Η συγγραφή της έκθεσης διήρκησε 8 χρόνια και στην οποία συμμετείχαν 700 επιστήμονες από 91 χώρες. Τα μηνύματα που προκύπτουν μας αφορούν όλους και επηρεάζουν τόσο τις δικές μας όσο και τις ζωές των μελλοντικών γενεών καθώς εκτιμάται ότιπερίπου ο μισός πληθυσμός της γης (3,3-3,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι) ζει σε περιβάλλον που είναι ιδιαίτερα ευάλωτο στις επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος. Ένας κόσμος περίπου 3°C θερμότερος μεταφράζεται σε ραγδαία απώλεια της βιοποικιλότητας, τεράστια κοινωνικοοικονομικά προβλήματα, αλλά και προβλήματα υγείας.
Το σημαντικότερο μήνυμα της έκθεσης, είναι ότιοι πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζονται μέχρι τώρα είναι ανεπαρκή και μας οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη άνω του 1,5°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Οι συνέπειες της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας, ακόμα και μερικά δέκατα πάνω από το ασφαλές όριο του 1,5°C, θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στον σημερινό τρόπο ζωής Σε πολλά μέρη του κόσμου, τόσο οι άνθρωποι, όσο και τα οικοσυστήματα δεν θα είναι σε θέση να προσαρμοστούν στο μέγεθος των πολλαπλών κρίσεων που θα συναντούν και οι απώλειες και ζημιές σε περιβαλλοντικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο θα κλιμακώνονται ραγδαία. Όπως δημοσίευσε πρόσφατα τοΔιεθνές Οικονομικό Φόρουμ (WEF), την επόμενη δεκαετία οι 6 από τους 10 σημαντικότερους κινδύνους που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε αφορούν το περιβάλλον. Και ενώ βρισκόμαστε ήδη σε ένα κόσμο κατά 1,1°C πιο θερμό, ο αγώνας δεν έχει χαθεί και μπορούμε να αποτρέψουμε τα χειρότερα, αρκεί οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις να αναλάβουν γενναία δράση και να υλοποιήσουν μείωση των εκπομπών τους κατά τουλάχιστον 55%, και πιο κοντά στο 65%, μέχρι το 2030.
Σύμφωνα με την έκθεση,η ανθρωπότητα έχει στη διάθεσή της όλα τα απαραίτητα εργαλεία και τη γνώση που χρειάζεται προκειμένου να πετύχει αυτό το στόχο με δίκαιο και ασφαλή τρόπο για όλους. Το κόστος των ΑΠΕ έχει μειωθεί ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Μόνο μεταξύ 2010 και 2019, το κόστος της ηλιακής ενέργειας και των μπαταριών λιθίου που χρησιμοποιούνται για αποθήκευση ενέργειας μειώθηκε κατά 85%, ενώ το κόστος της αιολικής ενέργειας μειώθηκε κατά 55%. Η φύση, ένας βασικός σύμμαχος που πολύ συχνά ξεχνάμε, έχει απορροφήσει το 54% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που σχετίζονται με τον άνθρωπο τα τελευταία 10 χρόνια με το 31% να αφαιρείται από τα χερσαία οικοσυστήματα, συμπεριλαμβανομένων των φυτών, των ζώων και των εδαφών, και το υπόλοιπο 23% να απορροφάται από τον ωκεανό. Γνωρίζουμε ότιη καύση ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του ορυκτού αερίου, είναι ο κύριος ένοχος για την κλιματική κρίσηκαθώς επίσης και ότιτο διατροφικό μας σύστημα έχει τεράστιο αντίκτυπο καθώς αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο των παγκόσμιων εκπομπώναερίων του θερμοκηπίου.