Σύμφωνα με τη φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας για μηδενική ρύπανση, η νέα οδηγία για τις βιομηχανικές και κτηνοτροφικές εκπομπές αποσκοπεί στη μείωση των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα και το έδαφος από τις μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις και τις μεγαλύτερες χοιροτροφικές και πτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις.
Η ενισχυμένη νομοθεσία βασίζεται στο επιτυχημένο σύστημα αδειοδότησης της ΕΕ για την πρόληψη και τον έλεγχο των εκπομπών, το οποίο έχει σχεδιαστεί για να διασφαλίζει την εφαρμογή των «βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών» προκειμένου να μειωθεί η ρύπανση. Καλύπτει νέες οικονομικές δραστηριότητες και πρόσθετες πηγές εκπομπών, εξορθολογίζοντας παράλληλα τη διαδικασία αδειοδότησης. Καθιστά αυστηρότερους τους όρους για τη χορήγηση παρεκκλίσεων και παρέχει στις αρχές ισχυρότερες εξουσίες επιβολής της νομοθεσίας. Για πρώτη φορά στο περιβαλλοντικό δίκαιο της ΕΕ, η νέα οδηγία αναγνωρίζει το δικαίωμα των πολιτών να ζητούν αποζημίωση για ζημίες στην υγεία τους που προκαλούνται από παράνομη ρύπανση.
Οι πρωτοπόροι της ΕΕ στη βιομηχανική καινοτομία θα επωφεληθούν από την ευέλικτη αδειοδότηση, καθώς θα μπορούν να δοκιμάσουν τεχνικές με υψηλότερες περιβαλλοντικές επιδόσεις. Ένα νέο Κέντρο Καινοτομίας για τον Βιομηχανικό Μετασχηματισμό και τις Εκπομπές (INCITE) θα συγκεντρώσει πληροφορίες σχετικά με καινοτόμες λύσεις για τον έλεγχο της ρύπανσης.
Τα κράτη μέλη θα έχουν προθεσμία έως την 1η Ιουλίου 2026 για να προσαρμόσουν την εθνική τους νομοθεσία στην αναθεωρημένη οδηγία. Τα δεδομένα που θα συλλέξουν οι εθνικές αρχές θα υποβληθούν για πρώτη φορά στη νέα πύλη για τις βιομηχανικές εκπομπές το 2028.