Επιβεβαιώνεται για ακόμα μια φορά, ότι η κυβέρνηση αντί να παρέμβει στην πηγή της αισχροκέρδειας, με έλεγχο και εποπτεία, ενισχύει την αισχροκέρδεια των καθετοποιημένων παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω των υψηλών επιδοτήσεων. Παράλληλα, με 4 δισ. επιπλέον ΦΠΑ σε σχέση με πέρσι, αποδεικνύεται ότι στις πλάτες των πολιτών και επιχειρήσεων κερδίζει η παραγωγή ενέργειας. Για παράδειγμα η ΔΕΠΑ Εμπορίας έχει δεκαπλασιάσει τα κέρδη της μέσα σε ένα χρόνο».
Σχολίασε την αντίθεση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και κυβέρνησης σε σχέση με τα υπερκέρδη των καθετοποιημένων παραγωγών. «Ο ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ, με βάση στοιχεία της ΡΑΕ και του ΑΔΜΗΕ, υπολόγισε ότι για το διάστημα Ιούλιος 2021- Ιούνιος 2022, τα υπερκέρδη αγγίζουν τα 2.2 δις ευρώ. Απ’ την άλλη, η κυβέρνηση παρά τις εξαγγελίες για 90% φορολόγηση των υπερκερδών, κάνει ό,τι μπορεί για να μειώσει το ποσό, αφαιρώντας 3 μήνες και χρησιμοποιώντας μια μεθοδολογία που καταργεί τη διακριτότητα των αγορών εμπορίας και παραγωγής. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι ακόμα και από τα 927 εκ. που υπολόγισε η ΡΑΕ, έστω και με την παραπάνω στρεβλή μεθοδολογία, μέχρι σήμερα δεν έχει φορολογηθεί ούτε ένα ευρώ».
Για τον περίφημο μηχανισμό ανάκτησης των υπερκερδών, η κα Πέρκα σημείωσε δηκτικά: «Ο προσωρινός μηχανισμός που συγκρατεί τάχα τα υπερκέρδη, έχει αφήσει τόσο μεγάλα περιθώρια κέρδους, όπου μόνο για το Σεπτέμβριο υπολογίσαμε υπερκέρδη 500 εκ. ευρώ, αυτή τη φορά στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας. Τα υπερκέρδη αυτά είναι καινούρια, και είναι επιπλέον των 2.2. δισ. ευρώ, που αφορούν στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε ό,τι αφορά στην Ευρώπη, πράγματι δεν έχει δείξει τα απαιτούμενα αντανακλαστικά, πράγματι καθυστερεί. Έχει προτείνει παρ’ όλα αυτά δύο εργαλειοθήκες, με τις οποίες δίδονται κατευθύνσεις στα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) και του ΦΠΑ, όπως επίσης και η προστασία των πιο ευάλωτων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. 18 ευρωπαϊκές χώρες έχουν ήδη προχωρήσει σε μείωση του ΕΦΚ κι εδώ ο κ. Μητσοτάκης αδυνατεί να «βάλει χέρι» στα μεγάλα συμφέροντα στο χώρο της ενέργειας.»
Σε σχέση με την ενεργειακή πολιτική της ΝΔ, η Βουλευτής Φλώρινας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τόνισε: «Από αυτή την κυβέρνηση λείπει η στρατηγική, δεν γνωρίζουμε τι σκοπό έχει. Ενώ στον πρόσφατο κλιματικό νόμο 4936/2022 προβλέπεται ότι από την 1η Ιανουαρίου 2025 απαγορεύεται η πώληση και εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης και από 1η Ιανουαρίου 2030, επιτρέπεται αποκλειστικά η πώληση πετρελαίου θέρμανσης το οποίο είναι αναμεμειγμένο σε ποσοστό τουλάχιστον 30% κατ’ όγκο με ανανεώσιμα υγρά καύσιμα, βλέπουμε ότι η κυβέρνηση προτρέπει τελικά τους πολίτες να ξαναγυρίσουν στο πετρέλαιο. Επίσης, στην περιοχή μου, τη Φλώρινα, η κυβέρνηση κατάργησε το έργο της τηλεθέρμανσης, αποφάσισε δηλαδή να πετάξει 20 εκ. ευρώ επενδεδυμένο κεφάλαιο, για να φέρει φ.α. –το οποίο ακόμα έρχεται και τελικά όταν έρθει, να δούμε ποιος θα το βάλει-. Να σημειώσω ότι ενώ η χώρα μας δεν είχε μεγάλη δέσμευση στο φ.α., με την κυβέρνηση της ΝΔ είχαμε αύξηση του φ.α. κατά 24% στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής και στις υπόλοιπες χρήσεις 10%. Και όλα αυτά την στιγμή που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ένα μέρος μόνο των ενεργειακών αναγκών είναι η ηλεκτροπαραγωγή. Ένα πολύ σοβαρό μέρος όμως είναι και οι άλλες χρήσεις: θέρμανση, ψύξη, μεταφορές. Όλα αυτά δείχνουν μια κυβέρνηση που δεν παρακολουθεί τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες τάσεις για πράσινη μετάβαση.
