχουν μια μοναδική ευκαιρία για ολόκληρο τον κόσμο να αντιδράσει στην ενεργειακή κρίση και να δεσμευτεί για αυξημένη δράση στον τομέα της ενεργειακής αποδοτικότητας. Σε όλο το δίκτυο του WWF, δεσμευόμαστε να προστατεύσουμε τη φύση και εργαζόμαστε για να διασφαλίσουμε την λήψη σωστών αποφάσεων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Όπως σχολίασε ο Sergio Bonati, του WWF Ισπανίας, «υπάρχουν βασικά δύο πιθανές απαντήσεις στην τρέχουσα κρίση: 1) Η παραγωγή περισσότερων ορυκτών καυσίμων ή/και η προμήθειά τους από διαφορετικές περιοχές, που σημαίνει περισσότερες επενδύσεις και μεγαλύτερη εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα και 2) Η επιτάχυνση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας με άμεσα μέτρα, παγκόσμια συνεργασία και αυξημένη χρηματοδότηση κ.λπ. Η επιλογή μας είναι σαφής: πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι κυβερνήσεις θα επιλέξουν την δεύτερη επιλογή».