Οι δημοπρασίες LNG στη Ρεβυθούσα, για πρώτη φορά με ορίζοντα 5ετίας, αναμένεται να κρίνουν αν οι προμηθευτές μπορούν να κλείσουν μακροχρόνια συμβόλαια. Καμπανάκι IEA για τον χειμώνα.
Για επερχόμενη «καταιγίδα» τον χειμώνα 2021-2022 μιλά ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου «για τεράστια πίεση στο παγκόσμιο σύστημα παροχής φυσικού αερίου».
Το διακύβευμα που αναδεικνύεται για τον IEA είναι πλέον η ασφάλεια εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια, καθώς η σύνδεση φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού φαίνεται να είναι ισχυρότερη από ποτέ, ειδικότερα σε χώρες υπό ενεργειακή μετάβαση.
Υπό το φως των ραγδαίων εξελίξεων που πιέζουν όλη την Ευρώπη, πραγματοποιήθηκε χθες η πρώτη από τις συναντήσεις που προγραμματίζει η Επιτροπή Διαχείρισης Κρίσεων, η οποία συντονίζεται από τη ΡΑΕ, με τους αρμόδιους Διαχειριστές και φορείς, για να διαπιστωθεί η ετοιμότητα και η επάρκεια του ενεργειακού συστήματος, ενόψει της χειμερινής περιόδου.
Στη χθεσινή συνάντηση συμμετείχε ο ΔΕΣΦΑ, εκπρόσωποι του οποίου διαβεβαίωσαν, σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, για την τεχνική επάρκεια του εθνικού συστήματος φυσικού αερίου και διατύπωσαν προβλέψεις για την αναμενόμενη ζήτηση και τη δυνατότητα κάλυψής της.
Ο ΔΕΣΦΑ θα πραγματοποιήσει στις 18-22 Οκτωβρίου δημοπρασίες για την κατανομή της χωρητικότητας του Σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου στη Ρεβυθούσα, καθώς και για τις ημερομηνίες εκφόρτωσης φορτίων LNG, για πρώτη φορά με ορίζοντα 5ετίας.
Συνεπώς, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το Euro2day.gr, οι δημοπρασίες αυτές θα είναι ένα πρώτο κρίσιμο τεστάρισμα για τη δυνατότητα των εγχώριων προμηθευτών αερίου να κλείσουν μακροχρόνια συμβόλαια για LNG, σε μια περίοδο που ο ανταγωνισμός στις διεθνείς αγορές είναι τεράστιος.
Όπως έλεγε, μάλιστα, πηγή που γνωρίζει καλά το θέμα, «όποιος μπορεί να πληρώσει ακριβά, θα εξασφαλίζει ποσότητες». Άρα, η εξέλιξη των δημοπρασιών αυτών θα κρίνει, εν πολλοίς, τον ομαλό εφοδιασμό της εγχώριας αγοράς, μαζί με το αέριο αγωγών των βόρειων διασυνδέσεων (Gazprom, TAP και Botas έως τα τέλη του έτους).
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρασχέθηκαν στη ΡΑΕ, η ζήτηση στην ηλεκτροπαραγωγή εκτιμάται σε 100.000 θερμικές μεγαβατώρες σε ημερήσια βάση, συν 25.000-30.000 θερμικές μεγαβατώρες από τους βιομηχανικούς καταναλωτές.
Η Επιτροπή θα έχει στο επόμενο διάστημα συναντήσεις με τον ΑΔΜΗΕ, τη ΔΕΠΑ Εμπορίας, καθώς και τη ΔΕΗ, για τα υδροηλεκτρικά αποθέματα. Σε κάθε περίπτωση, ο σχεδιασμός περιλαμβάνει τη χρήση και του συνόλου των λιγνιτικών μονάδων, εφόσον παραστεί ανάγκη.
Η Ευρώπη αντιμέτωπη με το φάσμα των διακοπών ηλεκτροδότησης
Στην Έκθεση για την Αγορά Φυσικού Αερίου κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους, που έδωσε χθες στη δημοσιότητα ο IEA, επισημαίνεται ότι η νέα ετήσια σεζόν για το αέριο 2021/2022, που άνοιξε την 1η Οκτωβρίου, σηματοδοτείται από τις αυξημένες τιμές-ρεκόρ στην Ευρώπη και την Ασία, αλλά και τα αποθηκευμένα αποθέματα για την ερχόμενη περίοδο θέρμανσης να βρίσκονται κάτω από το ασφαλές επίπεδο του μέσου όρου.
