Ο βουλευτής στην αρχή της ομιλίας του, επισήμανε την συνεχόμενη αδιαφορία της κυβέρνησης για ουσιαστική διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς και τους πολίτες για το εν λόγω νομοσχέδιο και ειδικά για τις ρυθμίσεις που αφορούν την δημιουργία μιας Ανώνυμης Εταιρείας που θα διαχειρίζεται το σύνολο των υδάτων της Θεσσαλίας.
«Ενώ είμαστε υπόλογοι στην Ευρώπη για τις καθυστερήσεις στα αντιπλημμυρικά έργα, ενώ το ενωσιακό δίκαιο επιβάλει την συνολική διαχείριση των υδάτων, έρχεστε χωρίς κανέναν σοβαρό σχεδιασμό, χωρίς καμία πραγματική διαβούλευση χωρίς καμία επιστημονική τεκμηρίωση και ακολουθείτε τις προτάσεις μια ολλανδικής εταιρείας ιδιωτικών συμφερόντων, αμφιβόλου επιστημονικής επάρκειας και τα παραδίδετε όλα σε μια Α.Ε», τόνισε στην ομιλία του.
Το ΥΠΕΝ προικίζει μια ιδιωτική εταιρεία με κεφάλαιο, προσωπικό και περιουσιακά στοιχεία για να διαχειρίζεται τα αντιπλημμυρικά έργα και τα έργα άρδευσης, χωρίς κανέναν έλεγχο και σε αντίθεση με το Σύνταγμα της χώρας που εξασφαλίζει τον δημόσιο χαρακτήρα του νερού.
Με την ίδια προχειρότητα αντιμετωπίζει το ΥΠΕΝ και τις διατάξεις περί αυθαιρέτων ενώ θα μπορούσαν να είχαν απλά προβεί στην τήρηση του ν. 4495/2017 με τον οποίο έμπαινε ένας ουσιαστικός έλεγχος στην διαχείριση των αυθαιρέτων.
Με τον ίδιο τρόπο διαχειρίζονται και τα μεγάλα ζητήματα που αφορούν τις ΑΠΕ και τις ενεργειακές κοινότητες.
Όπως ανέφερε ο βουλευτής: «Ενώ σε όλη την Ευρώπη προωθούνται οι ενεργειακές κοινότητες μη κερδοσκοπικού σκοπού ή οι μικρές ενεργειακές κοινότητες και τα έργα αυτοπαραγωγής και αυτοκατανάλωσης εδώ εμείς έχουμε καταλήξει να έχουμε πέντε μεγάλους εργολάβους που θα καταλήξουν να έχουν το σύνολο των ΑΠΕ με τις δικές σας ευλογίες». Με το περιβόητο πρόγραμμα «Απόλλων» το ΥΠΕΝ δημιουργεί έναν ενδιάμεσο που θα επωφελείται από την πώληση του ρεύματος στους ωφελούμενους και δημιουργεί ανασφάλεια στους μικροεπενδυτές αφού ανατρέπει πλήρως τον όποιο προγραμματισμό είχαν κάνει.
Κλείνοντας ο Μ. Ζαμπάρας τόνισε: «Εν κατακλείδι για μια ακόμη φορά φέρνετε νομοσχέδια χωρίς περιβαλλοντικές παραμέτρους, χωρίς σχεδιασμό για την κλιματική κρίση, χωρίς συνολικό σχεδιασμό, με εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων και με πλήρη απαξίωση του δημόσιου τομέα και της τοπικής αυτοδιοίκησης.