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι: αφού τα ξέρουμε όλα αυτά και έχουμε στα χέρια μας την κατάλληλη τεχνολογία, γιατί δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε τον στόχο του 1,5°C και διακινδυνεύουμε να βιώνουμε συχνότερους και έντονους καύσωνες, ξηρασίες, πλημμύρες και καταιγίδες, καθώς και σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές καταστροφές; Η απάντηση είναι απλή: επειδήαπουσιάζει η απαραίτητη πολιτική βούληση για να τεθούν και να εφαρμοστούν φιλόδοξοι στόχοι αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των παραπάνω, δυστυχώς, αποτελεί η χώρα μας.Η γεωγραφική θέση της Ελλάδας την καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτη,καθώς η Μεσόγειος σύμφωνα με την IPCC θερμαίνεται γρηγορότερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο και άρα βρίσκεται στο επίκεντρο των κλιματικών επιπτώσεων. Επιπλέον,η χώρα μας έχει δεσμευτεί νομικά από το 2015 στη παγκόσμια Συμφωνία του Παρισιού για τη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας στον 1,5°Cκαι έχει προχωρήσει στην πολύ θετική πρωτοβουλία ψήφισης του πρώτου εθνικού κλιματικού νόμου το 2022 (που όμως στην πραγματικότητα απαιτεί πραγματικά γενναίες πράξεις εφαρμογής). Και ενώ ισχύουν αδιαμφισβήτητα αυτά, η κυβέρνηση τι κάνει;
- Με πρόσχημα την ενεργειακή κρίση, υιοθετεί ένα όραμα όπου η Ελλάδα αποτελεί κόμβο LNG, προωθώντας το ορυκτό αέριο ως καύσιμο μετάβασης, τη στιγμή που ολόκληρος ο κόσμος γνωρίζει πλέον ότι το ορυκτό αέριο ευθύνεται για την ενεργειακή κρίση που βιώνουμε και η καύση του συμβάλλει αρνητικά στην κλιματική κρίση.
- Υπογράφει συμβάσεις παραχώρησης έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων με την Ελλάδα να καταγράφει τιςυψηλότερες επενδύσεις σε υποδομές ορυκτού αερίου, ξεπερνώντας ακόμα και χώρες όπως η Γερμανία και Ιταλία. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να μας οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε “κλείδωμα” των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και σε μη χρησιμοποιούμενες υποδομές (stranded assets) πουθα καθυστερήσουν σημαντικά την ενεργειακή μετάβαση.
- Το 2019 δεσμεύεται για απολιγνιτοποίηση, που αποτυπώνεται και στον κλιματικό νόμο και στο ΕΣΕΚ, όμως στη συνέχεια την αφήνει στο ράφι εγκαινιάζοντας μια νέα και παντελώς οικονομικά ασύμφορη λιγνιτική μονάδα που είναι πια πολύ πιθανό να παραμείνει ανοιχτή μετά το 2028 (επίσημο τέλος του λιγνίτη) ως “στρατηγική εφεδρεία”. Επιπλέον, εγκρίνει νέες, νομικά αμφισβητήσιμες παρεκκλίσεις και παρατάσεις ζωής για λιγνιτικές μονάδες που έχουν εξαντλήσει τις ώρες λειτουργίας τους και έπρεπε να κλείσουν λόγω υπέρβασης των ορίων που έχει θέσει η ΕΕ για την εκπομπή ρύπων.
- Θέτει σε δημόσια διαβούλευση με πρωτοφανή και απαράδεκτη προθεσμία τεσσάρων ημερών για δημόσια συμμετοχή και σχολιασμό, ένα γιγαντιαίο πολυνομοσχέδιο που ανοίγει το πεδίο για την καύση περισσότερων ορυκτών καυσίμων, καθώς επιτρέπει τόσο τη χορήγηση νέων αδειών παραγωγής όσο και επεκτάσεις λειτουργίας και αύξησης ισχύος σε μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα που ήδη λειτουργούν ή πρόκειται να λειτουργήσουν ή βρίσκονται σε φάση κατασκευής.