Ο ΙΕΑ αποδίδει τις αιτίες αυτής της κρίσης σε συνδυασμό παραγόντων: την ενίσχυση της ζήτησης, καθώς οι οικονομίες ανακάμπτουν σταδιακά από την πανδημία, σε ακραία διαδοχικά καιρικά φαινόμενα, που «πυροδοτούν» ακόμη περισσότερο τη ζήτηση και την «απρογραμμάτιστη διακοπή», όπως τη χαρακτηρίζει, της προσφοράς όχι μόνον του αερίου αγωγών αλλά και του υγροποιημένου.
Σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει ο ΙΕΑ, η ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη το 2021 εκτιμάται ότι θα φθάσει στα 545 δισ. κ.μ., ενώ αναμένεται να σημειωθεί μικρή μείωση το 2022, για να διαμορφωθεί στα 534 δισ. κ.μ. Αντίστοιχα, η παραγωγή αερίου στη Γηραιά Ήπειρο φέτος υπολογίζεται σε 204 δισ. κ.μ. και το 2022 στα 202 δισ. κ.μ.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού παρουσιάζει έκρηξη της ζήτησης ήδη από το 2020. Από τα 854 δισ. κ.μ. αναμένεται να φθάσει τα 910 δισ. κ.μ. το 2021 και τα 954 δισ. κ.μ. το 2022. Αυξητική, όμως, εμφανίζεται και η παραγωγή στη συγκεκριμένη περιοχή. Από τα 648 δισ. κ.μ. του 2020, θα ανέλθει σε 675 δισ. κ.μ. το 2021 και στα 691 δισ. κ.μ. το 2022.
Οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου δημιουργούν ντόμινο συνεπειών, όπως είναι εύλογο, στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας: αυξάνουν οι τιμές του ηλεκτρισμού (χονδρεμπορικές και λιανικές), πριμοδοτείται η χρήση άνθρακα και πετρελαίου, ενισχύονται τα επίπεδα εκπομπών CO2 και η τοπική ρύπανση.
Ασφάλεια εφοδιασμού
Έχοντας προηγηθεί ένα ξηρό καλοκαίρι και ενόψει του επερχόμενου κρύου χειμώνα, ο IEA, παρότι δεν το λέει ευθέως, δεν αποκλείει να επαναληφθούν φαινόμενα έλλειψης καυσίμων και διακοπής της ηλεκτροδότησης, όπως συνέβη τον προηγούμενο χειμώνα στη Βορειανατολική Ασία και τη Βόρεια Αμερική, καθώς κάνει εκτενή αναφορά σε αυτά, υπό ανάλογες συνθήκες.
Τονίζει, στον αντίποδα, ότι η ασφάλεια του εφοδιασμού «παραμένει μείζον θέμα για τις αγορές φυσικού αερίου», επισημαίνει ξεκάθαρα ότι «το παγκόσμιο σύστημα φυσικού αερίου βρίσκεται υπό ισχυρή πίεση» και υπογραμμίζει τον κρίσιμο ρόλο της ευελιξίας για τη συνέχιση του εφοδιασμού του ενεργειακού συστήματος.
Στην τελευταία εντάσσει το εμπόριο υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά και τις διασυνδέσεις και τη χωρητικότητα της αποθήκευσης αερίου, που τα θεωρεί «κλειδιά» για την προσαρμογή σε απότομες και απροσδόκητες μεταβολές της ζήτησης.
Ταυτόχρονα, ο ΙΕΑ υποδεικνύει την ανάγκη οι αρμόδιες Ρυθμιστικές Αρχές να υιοθετήσουν «μια συνετή και κλιμακούμενη προσέγγιση στον σχεδιασμό της αγοράς, για να διασφαλίσουν τον εφοδιασμό σε ένα μεταβατικό σύστημα φυσικού αερίου».
Αθηνά Καλαϊτζόγλου / euro2day.gr