Να επενδύσουν στην «πράσινη» ενέργεια κάλεσε τις πετρελαϊκές εταιρείες ο CEO της ΕΔΕΥ Αριστοφάνης Στεφάτος κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχε με δημοσιογράφους,
Πιο αναλυτικά ο ο CEO της ΕΔΕΥ έφερε ως πρότυπο το μοντέλο της Νορβηγίας όπου οι πλατφόρμες άντλησης πετρελαίου και φυσικού αερίου αξιοποιούνται και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Σε σχέση με την Ελλάδα υπογράμμισε το πλούσιο αιολικό δυναμικό αλλά και την πρωτοβουλία της κυβέρνησης να σχεδιάσει θεσμικά και χωροταξικά την ανάπτυξη off shore αιολικών. Έμφαση έδωσε ο κ. Στεφάτος και στην παραγωγή υδρογόνου από αφαλατωμένο νερό θαλάσσης όπως επίσης και στην αποθήκευση CO2. Στην προκειμένη περίπτωση έφερε ως παράδειγμα τις επενδυτικές πρωτοβουλίες της Energean.
Ο κ. Στεφάτος ανέφερε πως στο πλαίσιο του “operators forum» που διοργανώνει η ΕΔΕΥ με τους επενδυτές που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα έχουν παρουσιαστεί οι σχετικές προτάσεις κι εν πολλοίς αυτές συνδιαμορφώνονται και με εκείνους μαζί.
Ο ίδιος σημείωσε ότι η ΕΔΕΥ πιστεύει στην αξιοποίηση των υδρογονανθράκων σε συνδυασμό και με την ανάπτυξη επενδύσεων στις τεχνολογίες για την παραγωγή «πράσινης» ενέργειας προτρέποντας ουσιαστικά την κυβέρνηση για την ανάληψη πρωτοβουλιών στήριξης αυτών των προσπαθειών.
Ο κ. Στεφάτος αναφέρθηκε επίσης στην αξιοποίηση των κοιτασμάτων του φυσικού αερίου στο υπέδαφος των «οικοπέδων» που εκμεταλλεύονται οι TotalEnergies, ExxonMobil, ΕΛ.ΠΕ και Energean όπως επίσης και στις δυνατότητες συνεργειών για τη δραστηριοποίηση τους στα off shore αιολικά, την παραγωγή υδρογόνου και την αποθήκευση CO2.
Ως προς το φυσικό αέριο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, η χρήση μέχρι την μετάβαση στην «πράσινη» οικονομία έχει ζωή για 30 χρόνια. Επισήμανε δε, την ευκαιρία υπό τις παρούσες συνθήκες, με τις τιμές του φυσικού αερίου να έχουν ανέβει αφού πλέον δεν συνδέονται με την πορεία του αργού πετρελαίου στις διεθνείς αγορές. Όσον αφορά τα δυνητικά αποθέματα στο υπέδαφος, υποστήριξε πως με βάση τα στοιχεία που διαθέτει η ΕΔΕΥ – χωρίς να έχει γίνει γεώτρηση – αυτά υπολογίζονται ως προς την αξία τους σε 250 δις. ευρώ. Αυτή έχει υπολογιστεί με τιμές στα 50 με 60 δολ. το βαρέλι, επίπεδα προ κρίσης.