- Μέσω του ίδιου γιγαντιαίου πολυνομοσχεδίου “κρεμάει” μια ολόκληρη κοινότητα συνανθρώπων μας καταργώντας τη διάταξη της μετεγκατάστασης του οικισμού της Ακρινής, στο Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας, και ουσιαστικά ακυρώνει την κοινωνική οφειλή στο σύνολο των κοινωνιών που επί δεκαετίες υποφέρουν από τις επιπτώσεις της εξόρυξης και καύσης λιγνίτη στη δημόσια υγεία και την ποιότητα του περιβάλλοντος. Και αυτό ενώ η ίδια η τοπική κοινωνία της Ακρινής αποφάσισε τον Δεκέμβριο του 2022 με σαρωτική πλειοψηφία σε τοπικό δημοψήφισμα ότι επιθυμεί τη μετεγκατάστασή της, καθώς οι περιβαλλοντικές συνθήκες διαβίωσης δίπλα στα λιγνιτικά εργοστάσια και τα λιγνιτωρυχεία είναι πλέον μη υποφερτές.
- Με τακτικές που δύσκολα μπορεί κάποιος να μη θεωρήσει σκόπιμες, δίνει πληροφορίες με το σταγονόμετρο για την αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) με προθεσμία κατάθεσης προσχεδίου τον Ιούνιο αυτού του έτους. Η μόνη επίσημη πληροφορία σχεδιασμού του νέου ΕΣΕΚ αφορά μόνο αριθμητικούς στόχους, σημαντικά καλύτερους σε σχέση με το ΕΣΕΚ του 2019, που όμως δεν εγγυώνται την επιτυχή αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Ο σχεδιασμός που έχει δοθεί στη δημοσιότητα μέχρι στιγμής αφήνει πολλά ερωτήματα αναπάντητα (π.χ. Θα επιτευχθεί έγκαιρα η κλιματική ουδετερότητα της χώρας μας; Πότε θα ολοκληρωθεί η απεξάρτηση μας από τα ορυκτά καύσιμα; Τι ρόλο θα παίξει η φύση στην ενεργειακή μετάβαση; κ.α.) ενώ επίσημες υπουργικές δηλώσεις για την απαραίτητη διεξαγωγή δημόσιας διαβούλευσης έρχονται ενάντια στη συμμόρφωση με τη Σύμβαση του Aarhus και τις αρχές της διαφάνειας και της δημόσιας συμμετοχής. Το ΕΣΕΚ είναι ένα κεντρικό εργαλείο στρατηγικού σχεδιασμού που σκοπό έχει να καθοδηγήσει τις εθνικές προσπάθειες απανθρακοποίησης της ελληνικής οικονομίας παρέχοντας ασφάλεια επενδύσεων και συνδέοντας πολιτικές και μέτρα με επαρκείς πηγές χρηματοδότησης. Αλλά η ποιότητα του σχεδίου είναι συνάρτηση των πληροφοριών που περιέχει και οι οποίες ακόμα απουσιάζουν από την ελληνική δημόσια σφαίρα. Η φιλόδοξη αναθεώρηση του ΕΣΕΚ, πέρα από ενωσιακή υποχρέωση της χώρας, αποτελεί υποχρέωση του ελληνικού κράτους απέναντι στο δικαίωμα των πολιτών για την προστασία τους από την κλιματική κρίση.
Το μόνο που επιτυγχάνει το ελληνικό αφήγημα αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης είναι να δημιουργεί σύγχυση και να παρατείνει την ενεργειακή μετάβαση, και κατά συνέπεια την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας, κατά δεκαετίες που πλέον δεν έχουμε στη διάθεσή μας. Η τελευταία συνθετική έκθεση της IPCC παρέχει έναν οδικό χάρτη δράσης και εναπόκειται στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να πάρουν επιτέλους το μήνυμά της στα σοβαρά και να λάβουν τα επείγοντα και απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση της μεγαλύτερης πρόκλησης της εποχής μας. Το μέλλον του πλανήτη μας και η ευημερία μας εξαρτώνται από αυτό.