Το ΕΚ ενέκρινε ταχύτερο ανεφοδιασμό στρατηγικών αποθεμάτων αερίου στην ΕΕ, ώστε να διασφαλιστεί επάρκεια για νοικοκυριά/επιχειρήσεις κατά την επόμενη περίοδο θέρμανσης.
Η πρόταση, η οποία εγκρίθηκε μέσω της διαδικασίας κατεπείγοντος του Κοινοβουλίου, θα αποτελέσει πλέον αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τους αρμόδιους υπουργούς των κρατών μελών της ΕΕ. Οι ευρωβουλευτές επιθυμούν να θεσπιστεί ένα υποχρεωτικό ελάχιστο ποσοστό φυσικού αερίου σε αποθηκευτικές εγκαταστάσεις, το οποίο θα είναι 80% έως την 1η Νοεμβρίου 2022 και 90% για τα επόμενα έτη, προκειμένου να διασφαλιστεί η εφοδιαστική ασφάλεια και να προστατευθούν οι Ευρωπαίοι από πιθανούς κλυδωνισμούς στον ανεφοδιασμό.
Επίσης, όλοι οι αρμόδιοι για την αποθήκευση φορείς θα υποβάλλονται σε νέα υποχρεωτική διαδικασία πιστοποίησης, ώστε να περιοριστούν οι κίνδυνοι που προκύπτουν από εξωτερικές παρεμβάσεις. Όσοι φορείς δεν εξασφαλίσουν την πιστοποίηση, θα πρέπει να παραιτηθούν από την κυριότητα ή τον έλεγχο εγκαταστάσεων αποθήκευσης φυσικού αερίου στην ΕΕ. Επιπροσθέτως, οι φορείς εκμετάλλευσης θα χρειάζονται την άδεια της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, εάν επιθυμούν να κλείσουν αποθηκευτικές εγκαταστάσεις.
Προκειμένου να επιταχυνθεί ο ανεφοδιασμός των αποθεμάτων φυσικού αερίου, ο νέος νόμος θα παρέχει κίνητρα για τις εταιρείες ενέργειας, προσφέροντας έκπτωση στα τιμολόγια μεταφοράς προς ή από τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης.
«Αυτή η κομβική νομοθετική πρόταση δεν αφορά μόνο νέες και τόσο αναγκαίες νομικές διατάξεις, αλλά πρωτίστως τη διασφάλιση του ανεφοδιασμού με φυσικό αέριο για τον επόμενο χειμώνα», δήλωσε ο ευρωβουλευτής Jerzy Buzek (EΛΚ, Πολωνία), ο οποίος ηγείται της διαπραγματευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
«Αυτό περιμένουν σήμερα οι πολίτες μας — τα νοικοκυριά, οι ΜΜΕ, οι βιομηχανίες — από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρέπει να ανταποκριθούμε σε αυτές τις προσδοκίες και είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε διαπραγματεύσεις άμεσα. Πιστεύω ότι το Συμβούλιο συμμερίζεται την προσέγγιση αυτή», πρόσθεσε.
Το Κοινοβούλιο ψήφισε με 516 ψήφους υπέρ, 25 ψήφους κατά και 15 αποχές να αναπέμψει το θέμα στην επιτροπή για διαπραγματεύσεις, οι οποίες θα εκκινήσουν όταν οι υπουργοί της ΕΕ συμφωνήσουν σχετικά με τη θέση τους.