Παραδώσαμε 19,5 % ΑΠΕ, όταν παραλάβαμε ένα πολύ μικρό έως μηδενικό ποσοστό. Με την ΝΔ έχουμε, μια «κούφια» απολιγνιτοποίηση που φέρνει την απόλυτη καταστροφή στις λιγνιτικές περιοχές, όταν εμείς είχαμε σχέδιο με ορίζοντα 15ετίας. Την Παρασκευή 7.10.2022, για πρώτη φορά καλύφθηκε το 100% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, για 5 ώρες από ΑΠΕ, γεγονός που βεβαίως όλοι χαιρετίσαμε. Οι ΑΠΕ, ο ήλιος, ο αέρας, είναι εθνικό καύσιμο, και το έχουμε σε αφθονία. Όμως ΑΠΕ χωρίς αποθήκευση δεν νοείται. Δυστυχώς η ΝΔ δεν έχει προχωρήσει ούτε το θεσμικό πλαίσιο της αποθήκευσης. Το μόνο που ψηφίστηκε σε πρόσφατο νομοσχέδιο, 3 χρόνια δηλαδή μετά την εξαγγελία της απολιγνιτοποίησης, είναι το αδειοδοτικό πλαίσιο και όχι το ρυθμιστικό πλαίσιο για την αποθήκευση ενέργειας.
Την ώρα που η τοπική κοινωνία κινητοποιείται, δημιουργώντας Ενεργειακές Κοινότητες, αυτές όχι μόνο δε χρηματοδοτούνται, αλλά με την απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας της 12ης Αυγούστου 2022, ανατράπηκε η χρονική προτεραιότητα σύνδεσης στο δίκτυο που ίσχυε για τα έργα ΑΠΕ. Μπήκαν αδιαφανή κριτήρια, που οδηγούν στη διάθεση όλου του ηλεκτρικού χώρου σε συγκεκριμένους μεγάλους επενδυτές. Έχουμε κάνει και σχετική ερώτηση. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι υπάρχουν άνθρωποι που νοίκιασαν χωράφια, πλήρωσαν εγγυητικές, έκαναν έξοδα και περιμένουν ακόμα τη σειρά τους για να πάνε να συνδεθούν, και τώρα απλά χάνουν τη σειρά τους και πάνε στο τέλος. Η κυβέρνηση θέλει να έρθουν 2-3 επενδυτές με χρήμα από τα δημόσια ταμεία και να κάνουν τη μετάβαση. Εντωμεταξύ, η ΔΕΗ έχει δανειστεί με ρήτρα διοξειδίου του άνθρακα, γι’ αυτό και οι εν λειτουργεία λιγνιτικές μονάδες, που έχουν ακόμα περιβαλλοντικούς όρους σε ισχύ, δεν συμμετέχουν παραπάνω στο μίγμα. Εμείς λέμε ότι πρέπει να συμμετέχουν τουλάχιστον σε ποσοστό 20%.
Σε ό,τι αφορά στο χρηματιστήριο ενέργειας, δε φταίει το εργαλείο, φταίει πώς αυτό λειτουργεί, και στη χώρα μας λειτουργεί χωρίς εποπτεία και έλεγχο. Αν είχαμε κερδίσει να απεξαρτηθεί η τιμή του ρεύματος από το φ.α., όπως κέρδισε η Ιβηρική, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Εδώ όμως η τιμή προκύπτει από το πιο ακριβό καύσιμο, στην παρούσα φάση από το φ.α. Και όλη αυτή η ιστορία με το ράλι τιμών, η μετακύλιση όλου του κόστους στους καταναλωτές, είναι δομικό στοιχείο της αγοράς ορυκτών καυσίμων. Όταν πέφτουν οι τιμές, ποτέ δεν ανακουφίζονται οι καταναλωτές και όταν ανεβαίνουν, δεν υπάρχει ρίσκο στις εταιρίες, μετακυλίεται κατευθείαν στους πολίτες».
Η κ. Πέρκα, ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή της τόνισε τον ρόλο του κράτους. «Σε περιόδους κρίσης - το είδαμε και στην πανδημία - έχει πολύ μεγάλη σημασία η δημόσια παρέμβαση. Αυτό έχει πια αποδειχθεί. Εδώ όμως η κυβέρνηση αποφάσισε την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, η οποία σήμερα ηγείται της ακρίβειας, και των δικτύων. Αυτά είναι πολύ σοβαρά ενεργειακά εργαλεία για να μην έχει έλεγχο το κράτος, πόσω μάλλον εν μέσω ενεργειακής κρίσης.»